Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Το βιβλίο «Ζευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας» της Λένας Διβάνη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.
Γεώργιος Παπανδρέου και Κυβέλη, Παύλος και Φρειδερίκη, Νίκος Μπελογιάννης και Έλλη Παππά, Ελευθέριος Βενιζέλος και Έλενα, Ίων Δραγούμης, Πηνελόπη Δέλτα και Μαρίκα Κοτοπούλη, Χαρίλαος και Σοφία Τρικούπη, Όθωνας και Αμαλία, Μαντώ Μαυρογένους και Δημήτριος Υψηλάντης.
Η συγγραφέας σημειώνει: «…είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τις αποφάσεις ενός δημόσιου προσώπου χωρίς να γνωρίζουμε τις ανομολόγητες ανάγκες του, τα τραύματά του. Αν δεν ξέρεις τι σήμαινε για την Έλλη Παππά ο Μπελογιάννης, πώς να δικαιολογήσεις την απόφασή της να γεννήσει το παιδί του, αν και παντρεμένη με άλλον, φυλακισμένη και μελλοθάνατη; Πώς να ερμηνεύσεις τη διαλυτική στάση του Ανδρέα Παπανδρέου απέναντι στην Ένωση Κέντρου αν δεν ξέρεις την άβυσσο που τον χώριζε από τον πατέρα του; Και ο Παύλος γιατί άραγε άφησε τη Φρειδερίκη να γίνει από βασίλισσα βασιλιάς;
Διάλεξα να μιλήσω για ζευγάρια γιατί στον έρωτα και στη συμβίωση είμαστε όλοι έκθετοι και γυμνοί, ολόκληροι. Φυσικά άκουγα συνεχώς στα αυτιά μου τον αντίλογο: Πώς να μαντέψω τη δυναμική ενός ζευγαριού, πώς να συνοψίσω το φως και το σκοτάδι του; Η αμφιβολία όμως δε με σταμάτησε, απλώς έθρεψε τη γοητεία της έρευνας. Βούτηξα με το κεφάλι στις ζωές τους και κυριολεκτικά τους αγάπησα προσπαθώντας να δω μέσα από τα μάτια τους. Δεν ήθελα απλώς να ψαχουλέψω τα συρτάρια τους, ήθελα να καταλάβω τους περιορισμούς που η κοινωνία τούς επέβαλλε τότε, να δώσω σάρκα και οστά στις χάρτινες φιγούρες των πρωτοσέλιδων.
Διάλεξα τα πιο επιδραστικά ζευγάρια, τα πιο έντονα για να καλύψουν την ιστορία της Ελλάδας από το 1821 ως τη χούντα. Οι άντρες λόγω εποχής είναι πρωταγωνιστές αλλά και οι γυναίκες της ζωής τους είναι εξίσου σημαντικά, φλεγόμενα πρόσωπα».
Στο κεφάλαιο που είναι αφιερωμένο στον Ίωνα Δραγούμη, την Πηνελόπη Δέλτα και τη Μαρίκα Κοτοπούλη, μεταξύ άλλων, διαβάζουμε: «Η Μαρίκα έχει φροντίσει να ρωτήσει τον Ίωνα για το παρελθόν του και ξέρει τα πάντα για την Πηνελόπη. Φοβάται βέβαια τη δύναμη που εκείνη ασκούσε πάνω του. Είναι άλλου κόσμου γυναίκα η αντίζηλός της, νιώθει πως δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί της: αρχοντοπούλα, μορφωμένη, πλούσια, μεταξωτή. Η Πηνελόπη επίσης πληροφορείται για το ειδύλλιο που έχει αρχίσει να ανθίζει στην Πόλη. Ο κόσμος είναι μικρός και οι καλοθελητές πολλοί. Ταράζεται, κατακρημνίζεται. Καίγεται να πάει στην Πόλη να τον συναντήσει. Πνίγεται, θέλει να τον ταρακουνήσει, να τον συνεφέρει, να τον κάνει να θυμηθεί όσα τους συνέδεσαν. Είναι όμως αργά πια. Η Πηνελόπη, αν και δεν παύει να τον συγκινεί βαθιά, να δονεί τη ρομαντική χορδή του, ανήκει ήδη στο παρελθόν του, είναι η οδυνηρή ανάμνηση. Αντίθετα, η Μαρίκα είναι το σήμερα, το τώρα, η ζωή, και μάλιστα μια ζωή σφύζουσα, σαρκική και ψυχική, που ανθίζει με ορμή.
