Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Το βιβλίο «Οι μέρες που έχτισαν την Ιστορία» του Erik Larson κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, σε μετάφραση Αλέκου Αντωνίου.
Την πρώτη ημέρα της πρωθυπουργίας του Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο Χίτλερ εισέβαλε στην Ολλανδία και στο Βέλγιο. Είχαν προηγηθεί η Πολωνία και η Τσεχοσλοβακία. Τους επόμενους δώδεκα μήνες, τα γερμανικά βομβαρδιστικά θα σφυροκοπούσαν τη χώρα ασταμάτητα, σκοτώνοντας 45.000 Βρετανούς και καταστρέφοντας δύο εκατομμύρια σπίτια.
Στο έργο του αυτό, ο Larson δείχνει με κινηματογραφική λεπτομέρεια πώς ο πιο εμβληματικός πολιτικός της Βρετανίας κατάφερε να εμπνεύσει ένα ολόκληρο έθνος την ώρα της πιο σκληρής δοκιμασίας και δίδαξε στους συμπατριώτες του «την τέχνη του να είσαι άφοβος».
Στο εισαγωγικό Σημείωμα για τους αναγνώστες, ο συγγραφέας σημειώνει για το βιβλίο: «…δεν είναι με κανέναν τρόπο μια πλήρης καταγραφή της ζωής του Τσόρτσιλ.[…] είναι μια πιο προσωπική αφήγηση που εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο ο Τσόρτσιλ και ο κύκλος του κατάφερναν να επιβιώνουν σε καθημερινή βάση: τις σκοτεινές στιγμές και τις φωτεινές, τις ρομαντικές εμπλοκές και τις πανωλεθρίες, τη θλίψη και το γέλιο, αλλά και κάποια ιδιαίτερα περιστατικά που αποκαλύπτουν πώς ζούσε στ’ αλήθεια ο κόσμος κάτω από την ατσάλινη καταιγίδα του Χίτλερ.[…] Αν και κάποιες φορές ίσως δώσει διαφορετική εντύπωση, το έργο αυτό δεν είναι μυθιστόρημα. […] Αν κάποια από αυτά που ακολουθούν θέσουν σε αμφισβήτηση όσα έχετε καταλήξει να πιστεύετε για τον Τσόρτσιλ και εκείνη την εποχή, επιτρέψτε μου να πω απλώς ότι η Ιστορία είναι ένας ζωντανός οργανισμός, γεμάτος εκπλήξεις”».
Αντλώντας υλικό από ημερολόγια, αρχεία και έγγραφα των μυστικών υπηρεσιών –κάποια από τα οποία αποχαρακτηρίστηκαν πολύ πρόσφατα– ο Larson μάς οδηγεί από τους βομβαρδισμένους δρόμους του Λονδίνου στην πρωθυπουργική κατοικία και στο καταφύγιο του Τσόρτσιλ στην ύπαιθρο, στις προσωπικές του στιγμές με την οικογένειά του και στις συζητήσεις με τους πιο έμπιστους συμβούλους του.
Και συνθέτει με μοναδική ζωντάνια το πορτρέτο ενός αληθινού ηγέτη που, μπροστά στον όλεθρο, μπόρεσε με τη ρητορική, τη στρατηγική του ιδιοφυΐα και το κουράγιο του να κρατήσει ενωμένο έναν λαό – και μια οικογένεια.
Στο όγδοο κεφάλαιο, με τίτλο «Οι πρώτες βόμβες», μεταξύ άλλων διαβάζουμε: «Η φυγή καθήλωσε τον κόσμο. Στο ημερολόγιό του ο βασιλιάς κρατούσε καθημερινό λογαριασμό με τον αριθμό των αντρών που είχαν διαφύγει. Το υπουργείο Εξωτερικών έστελνε στον Ρούσβελτ λεπτομερείς καθημερινές ενημερώσεις. […] Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησης, ωστόσο, ο Τσόρτσιλ δεν έχασε την αισιοδοξία του. Το αντίθετο. Φαινόταν σχεδόν ενθουσιώδης. Καταλάβαινε, παρ’ όλα αυτά, ότι οι άλλοι δεν συμμερίζονταν τη θετική του άποψη· αυτό υπογραμμίστηκε εκείνη την Τρίτη, όταν ένα μέλος του Πολεμικού Συμβουλίου είπε ότι οι προοπτικές του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος (ΒΕΣ) φαίνονταν “πιο μαύρες από άλλοτε”.
Αναγνωρίζοντας ότι η αυτοπεποίθηση και η έλλειψη φόβου ήταν στάσεις που μπορούσαν να υιοθετηθούν και να διδαχτούν με το παράδειγμα, ο Τσόρτσιλ εξέδωσε μια οδηγία σε όλους τους υπουργούς να δείχνουν δυνατοί και θετικοί. “Σε αυτές τις σκοτεινές μέρες ο πρωθυπουργός θα ήταν ευγνώμων αν όλοι οι συνάδελφοί του στην κυβέρνηση, καθώς και οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, διατηρούσαν υψηλό φρόνημα στους κύκλους τους· όχι υποτιμώντας τη σοβαρότητα των γεγονότων, αλλά δείχνοντας ότι πιστεύουν απολύτως στην ικανότητά μας και στην άκαμπτη αποφασιστικότητά μας να συνεχίσουμε τον πόλεμο μέχρι να κάμψουμε τη θέληση του εχθρού να καθυποτάξει όλη την Ευρώπη”.
Επίσης εκείνη τη μέρα, προσπάθησε να δώσει τέλος, μια για πάντα, σε οποιαδήποτε σκέψη ότι η Βρετανία θα προσπαθούσε να συνάψει ειρήνη με τον Χίτλερ. Μιλώντας ενώπιον είκοσι πέντε από τους υπουργούς του, τους είπε αυτά που ήξερε για την επικείμενη πανωλεθρία στη Γαλλία και παραδέχτηκε ότι ακόμα κι εκείνος είχε σκεφτεί για μια στιγμή να διαπραγματευτεί μια συμφωνία ειρήνης. Όμως τώρα, είπε: “Είμαι πεπεισμένος ότι όλοι σας θα σηκωνόσασταν και θα με πετούσατε από τη θέση μου αν σκεφτόμουν έστω και για μια στιγμή να διαπραγματευτώ ή να παραδοθώ. Αν αυτή η μακρά ιστορία του νησιού μας πρόκειται να τελειώσει επιτέλους, ας τελειώσει μόνο όταν ο καθένας μας θα είναι πεσμένος στο χώμα και θα πνίγεται στο ίδιο του το αίμα”.
Για μια στιγμή, ακολούθησε μια σιωπή που οφειλόταν στο σοκ. Έπειτα, όλοι ανεξαιρέτως οι υπουργοί σηκώθηκαν και συνωστίστηκαν γύρω του, χτυπώντας τον στην πλάτη και εκφράζοντας με φωνές την επιδοκιμασία τους. Ο Τσόρτσιλ ένιωσε έκπληξη και ανακούφιση».