Skip to main content

Νικόλας Χανακούλας: «Έχει μια γύμνια να βρίσκεσαι μόνος στη σκηνή…»

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]

Το αριστούργημα του Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι «Το όνειρο ενός γελοίου», σε μετάφραση, διασκευή και σκηνοθεσία του Γιώργου Κουτλή, μετά την  επιτυχημένη παρουσίασή του από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κρήτης, έρχεται φέτος στο θέατρο Πορεία [Τρικόρφων 3-5, πλατεία Βικτωρίας].

Ο Γιώργος Κουτλής σε συνεργασία με τον σπουδαίο τζαζ συνθέτη Αλέξανδρο Δράκο Κτιστάκη και την πρωτότυπη μουσική του σύνθεση, δημιουργούν το ιδανικό πλαίσιο για τη συγκλονιστική ερμηνεία του Νικόλα Χανακούλα. Ένα εκρηκτικό σόλο σε συνομιλία με video art προβολές και μια ζωντανή χορωδία επί σκηνής.

Γραμμένο το 1877, το μικρό αυτό διήγημα, συμπυκνώνει τη φιλοσοφία του μεγάλου Ρώσου κλασικού για ολόκληρη τη ζωή.

Ο ήρωας του έργου ετοιμάζεται να βάλει τέλος στη ζωή του. Τη μοιραία στιγμή βυθίζεται αναπάντεχα σε έναν βαθύ ύπνο. Στο όνειρό του, ταξιδεύει σε έναν άλλο πλανήτη παραδεισένιο, όπου οι άνθρωποι ζουν σε μια ιδανική κοινωνία, ελεύθεροι και ευτυχισμένοι, προσφέροντας αγάπη και χαρά. Όσα συμβαίνουν εκεί στον άλλο πλανήτη, μέσα στο όνειρό του, αλλάζουν τελείως τον τρόπο που ο ήρωας αντιλαμβάνεται τη ζωή και τον εαυτό του.    

Ο Νικόλας Χανακούλας μίλησε μαζί μας.

Θα θέλατε να μας συστήσετε το έργο; Τι συναντάμε στον πυρήνα του;

«Αυτό το έργο έχει γραφτεί από τον Ντοστογιέφσκι στο τέλος της ζωής του και είναι σαν μια μικρή διαθήκη. Αυτός που σε όλη του τη ζωή βούταγε στις ψυχές ηρώων υποχθόνιων, ταπεινωμένων, βάναυσων, σύγχρονους με αυτόν, φτιάχνει τώρα έναν ήρωα στα πρόθυρα της αυτοκτονίας αλλά αυτόν τον στέλνει στην απαρχή όλων, πριν υπάρξει o Πολιτισμό μας, σε έναν Παράδεισο· και αυτό το γεγονός, είναι που τον σώζει. Είναι σαν να λέει ο συγγραφέας: ορίστε, μια μικρή παραβολή για το θαύμα της ζωής. Λέει, όμως, και κάτι ακόμη: ο άνθρωπος είναι ελεύθερος ανάμεσα στο μεγαλύτερο σφάλμα και τη μεγαλύτερη εξιλέωση, το ένα όμως χωρίς το άλλο δεν έχει καμία αξία. Οφείλει να είναι ελεύθερος και να έχει βούληση, γιατί αν επιλέγει την αγάπη απλά επειδή είναι ανίκανος να μισήσει, τότε αυτή η αγάπη είναι κούφια».

Κάποια σκέψη, κάποιο συναίσθημα από την πρώτη επαφή σας με το κείμενο του Ντοστογιέφσκι;

«Διαβάζοντας το κείμενο, πριν έναν χρόνο περίπου για πρώτη φορά, ήταν τόσες οι στιγμές που έβλεπα τη δική μου ζωή σε αυτό, που στο τέλος ήμουν με δάκρυα στα μάτια. Ο Ντοστογιέφσκι χαρτογραφεί με τέτοια απλότητα τη διαδρομή από το σκοτάδι στο φως, που δεν γίνεται να ξεφύγεις».   

Μια περιγραφή του ρόλου σας;

«Ένας άνθρωπος καταρρακωμένος, ματαιωμένος και συμπλεγματικός που δεν μπορεί να βρει φως σε τίποτα γύρω του και οδεύει προς το τέλος. Η συνείδηση αυτού του ανθρώπου όμως, σαν ένα συνεχές μουρμουρητό μέσα του, τον οδηγεί τελικά να βιώσει το απόλυτο ταξίδι αποκάλυψης και αυτό θα συμβεί μέσα στον ίδιο του τον εαυτό του, παρέα με τον ίδιο του τον εαυτό του».

Πώς νιώθετε μέσα σε αυτή τη σόλο ερμηνεία; Κάτι που σας δυσκόλεψε;

«Έχει μια γύμνια να βρίσκεσαι μόνος στη σκηνή, όπως και να το κάνουμε».

