Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
«Η τυχερή Δάφνη», το πρώτο μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Γαβριήλ, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Key Books. Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό θρίλερ, που υμνεί τη γυναικεία θέληση. Με τον συγγραφέα, είχαμε τη χαρά να μιλήσουμε.
«Η τυχερή Δάφνη»· θα μας συστήσετε αυτό το πρώτο μυθιστόρημά σας;
«Είναι ένα ατμοσφαιρικό ψυχολογικό θρίλερ γραμμένο με λογοτεχνικό ύφος. Όσο για την ιστορία, ένα τυχαίο γεγονός που θα συμβεί καταμεσής του Αιγαίου, θα θέσει ένα ηθικό δίλημμα στους τρεις άνδρες επιβάτες ενός ιστιοφόρου. Ο καθένας θα το διαχειριστεί με τον δικό του τρόπο, δολοπλοκώντας ωστόσο πίσω από τη πλάτη της Δάφνης Κορρέ -που επιβαίνει επίσης στο ίδιο ιστιοφόρο, και εκθέτοντάς την σε τεράστιο κίνδυνο. Πρόκειται για μια ιστορία κατάπτωσης, όπου οι ήρωες, στην προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν τις επιδιώξεις τους, θα αρχίσουν να αντιβαίνουν στη λογική, παρασυρόμενοι από τα πάθη και το αμαρτωλό παρελθόν τους, οδηγούμενοι εντέλει στην ολοκληρωτική καταστροφή».
Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο;
«Για να αναδείξω τον ρόλο που παίζει η τύχη στη ζωή μας. Ξέρουμε, πως σπάνια μας κεραυνοβολεί ακαριαία, αλλάζοντας τον ρου της ζωής μας. Τις περισσότερες φορές καλούμαστε εμείς να πάμε να τη συναντήσουμε μέσα από τις πράξεις και τις προσπάθειές μας· με τη γενικότερη στάση μας απέναντι στις δυσκολίες. Με άλλα λόγια “συν Αθηνά και χείρα κίνει!”»
Ένα λογοτεχνικό αστυνομικό θρίλερ που διαδραματίζεται στη θάλασσα· έχει στοιχεία από κάποια αληθινή ιστορία;
«Πράγματι, αφορμή ήταν μια αληθινή ιστορία που είχε συμβεί κάπου στη δεκαετία του ’70: Μια παρέα Αμερικανών ιστιοπλόων, αφού διέσχισαν το Αιγαίο, κατέληξαν σε μια παραθαλάσσια πόλη της Τουρκίας. Ανάμεσά τους βρισκόταν και μια όμορφη γυναίκα, η οποία εξαφανίστηκε μες την κοσμοσυρροή κατά την επίσκεψή τους στο παζάρι. Κατά τα φαινόμενα, έπεσε θύμα απαγωγής για να καταλήξει σε κάποιο χαρέμι. Στον πυρήνα του μυθιστορήματός μου βρίσκεται εκείνη η στροφή της μοίρας, αυτή η αδικία. “Η τυχερή Δάφνη” ήταν η ευκαιρία να πάρω την εκδίκησή μου, να βασανίσω, με τη σειρά μου, όσους βρίσκονταν πίσω από αυτή την αποτρόπαια πράξη».
Μιλήστε μας για την απόφασή σας να ασχοληθείτε με τη συγγραφή.
«Πιστεύω πως η συγγραφή ανέκαθεν ελλόχευε μέσα μου, σαν ιός σε λανθάνουσα μορφή. Όμως, τι ακριβώς την έφερε στην επιφάνεια; Ίσως λίγο περισσότερο ελεύθερος χρόνος, ίσως η αίσθηση πως περνούσε ο καιρός και εγώ παρέμενα άπρακτος, ίσως μια -δικαιολογημένη ή αδικαιολόγητη- πεποίθηση πως είχα κάτι να δώσω σε αυτόν τον χώρο».
Για ποιους λόγους, πιστεύετε, θα προσελκύσει έναν αναγνώστη το βιβλίο σας;
«Θα απαντήσω με έμμεσο τρόπο. Μια από τις πιο σημαντικότερες συμβουλές που διάβασα/άκουσα όταν καταπιάστηκα με τη συγγραφή ήταν η εξής: “γράψε το βιβλίο που θέλεις να διαβάσεις”. Σήμερα, κοιτάζοντας πίσω, αντιλαμβάνομαι πως εκπλήρωσα αυτόν τον στόχο. Και αυτό μου δίνει τη μεγαλύτερη ικανοποίηση. Θεωρώ, λοιπόν, ότι ο αναγνώστης θα διαβάσει το βιβλίο μου για τους ίδιους λόγους που προτιμώ κι εγώ να διαβάζω βιβλία!
