Η κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου στις 28 Οκτωβρίου 1940 επρόκειτο να είχε μία συμβολική σημασία για το φασιστικό καθεστώς του Μπενίτο Μουσολίνι. Γιατί η ημερομηνία τούτη δεν επελέγη τυχαία από τον Ιταλό δικτάτορα, καθώς πίστευε πως η επιχείρηση ενάντια στην Ελλάδα θα στεφόταν με την ίδια, ανεμπόδιστη, επιτυχία με την μεγαλειώδη «Πορεία στη Ρώμη» των μελανοχιτώνων του, που στις 28 Οκτωβρίου 1922 τον έφεραν αναπάντεχα στην εξουσία. Μόλο που έμελε η θριαμβική τούτη ημερομηνία να αποβεί για τον Ντούτσε μία αποφράδα ημέρα…
Ο Μουσολίνι, το 1922, ηγείτο ενός μικρού ακόμη κόμματος, με μόλις 35 στους 535 βουλευτές του Κοινοβουλίου, μετά τις εκλογές του Μαΐου 1921. Το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα είχε μετασχηματισθεί σε πολιτική παράταξη από πολιτικο-μαχητικό κίνημα, στο συνέδριο της Ρώμης τον Νοέμβριο του 1921.
Όμως η επιρροή των φασιστών στην Ιταλία ήδη είχε αυξηθεί έπειτα από την ενεργό συμμετοχή τους στην εθνικιστική «στάση» του 1919 για την κατάληψη της περιοχής του Φιούμε που επρόκειτο να παραχωρηθεί στη νεοσύστατη Γιουγκοσλαβία και από τον ρόλο τους στην καταστολή (με βίαιο τρόπο από τα σώματα των φασιστών “Αρντίτι”) του μεγάλου απεργιακού κύματος, ιδίως στον βιομηχανικό ιταλικό Βορρά, το φθινόπωρο του 1920.
Τα φασιστικά τάγματα είχαν κερδίσει την εμπιστοσύνη και κατόπιν την υποστήριξη των μεγάλων γαιοκτημόνων, ιδίως στις ταραχώδεις επαρχίες της Μπολόνια και της Φεράρας και φυσικά των μεγαλοβιομηχάνων, που αναγνώριζαν στα φασιστικά τάγματα μία σύμμαχο δύναμη κατά των αριστερών υποκινητών. Άλλωστε την πρώτη τους ηχηρή εμφάνιση στην πολιτική σκηνή, οι φασίστες του Μουσολίνι την κάνουν τον Απρίλιο του 1919 (λίγο μετά την ίδρυσή τους στις 23 Μαρτίου του ίδιου χρόνου) σε μία σύγκρουση με απεργούς στους δρόμους του Μιλάνου, που κατέληξε στην πυρπόληση της έδρας της σοσιαλιστικής εφημερίδας “Αβάντι”.
Χαίροντας της υποστήριξης ενός από τους κύριους πυλώνες της εξουσίας και καταφέρνοντας να ενσαρκώσει την περίσσεια της ενέργειας των παλαιών πολεμιστών που δεν είχαν καταφέρει να ενσωματωθούν στην καθημερινότητα, οι φασίστες του Μουσολίνι μέσα από την φαντασμαγορία της στρατιωτικής οργάνωσης τους και τα πύρινα συνθήματα υπέρ της πατρίδας και της δόξης της στα πρότυπα του κλέους της Αρχαίας Ρώμης κέρδιζε ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές.
Ήδη πριν την «Πορεία στη Ρώμη», το φασιστικό κόμμα είχε «προβάρει» τις αστικές καταλήψεις σε άλλες πόλεις του Βορρά, όπως η Μπολόνια, η Φεράρα, η Κρεμόνα. Μετά και την κατάληψη του Ρίμινι, ο μετέπειτα ηγέτης του ΙΚΚ Παλμίρο Τολιάτι προειδοποιούσε σε άρθρο του (6 Αυγούστου 1922 στο “Αβάντι”): «Ο φασισμός προς την κατάληψη της πρωτεύουσας». Κάτι που τότε φάνταζε αδύνατο.
