Την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου, στις 8:30 το βράδυ, πραγματοποιείται στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών συναυλία της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας Αθηνών αφιερωμένη στις οδυνηρές μνήμες της Μικρασιατικής Καταστροφής, από την οποία συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια.
Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται αποκλειστικά έργα ελλήνων συνθετών που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Μικρά Ασία, όταν ακόμη ο Ελληνισμός ήταν ακμαίος και ανθηρός. Στα έργα τους μεταφέρονται και απηχούνται οι μνήμες και τα βιώματα της παιδικής και νεανικής τους ηλικίας, που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την καλλιτεχνική τους φυσιογνωμία. Ταυτόχρονα περιλαμβάνονται σκοποί, τραγούδια, χοροί, μελωδίες και ρυθμοί από την ιδιαίτερη και πλούσια πολιτιστική παράδοση της Μικράς Ασίας, της Κωνσταντινούπολης και του Πόντου.
Συμμετέχουν οι σολίστ: Νίνα Κουφοχρήστου (σοπράνο), Σοφία Κυανίδου (σοπράνο), Φίλιππος Μοδινός (τενόρος), Τάσης Χριστογιαννόπουλος (βαρύτονος).
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει τα έργα:
«Βυζαντινή θυσία» του Πέτρου Πετρίδη, ο οποίος γεννήθηκε στην Καππαδοκία.
«Τρία ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια» του Γεωργίου Πονηρίδη, που γεννήθηκε στη μικρασιατική ακτή της Κωνσταντινούπολης.
Κεντρικό έργο του προγράμματος είναι η σύνθεση «Από τη ζωή και τους καημούς του Καπετάν Λύρα» του Μανώλη Καλομοίρη. Γράφτηκε από τον συνθέτη προς το τέλος της ζωής του και αποτελεί το «μουσικό απομνημόνευμά» του από τη μακρόχρονη καλλιτεχνική του διαδρομή. Ο «Καπετάν Λύρας» είναι ο ίδιος ο Καλομοίρης που κρατά στα χέρια του τη «λύρα» της μουσικής δημιουργίας και των αναμνήσεων, ξεκινώντας από τα παιδικά του χρόνια στη Σμύρνη, όπου και είχε γεννηθεί.
Η ημερομηνία της συναυλίας «Μνήμη Μικράς Ασίας» (10 Νοεμβρίου 2022) απέχει χρονικά λίγες μόνο εβδομάδες από την επέτειο της Καταστροφής της Σμύρνης και απευθύνεται, πριν από όλα, στους ανθρώπους που έλκουν την καταγωγή τους από τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες του 1922. Είναι εκείνοι που διατηρούν άσβεστες τις μνήμες και τα τεκμήρια της χρυσής εποχής του ελληνικού στοιχείου της Μικράς Ασίας και της Σμύρνης, αλλά και της ανείπωτης καταστροφής που ακολούθησε.
Ταυτόχρονα όμως απευθύνεται σε όλους τους σύγχρονους Έλληνες που ενδιαφέρονται για την πολιτιστική παράδοση αυτού του τόπου.
Πέντε σημαντικές στιγμές και στοιχεία που δε γνωρίζετε για τον Γεώργιο Πονηρίδη
Ο Γεώργιος Πονηρίδης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Χαλκηδόνα, στην ασιατική ακτή της Κωνσταντινούπολης, όπου πήρε τα πρώτα μαθήματα βιολιού και γνώρισε την βυζαντινή μουσική στο κέντρο της Ορθοδοξίας. Η σχέση του με το βυζαντινό πνεύμα δεν το εγκατέλειψε ποτέ στη διάρκεια της ζωής του και σχεδόν πάντοτε παρατηρούμε στοιχεία των βυζαντινών τροπικών κλιμάκων στα έργα του, ακόμη όταν εκείνα ακολουθούν εντελώς διαφορετικές τεχνοτροπίες.
Έμεινε πολλά χρόνια για σπουδές στις Βρυξέλλες και το Παρίσι, όπου εξελίχθηκε σε έναν εξαιρετικό βιολονίστα. Μαθήτευσε κοντά σε μεγάλα ονόματα καλλιτεχνών και συνθετών όπως ο Βενσάν ντ’ Εντύ και ο Αλμπέρ Ρουσέλ, ενώ γνώρισε και συνδέθηκε με σπουδαίες προσωπικότητες όπως ο Ίγκορ Στραβίνσκυ και ο Ερίκ Σατί. Εργάστηκε ως διευθυντής χορωδίας και πολλές από τις συνθέσεις του εκδόθηκαν σε σημαντικούς μουσικούς εκδοτικούς οίκους.
Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1938, σε ώριμη ηλικία, είχε διαμορφώσει το καλλιτεχνικό του ύφος και είχε αποκομίσει σημαντικές διεθνείς εμπειρίες, μπορούσε δε να παρακολουθήσει τόσο τα παραδοσιακά όσο και τα πιο σύγχρονα αισθητικά συνθετικά ρεύματα. Όσο ζούσε στο Εξωτερικό καλλιέργησε περισσότερο τις τάσεις της Ελληνικής Εθνικής Σχολής, της οποίας ήταν ένας από τους σημαντικότερους εκπρόσωπους, αν και δεν κατατάσσεται στους πρωτοπόρους. Στο δεύτερο μισό της ζωής του, όταν δραστηριοποιήθηκε στην Ελλάδα, επέλεξε να κινηθεί προς την ευρωπαϊκή πρωτοπορία (αβάν γκαρντ) και ανήκει στους σημαντικότερους και Έλληνες εκπροσώπους της τάσης του δωδεκαφθογγισμού και του σειραϊσμού. Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, μπορεί να πει κανείς ότι διαμόρφωσε μια κοσμοπολίτικη καλλιτεχνική φυσιογνωμία.
Στο έργο του, που έχει προσωπικό και ιδιόμορφο ύφος, είναι ευανάγνωστα τα τροπικά στοιχεία των παραδοσιακών κλιμάκων στις μελωδίες του, η έμφαση στο χρωματικό στοιχείο, η χρήση των χαρακτηριστικών ελληνικών μέτρων και ρυθμών, αλλά και μια ήρεμη και βαθιά ευγένεια, χαρακτηριστική μιας πολύ ευαίσθητης φύσης. Η μελωδική του γραμμή φέρει έντονα τα τροπικά στοιχεία με απηχήσεις μονόφωνου βυζαντινού μέλους. Το προσωπικό του ύφος αναδεικνύεται μέσα από εκλεκτική αρμονική επεξεργασία, διάφανη, λεπταίσθητη και ευρηματική ενορχήστρωση, αριστοτεχνικό χειρισμό των χρωμάτων της ορχήστρας. Το στοιχείο αυτό φαίνεται περισσότερο στα πολυάριθμα μεγάλων διαστάσεων συμφωνικά έργα, καθώς και στα ορατόρια και τις καντάτες.
Η μουσική για μικρά οργανικά σχήματα, η ονομαζόμενη «μουσική δωματίου» είναι ένας τομέας στον οποίο ο Πονηρίδης συνεισέφερε μεγάλο αριθμό έργων, που εκτείνονται σε όλη τη διάρκεια της συνθετικής του πορείας. Στα έργα αυτά χρησιμοποίησε ευφάνταστους και πρωτότυπους συνδυασμούς οργάνων. Το στοιχείο αυτό δείχνει ότι ο Γεώργιος Πονηρίδης, ακόμη και σε μεγάλη ηλικία, δεν σταμάτησε ποτέ να πειραματίζεται και να αναζητεί νέους και πρωτότυπους τρόπους έκφρασης.