Η γυναικοκτονία της Παναγιώτας ξετυλίγεται στις σελίδες του βιβλίου του Λουκά Κονανδρέα «Καλύτερα Σκοτωμένη παρά Χωρισμένη» (έκδοση ιδιωτική), που έχει ήδη αποσπάσει οκτώ βραβεία στην Αμερική, όπου πρωτοκυκλοφόρησε.
Σε μια εποχή που οι γυναίκες δεν είχαν δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, μια αληθινή ιστορία οικογενειακής τιμής οδήγησε σ’ έναν αναγκαστικό γάμο και κατέληξε στο έγκλημα. Το σύστημα δικαιοσύνης θα ήταν εξίσου ένοχο, όσο και οι εγκληματίες, αν δεν υπήρχε ένας έντιμος ένορκος για να μειοψηφήσει.
Ένας αποφασισμένος συγγενής –πατέρας του συγγραφέα, αγωνίστηκε σκληρά προκειμένου να οδηγήσει τον σύζυγο της ξαδέρφης του -με τις τεράστιες διασυνδέσεις, όπως και τον φίλο του, ενώπιον της δικαιοσύνης…
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία που συνέβη πριν από 60 και πλέον χρόνια και την οποία αποφάσισε να μοιραστεί με τους αναγνώστες ο Λουκάς Κονανδρέας, διαπρεπής γιατρός στο Κονέκτικατ των ΗΠΑ και γιος του ξαδέρφου της Παναγιώτας. Της νεαρής γυναίκας από το μικρό χωριό Κουπάκι Φωκίδας που προτίμησε να πεθάνει από το να χωρίσει.
Ο Λουκάς Κονανδρέας, ο οποίος εδώ και 35 χρόνια ασκεί το λειτούργημα του ιατρού στο τμήμα των επειγόντων περιστατικών και έχει φροντίσει πολλές γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας, υπήρξε ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας της κακοποίησης που υπέστη η θεία του. Με αφορμή την ιστορία της, στέλνει ένα μήνυμα σε όλες τις γυναίκες: «Σπάστε τη σιωπή, μόνο έτσι θα προστατευθείτε».
Με τον συγγραφέα, ανιψιό της Παναγιώτας, μιλήσαμε.
Για τη συγγραφή του βιβλίου πήρατε ο ίδιος περίπου 160 συνεντεύξεις από μάρτυρες. Πότε έγινε αυτό και πόσο εύκολο ήταν να σας μιλήσουν;
«Είχα σημειώσεις από συνεντεύξεις από πολύ παλαιά -δηλαδή από 1960 ακόμη, αλλά οι πιο πολλές έγιναν μετά το 1990. Ήταν πολύ κουραστικό και δύσκολο. Η καθεμία χρειαζόταν προετοιμασία. Να σκεφτώ πώς να προσεγγίσω τον συνομιλητή μου ώστε να τον κάνω να αισθανθεί άνετα και να ανοιχτεί. Ήταν οι περισσότεροι μεγάλης ηλικίας και στην αρχή της κάθε συνέντευξης έκανα μια γρήγορη αξιολόγηση, για να καταλάβω τι βάση να δώσω στις πληροφορίες που μου έδιναν, ανάλογα με τη διανοητική τους κατάσταση. Μερικοί που ανήκαν τότε στην αντίθετη πλευρά, έλεγαν: “έχουν περάσει τόσα χρόνια πού να τα θυμάμαι” ή “Δεν τα αφήνουμε αυτά τώρα τα παλαιά; Τι τα αναμοχλεύεις;”
Σε μερικές περιπτώσεις, απάντησα πιο πολλές ερωτήσεις σαν γιατρός από όσες απαντήσεις πήρα στις ερωτήσεις μου».
