Το βιβλίο «Η Φωνή της Επιτυχίας -πώς να μιλάς ώστε να σε ακούν» της Νίνας Καλούτσα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Key Books.
Η Φωνή της Επιτυχίας -η φωνή δηλαδή που προσελκύει την προσοχή, εμπνέει εμπιστοσύνη, γοητεύει, πείθει, παρακινεί- αποτελεί σημαντικό εφόδιο στις διαπροσωπικές σχέσεις, στο επαγγελματικό και το προσωπικό περιβάλλον, αναδεικνύοντας την αξία του ομιλητή.
Η Νίνα Καλούτσα, ειδικός Φωνής & Δημόσιας Ομιλίας, μέσα από µία πρωτότυπη κοινωνική και ψυχολογική προσέγγιση της φωνής, αποκαλύπτει βήµα βήµα τη Μέθοδό της. Με αναφορές σε πραγματικές ιστορίες μαθητών της, που μεταμόρφωσαν τη φωνή και διεύρυναν τις δεξιότητές τους στην επικοινωνία, και µε πλήθος ασκήσεων, η συγγραφέας μάς οδηγεί να ανακαλύψουμε την αληθινή φωνή µας και να τη χρησιμοποιούμε αποτελεσματικά στην καθημερινότητά µας.
Μιλήσαμε μαζί της.
«Η Φωνή της Επιτυχίας» κυκλοφόρησε πρόσφατα, με τον υπότιτλο «πώς να μιλάς ώστε να σε ακούν». Κατ’ αρχάς, θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε τι υποδεικνύετε με αυτόν –καθώς, πολλοί θεωρούμε δεδομένο ότι μας ακούν όταν μιλάμε;
«Η φωνή, ως ζωτικό στοιχείο της ύπαρξης, εκφράζει την προσωπικότητα σε πολλές διαστάσεις. Τα λεγόμενα παίρνουν νόημα από τον τόνο της φωνής με τον οποίο εκφέρονται. Στο βιβλίο, αποδεικνύω ότι έχει μεγαλύτερη σημασία η φωνή με την οποία λέμε αυτά που λέμε, από το τι λέμε.
Στοιχεία όπως το ηχόχρωμα, ο τόνος, ο χρωματισμός, η έκταση είναι θεμελιώδη για το personal brand. Επίσης, η παρουσία, η άρθρωση, η εκφορά του λόγου. Τα χαρακτηριστικά αυτά, όταν καλλιεργούνται -σε συνδυασμό βέβαια με το κατάλληλο λεξιλόγιο-, χαρακτηρίζουν μία φωνή που μαγνητίζει το ακροατήριο, μία φωνή που “ακούγεται”.
Συχνά, όμως, λόγω ψυχολογικών αναστολών, η φωνή ακούγεται μονότονη και χωρίς ενέργεια. Έχοντας συνειδητοποιήσει κάποιος αυτό, εάν αποφασίσει να βελτιώσει τη φωνή του, στην πραγματικότητα μπαίνει στη δράση για την απόκτηση αυτοπεποίθησης, για τη διαχείριση του σκηνικού άγχους και για να πείθει περισσότερο».
Έχετε σπουδάσει κλασικό τραγούδι στο Κρατικό Ωδείο Τσαϊκόφσκι της Μόσχας, δίπλα σε δασκάλους θρύλους της μουσικής. Τεράστιο ενδιαφέρον, επίσης, παρουσιάζει η επαγγελματική σας πορεία: Μία σοπράνο διδάσκει Φωνή – Public Speaking – Σκηνική παρουσία. Ας επανέλθουμε στη φωνή που δεν ακούγεται· θα μας πείτε, με ποιον τρόπο τη «θεραπεύετε»;
«Μας περιβάλλουν συχνά φωνές που δεν ακούγονται, φωνές που ηχούν χωρίς ενέργεια, με ασαφή εκφορά λόγου, άλλες με έλλειψη αυτοπεποίθησης. Όμως, η εποχή μας ζητά -σχεδόν απαιτεί- ωραίο προφορικό λόγο, προκειμένου κάποιος να ανελιχθεί στον επαγγελματικό τομέα αλλά και να εξελιχθεί προσωπικά. Είναι προϋπόθεση, θα έλεγα, για τον πολιτικό, τον δημοσιογράφο, το στέλεχος εταιρείας, τον Καθηγητή, τον φοιτητή, τον youtuber. Για όλους, εντέλει· επειδή, στις μέρες μας, κάθε ομιλία είναι δημόσια ομιλία.