Η Πηνελόπη σιγά σιγά το καταπίνει, το αποδέχεται, ο Ίων αποχωρεί πια, η σχέση τους πεθαίνει. Κλαίει, οργίζεται, πάλλεται από πίκρα, μαυροφοριέται επιδεικτικά. “Μην ερωτευτείτε, παιδιά μου” γράφει απευθυνόμενη στις κόρες της. Αδύνατον να τον ξεχάσει όμως. Σε όλη της τη ζωή θα παρακολουθεί τους δύο εραστές με μάτι άγρυπνο και χολωμένο. Σε όλη της τη ζωή θα περιφρονεί και θα μισεί κρυφά τη γυναίκα που της στέρησε το όνειρο, που λέρωσε με την ξεδιάντροπη ύπαρξή της τις αναμνήσεις της, που ακύρωσε οριστικά το “ποιος ξέρει μια μέρα ίσως να… αν με περιμένεις για πάντα…”».
Η Μαρίκα ψυχανεμίζεται τη φύση του αγαπημένου της με το φονικό της ένστικτο και γνωρίζει πόσο τον δονούν οι ρομαντικές, οι μεγάλες κινήσεις, τα μεγάλα λόγια, οι απελπισμένες υπάρξεις. Ζηλεύει. Τυραννιέται γιατί τον φοβάται. Τον αγαπάει τόσο, που νιώθει εκτεθειμένη. […]
Οι πολιτικοί αντίπαλοι του Δραγούμη χρησιμοποιούν αμέσως τον δεσμό του για να πλήξουν το κύρος του· το κατηγορούν ότι είπε ένα κρατικό μυστικό στη Μαρίκα κι αυτή το πούλησε στους Τούρκους, για να τον οδηγήσουν σε παραίτηση. Διαδίδουν επίσης ότι καταχράστηκε χρήματα, υπαινισσόμενοι ότι η άσωτη ζωή του με τη Μαρίκα τον έσπρωξε σ’ αυτό. Τον Ίωνα τον πειράζει πολύ η περιφρόνηση των γονιών του, που δε δέχτηκαν ποτέ να συναντήσουν την αγαπημένη του. Πιο πολύ τον πειράζει όμως ότι ο μισθός του υπουργείου Εξωτερικών δεν του επιτρέπει να αυτονομηθεί.
Για την αγάπη του δεν αμφιβάλλει. Κι ας τη βρίζαν όλοι, αυτός ήταν τυφλός και κουφός. Η Μαρίκα είναι μια επί γης θεά για εκείνον, μια μαγική γυναίκα. Την παρακολουθεί στενά, αξιολογεί καθετί που λέει, αναλύει κάθε αντίδρασή της, γιατί θέλει να καταλάβει την ψυχή της. Της τα δίνει όλα. Δεν τη στήνει στον τοίχο, ό,τι κι αν κάνει. Δεν αγανακτεί ακόμα κι όταν φλερτάρει άλλους για να τον ταράξει, να τον κάνει να ζηλέψει, να νιώσει λίγη από τη δική της ανασφάλεια. Και τα καταφέρνει ασφαλώς. Οι ερωτευμένοι είναι εκ φύσεως κτητικοί, και αυτοί οι δύο είναι πολύ ερωτευμένοι και πολύ πολύπλοκοι. Έχουν άλλωστε πολλούς δαίμονες, πολλές φωτιές, εκτός από τον έρωτα, να τους καίνε: ο Ίων τον αγώνα και η Μαρίκα την τέχνη της. Και οι δυο μαζί νιώθουν ότι οφείλουν να εξυψώσουν το όραμα της Ελλάδας όπως του πρέπει».