Πιστεύετε πως αιτία για τον θάνατο της Παναγιώτας ήταν η παθολογία μιας μικρής επαρχιακής κοινωνίας; Κι αν ναι, γιατί συναντάμε, ακόμη και σήμερα, σε μεγάλα αστικά κέντρα, ίδια περιστατικά;
«Η παθολογία έπαιξε μεγάλο ρόλο. Βέβαια, να μην τα ρίχνουμε όλα εκεί. Ο τρόπος που έφτασε να δολοφονηθεί η Παναγιώτα ήταν ακραίος, ακόμη και τότε. Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που είναι ασυμβίβαστοι· και η Παναγιώτα είχε DNA αυτού του είδους. Παρόλα αυτά, προτίμησε να πεθάνει από το να χωρίσει. Όσο για τα σημερινά θύματα στα αστικά κέντρα θα πρέπει να υπάρχει ένας συνδυασμός αιτιών. H αγάπη και ο παράλογος έρωτας. Το γεγονός ότι πολλές γυναίκες μένουν σε κακοποιητικές σχέσεις για το χατίρι των παιδιών. Άλλες από φυσικό φόβο -ότι αν πουν πως χωρίζουν θα πάθουν κακό ή από οικονομική ανασφάλεια. Άλλες, πάλι, έχουν ξεπεράσει το στάδιο αντίστασης και καθαρής σκέψης και βρίσκονται, πλέον, σε μελαγχολία από έναν συνδυασμό χρόνιας φυσικής, ψυχολογικής ή και σεξουαλικής κακοποίησης. Άλλες ίσως να σκέπτονται, ακόμη, το μίασμα που ακολουθεί, αν και σε μικρότερο βαθμό σήμερα, τη χωρισμένη γυναίκα».
Πόσο επηρέασε τη ζωή σας και την επιλογή του επαγγέλματός σας, ίσως, το ότι γνωρίζατε από κοντά όλα αυτά που συνέβησαν;
«Η σκληράδα να ζήσω τότε, μικρό παιδί, μια δολοφονία στο κοντινό και οικογενειακό περιβάλλον, και μένοντας μάλιστα σ’ ένα μικρό χωριό, με αφύπνισε και με έκανε να σκεφτώ ότι δεν είναι όλα αγνά -όπως οι αθώοι γερασμένοι συγχωριανοί, τα πράσινα δάση και τα κατοικίδια ζώα. Με έκανε ν’ αναλογιστώ και τα άσχημα και τραγικά πράγματα. Αμέσως μετά, ήλθε διάσπαση και η διχόνοια μεταξύ των κατοίκων του χωριού, αφού μερικοί συγγενείς των δολοφόνων τούς υποστήριζαν και, μάλιστα, απειλούσαν και τον πατέρα μου. Αυτό συνεχίστηκε και για δυο χρόνια, όταν γίνονταν τα δικαστήρια για τη δολοφονία. Η οικονομική κατάρρευση της οικογένειάς μας, αποτέλεσμα των δύο δικαστηρίων, με ανάγκασε να ωριμάσω γρήγορα και να δω τα πράγματα αλλιώς. Ακόμη και η σχέση μου με τις σχολικές μου υποχρεώσεις άλλαξε. Ή θα έμενα στο χωριό να γίνω άλλος ένας βοσκός ή θα δούλευα σκληρά για να γίνω κάτι άλλο, όπως γιατρός που εντέλει έγινα».
Λουκάς Κονανδρέας: «…η δικαιοσύνη του χρήματος συνεχίζει να παλεύει και, πολλές φορές, να κερδίζει τη δικαιοσύνη του νόμου»
Πιστεύετε πως η αστυνομική έρευνα ή η απόδοση της δικαιοσύνης για τις γυναικοκτονίες έχουν αλλάξει στις μέρες μας;
«Η αστυνομική έρευνα, λόγω της τεχνολογίας (DNA, GPS κ.λπ.) έχει γίνει πιο εύκολη σήμερα, ακόμη και αν οι δολοφόνοι συχνά καταστρώνουν πιο πολύπλοκα σχέδια από ό,τι στο παρελθόν. Κατά τη γνώμη μου, η απόδοση δικαιοσύνης παραμένει ίδια αφού, όπως φαίνεται από στατιστικές, η δικαιοσύνη του χρήματος συνεχίζει να παλεύει και, πολλές φορές, να κερδίζει τη δικαιοσύνη του νόμου».