Λίγα λόγια για τη σκηνοθετική  προσέγγιση του Γιώργου Κουτλή;

«Η πρόθεση του Γιώργου να επικοινωνήσει με τον θεατή είναι ξεκάθαρη και αυτό τον κάνει πολύ μεθοδικό και λεπτομερή στην προσέγγιση. Στη συγκεκριμένη παράσταση που είναι μονόλογος, προκείμενου να υπερβεί το “βάρος” που πιθανά να έχει η συνθήκη και να διατηρήσει συνεχώς την προσοχή του θεατή, στήνει κάτι φαντασμαγορικό. Η παράσταση έχει διαφορετικές υποκριτικές λειτουργίες -stand-up, ραδιοφωνικό θέατρο, συναυλία-, έχει video art προβολές του Χρήστου Συμεωνίδη, μια ζωντανή χορωδία, θεαματικούς φωτισμούς του Σάκη Μπιρμπίλη. Πραγματικά, καταφέρνει να κάνει φαντασμαγορία με ταπεινά υλικά».

Μιλήστε μας για τη συμβολή στην παράσταση,  της μουσικής του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη.

«Η μουσική του Δράκου -όπως μου αρέσει να τον λέω-  είναι η κόλλα που ενώνει όλα τα υλικά που περιέγραψα μόλις. Είναι παρτενέρ, αστρικός φάρος και ηφαίστειο που γεννάει ενέργεια. Όσο και αν ακούγονται μεγαλόστομα αυτά, είναι οργανικής σημασίας για την παράσταση και σε εμένα επιτρέπουν να ξεφεύγω από τη μοναξιά μου επί σκηνής».

Μια αγαπημένη σας ατάκα, κάποια λόγια από το έργο;

«“Ακόμα και στην αγάπη μου για τους ανθρώπους της δικής μας Γης υπήρχε θλίψη: Γιατί να μην μπορώ να τους αγαπάω, χωρίς να τους μισώ; Και γιατί να μην μπορώ να τους μισώ, χωρίς να τους αγαπάω;”»

Κάποιο έργο που θέλετε να δουλέψετε στο μέλλον;  Ένας ρόλος με τον οποίο θέλετε να συναντηθείτε;

«Στο κοντινό μέλλον θα έλεγα τους ρόλους του Στάνλει Κοβάλσκι και του Πετρούκιου. Αν φτάσω στην ηλικία που να το επιτρέπει, θα λαχταρούσα τον Φιλοκτήτη και τον Πρόσπερο».

Χαρακτηριστικά που εκτιμάτε ιδιαίτερα στους άλλους;

«Η ευγένεια, είτε στην ψυχή είτε στην συμπεριφορά. Αυτός είναι ένας αλάνθαστος οδηγός για μένα, γιατί έχει κάτι αρμονικό. Με μαγνητίζει όταν το συναντάω σε ανθρώπους και προσπαθώ και εγώ να το εκπέμπω».

Και χαρακτηριστικά που σας απωθούν;

«Όταν η ευγένεια εκλαμβάνεται σαν αδυναμία. Αυτό μπορεί πραγματικά να ξυπνήσει τον πρωτόγονο εαυτό μου και να αρχίσω τον χορό».

Ένα βιβλίο που διαβάσατε τελευταία και σας άρεσε;

«Λατρεύω τις βιογραφίες, γιατί μέσα από τις ζωές και τις διαδρομές των άλλων κλέβω λίγη εμπειρία ζωής. Σαν να το ζω και εγώ. Το καλοκαίρι, λοιπόν, είχα μια φοβερή εμπειρία διαβάζοντας το “Λιμόνοφ” του Εμανουέλ Καρρέρ. Είναι η βιογραφία του συγγραφέα Έντουαρντ Λιμόνοφ  που ξεκίνησε από το Χάρκοβο της Ουκρανίας και κατέληξε να γίνει διεθνής συγγραφέας και πολιτική προσωπικότητα της Ρωσίας, μέσα από απερίγραπτες ιστορίες. Έλεγα μέσα μου: “καλά, και εμείς νομίζουμε ότι ζούμε συναρπαστικές ζωές…”. Μέσα από αυτό το βιβλίο μπορεί να δει κανείς πραγματικά την ψυχή της σύγχρονης Ρωσίας καθώς και πως, ίσως, οδηγηθήκαμε στον σημερινό πόλεμο».

Συντελεστές

Μετάφραση-Διασκευή-Σκηνοθεσία: Γιώργος Κουτλής
Συνεργασία στη διασκευή: Βασίλης Μαγουλιώτης
Σκηνικά – Κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα
Μουσική Σύνθεση: Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης
Video art – φωτογραφίες: Χρήστος Συμεωνίδης
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης

Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Αγγελική Βασιλοπούλου Καμπίτση
Ερμηνεύει ο Νικόλας Χανακούλας