Έτσι λοιπόν, από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο -αν όχι από τις πρώτες γραμμές- μιας ιστορίας, θέλω να νοιαστώ για τους ήρωες. Να τους συμπαθήσω ή να τους μισήσω. Θέλω να με προβληματίσουν, κάνοντάς με συχνά να αναρωτιέμαι τι θα έπραττα αν βρισκόμουν στη θέση τους. Πρέπει οι χαρακτήρες να χτίζονται μεθοδικά, μέσα από τις σκέψεις και τις πράξεις τους –μικρά σημάδια που να μου δημιουργούν υποψίες για το ποιόν τους, κάνοντάς με να αγωνιώ για τις επόμενες κινήσεις τους. Οι ανατροπές είναι πάντα ευπρόσδεκτες αλλά από μόνες τους δεν είναι αρκετές. Δεν αρκεί απλώς να ξαφνιάζουν. Πρέπει να συνάδουν με τους χαρακτήρες και τη δυναμική που έχουν πάρει τα πράγματα. Με άλλα λόγια, να αποτελούν μια τόσο φυσική συνέχεια της ιστορίας, ώστε μόλις παρουσιαστούν, να με κάνουν να νιώθω αφελής που δεν μου είχαν περάσει ήδη από το μυαλό.
Θέλω ακόμα ο συγγραφέας να δημιουργεί “ατμόσφαιρα”. Εικόνες, ήχοι, μυρωδιές, να με μεταφέρουν στο δικό του σύμπαν. Και όταν κλείνω το βιβλίο, θέλω να νοσταλγώ ακόμα αυτό το σύμπαν και να λυπάμαι, γιατί εντέλει η ιστορία έμοιαζε πολύ αληθινή για να είναι επινοημένη. Προπάντων, όμως, το ύφος της γραφής πρέπει να είναι λογοτεχνικό. Ειδάλλως οποιαδήποτε ιστορία, όσο έξυπνα δομημένη και αν είναι, παύει να είναι ελκυστική».
Είναι κάτι καινούργιο που προσφέρει σ’ αυτό το είδος;
«Πιστεύω πως πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με φρέσκια πρόζα και ασυνήθιστη πλοκή. Αν και μπορεί να καταταγεί στα αστυνομικά, ξεφεύγει ολότελα από αυτό το μοτίβο -φόνος, ντετέκτιβ που αναλαμβάνει, πιθανοί ύποπτοι, ανατροπή-. Δεν πρόκειται απλά για έναν γρίφο που ο αναγνώστης καλείται να λύσει, αλλά εμβαθύνει στις σκέψεις και τα συναισθήματα των ηρώων. Με άλλα λόγια, είναι οι χαρακτήρες που κινούν τα πράγματα, ο τρόπος που αντιδρούν σε συγκεκριμένα ερεθίσματα».
Έχετε σκοπό να γράψατε κι άλλα βιβλία με τέτοιο περιεχόμενο;
«Για την ώρα, δουλεύω την βιογραφία του Αντώνη Συκάρη· του σπουδαίου ανθρώπου που πέθανε φέτος στα Ιμαλάια. Πέρα από το ότι υπήρξε στενός μου φίλος, η ζωή του -επιχειρηματική και ορειβατική- ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και επιβάλλεται να καταγραφεί. Έχω, επίσης, ένα δεύτερο μυθιστόρημα στα σκαριά· μια ευρηματική ιστορία πιο κοντά στα μυθιστορήματα του Χαρούκι Μουρακάμι και τις ταινίες του Ντέιβιντ Λιντς. Με αυτή την έννοια, το περιεχόμενό του θα είναι αρκετά διαφορετικό από αυτό της “τυχερής Δάφνης”. Ωστόσο, το ύφος γραφής θα παραμείνει κοινό, ενώ η ιστορία ελπίζω πως θα κρατά εξίσου αμείωτο το ενδιαφέρον».
Η τυχερή Δάφνη –ένας ύμνος στη γυναικεία θέληση, είναι τελικά τυχερή;
«Εδώ υπάρχει μια αντίφαση, καθώς από την πρώτη κιόλας παράγραφο μαθαίνουμε πως η Δάφνη Κορρέ πνίγηκε σε κείνο το ταξίδι. Άρα, πώς μπορεί να θεωρηθεί τυχερή; Αλλά ας αφήσουμε τον αναγνώστη να το ανακαλύψει αυτό. Το βέβαιο είναι πως, καθώς θα γυρνά τις σελίδες, θα αναθεωρεί συχνά την άποψή του».
Κάποιος σκοπός, κάποια κεντρικά μηνύματα του βιβλίου;
«Ο σκοπός δεν είναι άλλος από αυτόν κάθε καλού μυθιστορήματος. Να μας καταβυθίσει στον κόσμο του, κάνοντάς μας να αδημονούμε για τη στιγμή που θα βρούμε τον χρόνο προκειμένου να ανοίξουμε και πάλι το βιβλίο. Όσο για τα μηνύματα, θα μπορούσα να αναφέρω πολλά, αλλά θα σταθώ στο εξής ένα: Τα μεγάλα μπράτσα και τα μεγάλα λόγια, σε τίποτα δεν έχουν να κάνουν με τη θέληση. Και η γυναικεία θέληση αποτελεί τον καταλύτη για να επιτευχθεί ο οποιοσδήποτε σκοπός!»