Τι σας οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου;
«Ήταν “μνημόσυνο” για πολλούς, αλλά κυρίως για την Παναγιώτα και τον πατέρα μου. Και μια πολύ δίκαια απόφαση για τον Δημοσθένη Δαπόντε, τον μόνο ένορκο στην Αθήνα που έδωσε την ευκαιρία να γίνει δεύτερο δικαστήριο και να αποδοθεί δικαιοσύνη. Επιπλέον, υπάρχουν τόσα γεγονότα και συμπεριφορές στην ιστορία μου, που επαναλαμβάνονται ακόμη και σήμερα. Παράδειγμα, οι κακοποιήσεις και οι δολοφονίες γυναικών. Από ιστορίες ζωής μαθαίνεις. Τέλος, είχα την ελπίδα ότι οι απόγονοί μου θα αισθάνονται περηφάνεια και οι ενέργειες του πατέρα μου θα αποτελέσουν παράδειγμα προς μίμηση γι’ αυτούς, φωτεινό μονοπάτι που θα τους κάνει να μη λοξοδρομήσουν στη ζωή».
Μαζί με τη σύζυγό σας -η οποία είναι διδάκτωρ ψυχολογίας, κάνετε ομιλίες για την κακοποίηση των γυναικών. Ποια είναι η απήχηση; Βλέπετε οι γυναίκες που τις παρακολουθούν να αλλάζουν κάτι στη ζωή τους;
«H παρουσίαση μιας αληθινής ιστορίας, που είναι γραμμένη από άνθρωπο που την έζησε από πρώτο χέρι, κερδίζει την προσοχή όλων των γυναικών. Αυτές που δεν έχουν ποτέ κακοποιηθεί, βρίσκουν απίστευτο το γεγονός ότι μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο σε σπιτικά, και περιέργως αρκετά συχνά πιστεύουν ότι η κακοποιητική συμπεριφορά του άνδρα ξεκινά από κάτι που δεν χειρίστηκε η γυναίκα σωστά. Συνήθως αυτές λένε: «Τι καθόταν η θεία σου μαζί του και δεν έφευγε;».
Από την άλλη, οι γυναίκες που έχουν υποστεί κάποιου βαθμού κακοποίηση γίνονται πολύ νευρικές, κάνουν πολλές ερωτήσεις και, συχνά, αλλάζουν χρώμα όταν ακούσουν κάποιο περιστατικό κακοποίησης που μοιάζει με αυτό που υφίστανται εκείνες. Μερικές μάλιστα θέλουν να μιλήσουν ιδιαιτέρως -που αν ο χρόνος το επιτρέψει το πράττουμε. Τότε, είναι που εξομολογούνται την ιστορία τους και ζητούν συμβουλές. Το αν αλλάζουν κάτι στη ζωή τους, είναι άγνωστο».
Διαβάζοντας το βιβλίο, γεννήθηκε η σκέψη ότι θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον μια τηλεοπτική ή κινηματογραφική μεταφορά του. Σας έχει γίνει κάποια πρόταση;
«Ναι, μου έχουν ζητήσει εδώ στις ΗΠΑ να τους δώσω τα δικαιώματα για κάτι τέτοιο. Δεν το έκανα.
Είναι αλήθεια ότι σχεδόν όλοι όσοι έχουν διαβάσει το βιβλίο και που είχα τη δυνατότητα να ακούσω την γνώμη τους, λένε: “Αυτό είναι ταινία!” Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με κριτικές αναγνωστών στο Amazon. Είμαι, όμως, σε συναντήσεις με ανθρώπους του χώρου στην Ελλάδα. Αν υπάρξει κάποια ποιητική παραγωγή, θα χαιρόμουν να μάθει και το ευρύτερο κοινό αυτή την πραγματική ιστορία ζωής».
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]