Ο Ολλανδός ζωγράφος Johannes Vermeer (Γιοχάνες Βερμέερ), που ειδικευόταν στην απεικόνιση καθημερινών σκηνών από τη ζωή της μεσαίας τάξης, έχει σήμερα την τιμητική του, αφού η Google του αφιερώνει το σημερινό της doodle, με αφορμή τη συμπλήρωση 389 χρόνων από τη γέννησή του.
Ο Vermeer γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου του 1632 και πέθανε στις 15 Δεκεμβρίου 1675. Έζησε και εργάστηκε στην περιοχή του Ντελφτ της Νότιας Ολλανδίας κατά τον 17ο αιώνα.
Μαζί με τον Ρέμπραντ αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους ζωγράφους της «Χρυσής εποχής» στην ολλανδική ζωγραφική (1584-1702).
Πολύ λίγες πληροφορίες είναι γνωστές για τη ζωή του Vermeer και οι περισσότερες από αυτές προέρχονται από επίσημα νομικά έγγραφα της εποχής.
Στις 20 Απριλίου 1653, νυμφεύτηκε την Catharina Bolnes, κόρη εύπορης οικογένειας. Απέκτησαν συνολικά 14 παιδιά, από τα οποία τα 4 πέθαναν σε πολύ νεαρή ηλικία.
Ο ίδιος o Vermeer ζωγράφιζε κατά μέσο όρο δύο πίνακες το χρόνο, πιθανότατα όχι τόσο για λόγους εμπορικής εκμετάλλευσης αλλά κυρίως για ανθρώπους που εκτιμούσαν τους πίνακές του. Εκτιμάται ότι αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους ολοκλήρωσε συνολικά λίγα έργα.
Ο Ολλανδός ζωγράφος έχαιρε εκτίμησης ως καλλιτέχνης αλλά και ως ειδήμων σε ζητήματα τέχνης. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως το 1672 ταξίδεψε στη Χάγη, προκειμένου να πιστοποιήσει τη γνησιότητα μίας συλλογής έργων του Φρειδερίκου Γουλιέλμου, εκλέκτορα του Βρανδεμβούργου.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του περιήλθε σε δεινή οικονομική κατάσταση, εξαιτίας του πολέμου που ξέσπασε μεταξύ Ολλανδίας και Γαλλίας το 1672. Καθώς δεν μπορούσε να συντηρήσει την πολυμελή οικογένειά του έπεσε σε κατάθλιψη και η σωματική του υγεία επιδεινώθηκε. Πέθανε το 1675 και λέγεται πως ετάφη στις 15 Δεκεμβρίου, στον οικογενειακό τάφο της Παλαιάς Εκκλησίας του Ντελφτ.
Ο Vermeer διακρίθηκε κυρίως ως ζωγράφος ρωπογραφιών, καθημερινών ρεαλιστικών σκηνών και ηθογραφιών. Κατά το μεγαλύτερο ποσοστό οι πίνακες του προσαρμόζονται στην κυρίαρχη τάση της ολλανδικής ηθογραφικής ζωγραφικής, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να καταδικάζονται η αμαρτία και τα ανθρώπινα πάθη, με απώτερο στόχο τη διαπαιδαγώγηση και την ανάδειξη της «ενάρετης» ζωής.
Στην πλειονότητά τους, τα ηθογραφικά έργα του επιδιώκουν να διακωμωδήσουν τις αποκλίνουσες συμπεριφορές, ενώ ελάχιστα από αυτά παρουσιάζουν ένα πρότυπο προς μίμηση, όπως ο πίνακας Η Γαλατού (περ. 1658), ένας από τους διασημότερους πίνακες του, ο οποίος απεικονίζει μία υπηρέτρια να εκτελεί επιμελώς τα καθήκοντά της.
Αν και το έργο του επαινέθηκε στη διάρκεια της ζωής του και κατά τον 18ο αιώνα, στη συνέχεια περιέπεσε στη λήθη. Η επανεκτίμηση του έργου του σχετίζεται με την εμφάνιση του κινήματος του ιμπρεσιονισμού.
Το 1866 ο Γάλλος πολιτικός και κριτικός Theophile Bürger-Thoré (1806-1869), ο οποίος ενδιαφερόταν έντονα για την ολλανδική ζωγραφική του 17ου αιώνα, παρουσίασε ένα δοκίμιο στο οποίο συνδύασε τη θεωρία των ιμπρεσιονιστών για το χρώμα ως συνάρτηση του φωτός με την αρμονία των χρωμάτων στους πίνακες του Vermeer, προσφέροντας με αυτό τον τρόπο ένα ευρύτερο πεδίο πρόσληψης και εκτίμησης του έργου του.