«Ο Κολοκοτρώνης ατενίζει το μέλλον. Γυναίκες προετοιμάζονται για την επανάσταση. Κι εγώ, κάτι θα σκέφτομαι» τιτλοφορείται η νέα παράσταση των Μιχαήλ Μαρμαρινού και Ακύλλα Καραζήση, η οποία θα παρουσιαστεί στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, στις 9, 10, 14, 15, 16 Οκτωβρίου 2021, στις 8.30 το βράδυ (Κυριακή 7μ.μ.).
Η παραγωγή αποτελεί ανάθεση της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ σε μια ομάδα με επικεφαλής τους σκηνοθέτες – ερμηνευτές Μιχαήλ Μαρμαρινό και Ακύλλα Καραζήση καθώς και τον συνθέτη Αντώνη Ανισέγκο, στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Η παραγωγή επιδιώκει, μέσα από μια θεατρική γλώσσα όπου τα μέσα της σκηνής και του ήχου διαπλέκονται σε απροσδόκητους και νεωτερικούς συνδυασμούς, να προσεγγίσει την Ελληνική Επανάσταση ως ένα πολυσχιδές πεδίο διαρκούς κριτικής και αυτοκριτικής, και να προτείνει μια σκηνική ανάγνωση που διαπραγματεύεται το θέμα με παιγνιώδη, ποιητικό αλλά και ιστορικά τεκμηριωμένο τρόπο.
Σε σημείωμα της ΕΛΣ αναφέρεται: «Η Επανάσταση του 1821 συχνά διαβάστηκε και ως η απαρχή των δεινών του νέου ελληνικού κράτους. Η κριτική στο εθνικό αφήγημα που σχετίζεται με τον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 υπήρξε μέρος της ίδιας της διαδικασίας διαμόρφωσής του. Ξεκινώντας από τους ήρωες της Επανάστασης, πολλοί από τους οποίους γνώρισαν τη χλεύη και την καταδίκη στη διάρκεια της ζωής τους, και προχωρώντας στις διαμάχες ανάμεσα στις φατρίες και τις αντιπαλότητες των μεγάλων δυνάμεων, η Επανάσταση δεν υλοποιήθηκε από ένα ενιαίο και αδιαίρετο μέτωπο, αλλά υπήρξε συνισταμένη πολλών και διαφορετικών προσεγγίσεων, που οδήγησαν σε αντίστοιχες αφηγήσεις.
Η κριτική (στον αντίπαλο, στον συνοδοιπόρο) είναι συστατικό κομμάτι του νέου ελληνικού κράτους. Αυτή την αγωνιστική όσο και ανταγωνιστική διάσταση της Επανάστασης και της υποδοχής της στη διαχρονία της νεότερης Ελλάδας θέλει να τονίσει η ανάθεση της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ στους σκηνοθέτες / ερμηνευτές Μιχαήλ Μαρμαρινό και Ακύλλα Καραζήση και τους πολύτιμους συνεργάτες τους. Το νέο τους εγχείρημα φτιάχνει ένα υπόδειγμα τολμηρό, διαφορετικό και δημιουργικό, που αναπτύσσεται ανασύροντας βιώματα από τα τεκμήρια του παρελθόντος. Βιώματα ανθρώπων πεθαμένων και χαμένων ανθρώπινων συνόλων που δεν μπορούν να πάρουν ζωή και ανάσα παρά μέσα από την ερμηνευτική τους ανασύσταση.
Οι σκηνοθέτες της παραγωγής δίνουν, εδώ και τώρα, μια μαρτυρία για πρόσωπα, συμβάντα, τόπους και χρόνους μακρινούς. Συγκεντρώνουν στη σκηνή “φέτες ζωής” που έρχονται από άλλοτε και εκπροσωπούνται στο σκηνικό παρόν. Αναδεικνύουν επιτυχημένες και αποτυχημένες απόπειρες συνάντησης με το παρελθόν και παραθέτουν στη σκηνή τις ανακαλύψεις των “ανασκαφών” τους. Αντιμετωπίζουν τα υλικά τους ως σκίτσα ή μισοτελειωμένους πίνακες ζωγραφικής που απαιτούν την επέμβαση των ζωντανών συμμετεχόντων για να τα συμπληρώσουν, να τα σχολιάσουν και να τους δώσουν νόημα. Τα παρόντα πρόσωπα, με τις φωνές, τα σώματα και την ύπαρξή τους επιχρωματίζουν όσα αποκαλύπτονται, διατυπώνοντας τη δική τους εκδοχή για τη γενεαλογία του παρόντος».
