Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Με το ειλικρινές και βαθύ ενδιαφέρον του για τη λαϊκή μουσική κάθε είδους να αποτυπώνεται στην τεράστια δισκογραφία του, ο Ιταλός τραγουδοποιός, τραγουδιστής, ποιητής, συγγραφέας και περφόρμερ Vinicio Capossela επιστρέφει δριμύτερος στη σκηνή του Half Note, για τέσσερις βραδιές, από την Παρασκευή 16 έως και τη Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου.
Καλλιεργώντας τη μουσική ποιητική του με ευαισθησία και συνέπεια, ζώντας κυρίως την πραγματική ζωή και λιγότερο αναπνέοντας σε φαντασιακούς χώρους, πράγμα που αντικατοπτρίζεται τόσο στους δίσκους του, όσο και στα βιβλία του, ο ανατρεπτικός τροβαδούρος Vinicio Capossela μάς μιλά για τη μουσική του, για τις συναυλίες του και για την οικονομική κρίση.
Σε ποιο φάσμα κινείται το μουσικό σας ενδιαφέρον;
Ξεκίνησα με μπαλάντες στο πιάνο, με συνοδεία μουσικών της jazz. Μου άρεσαν πάντα ο Tom Waits, ο Bill Evans, ο Monk ή το καμπαρέ. Με την πάροδο του χρόνου, ήρθα σε επαφή με πολλά είδη μουσικής: παραδοσιακή και μουσική της απουσίας με τα blues σαν συναίσθημα. Έχω ηχογραφήσει θεματικούς δίσκους, όπου ασχολήθηκα με μύθους, με το αρχέγονο ροκ, με τραγούδια βιβλικά και τραγούδια της θάλασσας. Και μετά, μεσαιωνική και folklore μουσική.
Τι θα παρουσιάσετε στο ελληνικό κοινό;
Αυτήν τη φορά, θα παρουσιάσω ένα ρεπερτόριο τραγουδιών μιας ολόκληρης 25ετίας. Το Half Note είναι ένας οικείος χώρος, στον οποίο μπορούν να παρουσιαστούν τραγούδια στην ουσία τους, ξεκινώντας από το πιάνο – το όργανο που πάντα με συνόδευε. Είναι ένας χώρος με τη ζεστασιά ενός σπιτιού! Συνήθως, δίνω κοντσέρτα πιο θεατρικά, αλλά, αυτά τα τέσσερα βράδια, θέλω το ελληνικό κοινό να γνωρίσει τραγούδια του ρεπερτορίου μου στην πιο οικεία τους εκδοχή.
Ποιο είναι το ύφος του νέου σας άλμπουμ «Canzoni Della Cupa»;
Είναι ένα δίσκος, που συνδέεται με τη μυθολογία της Γης. Ένας δίσκος λαϊκός, με πτυχές παραδοσιακού folklore. Περιέχει παραδόσεις και μύθους για φαντάσματα και αυθεντικές μπαλάντες αγάπης, που μιλούν για τον πόνο του αποχωρισμού. Η Cupa είναι η περιοχή του χωριού καταγωγής της οικογένειάς μου στην ευρύτερη επαρχία της Alta Irpinia, μια εσωτερική ορεινή περιοχή που μου θυμίζει την Ήπειρο! Η Cupa είναι περιοχή στη σκιά του βουνού, που δεν την βλέπει ο ήλιος, περιοχή των μύθων και του συλλογικού ασυνείδητου. Είναι ένας διπλός δίσκος με πολλούς προσκεκλημένους, όπως οι Howe Gelb, Los Lobos, Flaco Jimenez, Giovanna Marini, αλλά και ο Κρητικός Λάμπης Ξυλούρης.