Βεβαίως, υπάρχει τρόπος βελτίωσης της φωνής. Στο βιβλίο μου αναλύω βήμα βήμα τη Μέθοδο διδασκαλίας μου, που βασίζεται στην πολύτιμη γνώση από τις σπουδές και από τη συνεργασία μου με χιλιάδες μαθητών εδώ και 25 χρόνια. Η φωνή μας αντανακλά το τρίπτυχο της ύπαρξης· σώμα-ψυχή-πνεύμα. Είμαστε η φωνή μας! Η μεταμόρφωσή της, λοιπόν, κυριολεκτικά αλλάζει την ίδια μας τη ζωή, μας παρέχει την ελευθερία να εκφράζουμε κάθε σκέψη και όποιο συναίσθημα με την ελευθερία της άνεσης. Και κατ’ επέκταση να “ακουγόμαστε”».
Λίγα λόγια για το προφίλ των ανθρώπων που απευθύνονται σε εσάς;
«Στέλεχος εταιρείας ή επιχειρηματίας ή εργαζόμενος που συνειδητοποιεί ότι ο τρόπος που μιλάει δεν συνάδει με την επαγγελματική εξέλιξη στην οποία στοχεύει. Νιώθει τη φωνή του αδύναμη, ότι εκπέμπει ανασφάλεια, και έλλειψη αυτοπεποίθησης. Επιθυμεί να μιλά άνετα, με θάρρος, πειθώ, ευκρίνεια λόγου. Επίσης, θέλει να νιώθει ασφαλής, κάθε φορά που καλείται να κάνει παρουσιάσεις σε μικρά και μεγαλύτερα κοινά.
Αφενός, λοιπόν, κάνουμε ασκήσεις βελτίωσης της φωνής, αφετέρου μελετάμε λεξιλόγιο και ρητορική».
Εντυπωσιακές στο βιβλίο σας είναι και οι αναφορές σε έρευνες που σχετίζονται με τον θετικό αντίκτυπο της φωνής στην πολιτική αλλά και τον επιχειρηματικό κόσμο. Θα μπορούσατε να μας συνοψίσετε τον τρόπο;
«Ανέκαθεν οι χαρισματικοί ηγέτες γοητεύουν με την ομιλία τους. Σήμερα ωστόσο, το θέμα έχει γίνει και αντικείμενο επιστημονικών μελετών. Για παράδειγμα, αναφέρω πως όταν ζητήθηκε από εθελοντές, που έλαβαν μέρος σε σχετική έρευνα, να βαθμολογήσουν πολιτικούς με βάση το κατά πόσον η φωνή τους αποτυπώνει ηγετική ικανότητα, ακεραιότητα και ευφυΐα, προτίμησαν εκείνους που διέθεταν χαμηλού τόνου βαθιές φωνές. Άλλες έρευνες, σχετικές με τις προσωπικές σχέσεις, δείχνουν ότι γυναίκες και άνδρες θεωρούν τις βαθιές φωνές γοητευτικότερες, ενώ αντίθετα βρίσκουν τις φωνές σε υψηλούς τόνους λιγότερο αξιόπιστες και έντονα συναισθηματικές».
Στην έκδοση έχετε συμπεριλάβει και σχετικά, προσωπικά σας «αποφθέγματα». Θα επιλέξτε ένα, για το κλείσιμο της συζήτησής μας;
«Επιλέγω, για το τέλος, το εξής: “Μελετώντας, ωριμάζοντας και κατανοώντας βαθύτερα τον εαυτό του κάποιος, αποκτά ολοένα πλουσιότερο τρόπο έκφρασης μέσω της φωνής του. Τότε, στον γοητευτικό τόνο της, αποτυπώνεται η εσωτερική αρμονία και η σοφία του”».
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]