Μια παράσταση φτιαγμένη από σκέψεις και ιδέες, από αφηγήσεις και τραγούδια, από ποίηση, χορό και ζωγραφική, από πρόσωπα και σώματα, από το φως και τον ήχο -από όσα εκφέρονται και όσα δείχνονται.
Η παράσταση χρησιμοποιεί, εκτός των άλλων, και κείμενα της εποχής ως τεκμήρια μιας «πολύγλωττης» πραγματικότητας. Πρόκειται για ένα άτακτο και πολύ πλούσιο υλικό, γραμμένο σε κάθε είδους διάλεκτο ή και γλώσσα, που μοιάζει να αποτελεί την άμεση, συγχρονική αντίδραση στα ιστορικά συμβάντα.
Τη μουσική υπογράφει ο συνθέτης Αντώνης Ανισέγκος, ο οποίος στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης δοκίμαζε συνεχώς καινούριες ιδέες στο πιάνο και τα ηλεκτρονικά όργανα, καλούμενος να «αντι-δράσει» αυτοσχεδιαστικά στα επί σκηνής γενόμενα. Ο ίδιος σχολιάζει: «Ο ρόλος της μουσικής στην παράσταση είναι κάτι που ανακαλύπταμε κάθε μέρα εκ νέου, ακολουθώντας πάντοτε την αφήγηση και το περιεχόμενο. Στην περίπτωσή μας, είχαμε ένα πολύ φορτισμένο, σύνθετο και τεράστιο θέμα. Η μουσική της παράστασης επικεντρώνεται μάλλον στις ψυχολογικές και συναισθηματικές του πτυχές. Ταυτόχρονα, συνομιλεί με τη μουσικότητα και τον εσωτερικό ρυθμό των ηθοποιών. Η συνεργασία με τους σκηνοθέτες, όπως και με τους ηθοποιούς της παράστασης, ήταν ιδανική. Ο χώρος των προβών μας ήταν νοερά στρωμένος με κόκκινο χαλί – ήμασταν όλοι καλεσμένοι να συμβάλουμε στη δημιουργία του έργου, να δοκιμάσουμε τις ιδέες μας. Ο καθένας μας είχε τη δυνατότητα να επηρεάσει την εξέλιξη μιας σκηνής. Άλλες ιδέες γεννήθηκαν στα διαλείμματα, στα οποία απλώς “τζαμάραμε”. Στο τελικό στάδιο, οι δύο σκηνοθέτες συνέθεσαν μία αφήγηση από το επεξεργασμένο υλικό».
Σχετικά με τη μέθοδο της παράστασης, στην οποία οι επιμέρους ιστορίες αντιπαρατίθενται στην αφήγηση της επίσημης Ιστορίας, οι σκηνοθέτες Μιχαήλ Μαρμαρινός και Ακύλλας Καραζήσης, που υπογράφουν επίσης τη δραματουργία, σημειώνουν: «Η αποστροφή για την επίσημη Ιστορία είναι στοιχειώδης. Η εκπαίδευση και τα εθνικά αφηγήματα έχουν φροντίσει γι’ αυτό. Αντίθετα, η δίψα για προφορικές ή γραπτές αφηγήσεις, παραλειπόμενα, τεκμήρια, με δυο λόγια για τη θραυσματική Ιστορία, τις ιστορίες, είναι τεράστια. Αυτό είναι το υλικό και ο τρόπος μας. Να ανοιχτεί η Ιστορία στη μυθοπλασία. Να λειτουργήσει απενοχοποιημένα ως ψυχοτρόπο, που μας μεταφέρει (σχεδόν σωματικά) έξω απ’ τον φράχτη της αυτονόητης και αυτοεπιβεβαιούμενης πρόσληψης. Ενδυόμενοι τα λόγια και τα ρούχα των ηρώων και των συγγραφέων, προσπαθούμε (κάποιες φορές αδέξια, άτολμα) να εξερευνήσουμε τη δυνατότητα μιας λαθραίας εισόδου στη ρίζα της εντύπωσης, στο σημείο όπου το παρελθόν γίνεται ένα διευρυμένο παρόν. Αυτό αρκεί. Για μας, για την Ιστορία, για το θέατρο».
Ερμηνεύουν: Λάμπρος Γραμματικός, Ακύλλας Καραζήσης, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Έκτορας Λυγίζος, Ηλέκτρα Νικολούζου, Μάριος Σαραντίδης, Μαρία Σκουλά. Guest: Μιχαήλ Μαρμαρινός. Συμμετέχει η Μαίρη Καραζήση. Αντώνης Ανισέγκος πιάνο, ηλεκτρονικά.