Ωστόσο, ο Μουσολίνι έσφιγγε τον κλοιό γύρω από την κυβέρνηση του Λουΐτζι Φάκτα. Στις 23-24 Οκτωβρίου έφθασαν στη Νάπολη 50.000 φασίστες απ΄ όλη την Ιταλία για να παραστούν στη μεγαλειώδη συγκέντρωση όπου θα τους μιλούσε ο Μουσολίνι. Από εκεί ο μελλοντικός “Ντούτσε” θα αξίωνε την παραίτηση τής «ανίκανης» κυβέρνησης του Φάκτα, τη διάλυση του Κοινοβουλίου, εκλογές με απλή αναλογική και κυρίως απείλησε πως «ή θα μας δώσουν την κυβέρνηση, ή θα την πάρουμε βαδίζοντας προς τη Ρώμη».
Η δήλωσή του αυτή από την πλατεία Πλεμπισίτο (Δημοψηφίσματος) στη Νάπολη ήταν ο Ρουβίκωνας που διάβηκαν οι φασίστες. Τα φασιστικά τάγματα οργανώθηκαν και στις 27 Οκτωβρίου ξεκίνησε η μεγάλη πορεία για την άλωση της Ρώμης.
Στις 28 Οκτωβρίου έφθασαν στη Ρώμη 60.000 μελανοχίτωνες φασίστες, ζητώντας την διάλυση της κυβέρνησης και την ανάληψη πέντε υπουργείων από το κόμμα του Μουσολίνι. Ο Φάκτα διέταξε την κήρυξη κατάστασης πολιορκίας και τη σύλληψη των αρχηγών των “σκουαντρίστι” (μελανοχίτωνες). Όμως η άρνηση του βασιλιά Βιτόριο Εμμανουέλε να διατάξει την επέμβαση του στρατού, ανάγκασε τον Φάκτα σε παραίτηση και την είσοδο των φασιστών στην κυβέρνηση.
Αν και πρόθεση του Μουσολίνι δεν ήταν η κατάληψη της εξουσίας καθαυτή, αλλά απλώς να εκβιάσει τη διεξαγωγή εκλογών με απλή αναλογική, ώστε να ενισχύσει τη δύναμή του, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Και τούτο γιατί παρενέβησαν οι συνήθεις “βυζαντινισμοί” στους χειρισμούς του Τζοβάνι Τζολίτι, πολλές φορές πρωθυπουργού και μεγάλου χειριστή των πολιτικών πραγμάτων στην τοτινή Ιταλία. Ο Τζολίτι, που επιζητούσε ακόμη μία φορά την πρωθυπουργία, θεώρησε πως όπως είχε συμβεί και στο παρελθόν, η είσοδος του Μουσολίνι στην κυβέρνηση ουσιαστικά θα αδρανοποιούσε το κίνημά του, καθώς θα αποτελούσε πλέον τμήμα του πολιτικού κατεστημένου. Όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι όπως τα σχεδίαζε ο γηραιός πολιτικός.
Από τις διαπραγματεύσεις για την κυβέρνηση, ο Τζιολίτι έμεινε εκτός, και χολωμένος αδιαφόρησε για το νέο σχήμα. Ο βασιλιάς έμεινε χωρίς εναλλακτικές και η μόνη λύση ήταν να παραχωρήσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Μουσολίνι, ο οποίος έφθασε στις 30 Οκτωβρίου 1922 στη Ρώμη για να την παραλάβει. Στις 16 Νοεμβρίου 1922, η κυβέρνηση Μουσολίνι εξασφαλίζει ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή. Η συνέχεια είναι, λίγο-πολύ γνωστή σε όλους…
Η “Πορεία στη Ρώμη”, στις 28 Οκτωβρίου, όπως τονίζει ο Αλεξάντερ Ντε Γκραντ στη “Σύντομη Ιστορία του Φασισμού” ήταν «μία άσκηση ενός ψυχολογικού πολέμου, ένα τυχερό παιχνίδι της πολιτικής, με ένα πολύ υψηλό στοίχημα, στο οποίο κάποιος από τους παίκτες προσπάθησε να τρομάξει τους αντιπάλους του μπλοφάροντας» κι όμως παρά τις ενδείξεις, του βγήκε. Ένα στοίχημα που 18 χρόνια αργότερα ο Μουσολίνι επιχείρησε να επαναλάβει και στην Ελλάδα. Τούτη τη φορά όμως, χωρίς επιτυχία.
Γιώργης-Βύρων Δάβος
Πηγή: Federico Chabod, “L΄ Italia Contemporanea” (1914-48), Alexander J.De Grand “Breve Storia del Fascismo”, Les Cahiers de l΄Hisoire (Sept.1964), passaglienti. com