Τι σας συγκίνησε στην ελληνική ρεμπέτικη μουσική και σας ενέπνευσε να δημιουργήσετε τον δίσκο «Rebetiko Gymnastas»;
Από το 1998, τότε που ανακάλυψα για πρώτη φορά το ρεμπέτικο, σε μια ταβέρνα στη Θεσσαλονίκη, αυτή η μουσική μπήκε στην ψυχή μου. Το ρεμπέτικο κρατάει ζωντανό τον επαναστάτη που κρύβω μέσα μου! Αυτόν που δεν λυγίζει στις ανέσεις και κρατάει τη δύναμη του μάγκα. Ονόμασα τον δίσκο «Rebetiko Gymnastas», επειδή μου έδωσε την ευκαιρία να ασκήσω τη “γυμναστική” του ρεμπέτικου ακόμα και στα τραγούδια μου. Διότι το ρεμπέτικο δεν είναι μόνο ένα είδος μουσικής, είναι τρόπος ζωής.
Ποιες είναι οι σκέψεις σας για την ευρωπαϊκή οικονομική κρίση, που μαστίζει και την Ελλάδα;
Επειδή με δυσαρεστούσε να ακούω να μιλάνε για την Ελλάδα μόνο σε συνάρτηση με την οικονομική κρίση, προσπάθησα να δω κάτι παραπάνω. Έτσι, έγραψα ένα βιβλίο, με τίτλο “Τεφτέρι, το σημειωματάριο των εκκρεμών λογαριασμών” (εκδόθηκε και στην Ελλάδα), επειδή, στην Ιταλία, οι απλοί άνθρωποι γνωρίζουν περισσότερα για τις τράπεζες σχετικά με την κρίση. Μια κρίση όχι μόνο οικονομική, αλλά μία κρίση αξιών. Τι είμαστε, όταν τελειώνουν τα χρήματα; Όταν, μετά από πολλά χρόνια, έχουν καταφέρει να αλλάξουν όλη την κουλτούρα σου;
Είναι μια κρίση, που δεν αφορά μόνο στην Ελλάδα. Απλά, η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα που άγγιξε η κρίση, κι όπως γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις, παίζει τον ρόλο του παραδείγματος! Η Ελλάδα μιλάει εξ’ ονόματος όλης της Ευρώπης, και το υποστήριξα αυτό από την αρχή. Έμαθα πολύ περισσότερα πράγματα από την κρίση στην Ελλάδα, χωρίς να καταλαβαίνω τη γλώσσα, από ό,τι στην ίδια μου τη χώρα. Επειδή η Ελλάδα μιλάει, πάντα, για τον άνθρωπο με τρόπο παγκόσμιο. Μετά, γνώρισα κι έπαιξα με μεγάλους μαέστρους της ζωής, όπως ο Μανώλης Πάππος, η Καίτη Ντάλη, ο Δημήτρης Μυστακίδης και ο Ψαραντώνης. Είναι όλοι στην ταινία, που γυρίσαμε τον Ιούνιο του 2012, στην Ελλάδα, και, μάλιστα, σε εποχή εκλογών. Η ταινία ονομάζεται “Indebito” και την έχει σκηνοθετήσει ο Andrea Segre.
Πληροφορίες
Half Note Jazz Club: Τριβωνιανού 17, Μετς – Αθήνα, τηλ. κρατήσεων: 210 9213310. Ώρα έναρξης: Παρασκευή και Σάββατο: 22.30, Κυριακή και Δευτέρα: 21.30. Τιμές εισιτηρίων: Α΄ ζώνη: 30 ευρώ, Β΄ ζώνη: 25 ευρώ, μπαρ: 20 ευρώ, τη Δευτέρα 19/12, έκπτωση 5 ευρώ σε όλες τις ζώνες, για κατόχους κάρτας ανεργίας και φοιτητές. Προπώληση εισιτηρίων: καταστήματα: Public, Seven Spots, Reload Stores, Media Markt, βιβλιοπωλεία Ευριπίδης, ηλεκτρονικά: halfnote.gr, viva.gr και artinfo.gr.