Από την έντυπη έκδοση
της Άννας Δόγα
[email protected]
Εντός χρονοδιαγράμματος βρίσκεται η διαδικασία αποτίμησης των κεφαλαιακών αναγκών για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες όμως προσβλέπουν σε γοργή ολοκλήρωση των πολιτικών εξελίξεων ώστε να προχωρήσει εγκαίρως η ανακεφαλαιοποίηση.
Τραπεζικά στελέχη επισημαίνουν ότι η σύντομη προεκλογική περίοδος είναι θετική, όπως και ο στόχος να αναδειχθεί μια νέα, ισχυρή κυβέρνηση η οποία θα εφαρμόσει αποτελεσματικά τη συμφωνία και θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη στην οικονομία, αλλά στον αντίποδα το ρίσκο μιας παρατεταμένης μετεκλογικά πολιτικής αβεβαιότητας δημιουργεί ανησυχία.
Η νομοθετική ρύθμιση του νέου πλαισίου ανακεφαλαιοποίησης και της λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τοποθετείται εντός του Οκτωβρίου, ώστε η διαδικασία να ολοκληρωθεί έως το τέλος του έτους, όπως προβλέπεται από τη συμφωνία. Οποιαδήποτε καθυστέρηση θα μπορούσε να θέσει εν αμφιβόλω το χρονοδιάγραμμα, ενώ θα περιόριζε και τη δυνατότητα των τραπεζικών επιτελείων να προχωρήσουν σε παρουσιάσεις προς ιδιώτες επενδυτές εν όψει αυξήσεων κεφαλαίου.
Ακόμη και το κομμάτι των επισφαλειών, το οποίο σε αυτή τη φάση δεν χρήζει νομοθετικής παρέμβασης, «διαταράσσεται» σε μια προεκλογική ή μια παρατεταμένη μετεκλογική περίοδο αβεβαιότητας καθώς πλήττεται η ήδη τρωθείσα -και υπό το βάρος των capital controls- κουλτούρα πληρωμών. Η βελτίωση της διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων μέσω του οδικού χάρτη που δόθηκε στο κείμενο του μνημονίου αποτελεί βασικό «προαπαιτούμενο» για τον κλάδο.
Το ορόσημο του τέλους του έτους για την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης είναι κρίσιμο γιατί από 1/1/2016 εφαρμόζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο η περίφημη Οδηγία που προβλέπει και τη συμμετοχή των καταθετών στη διάσωση των τραπεζών, ενώ σε κάθε περίπτωση το ζητούμενο είναι η κατά το δυνατόν πιο γρήγορη ενδυνάμωση των τραπεζών και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών ώστε να αρχίσει η επιστροφή καταθέσεων. Χωρίς την ισχυροποίηση αυτή εν μέσω ενός σταθερού πολιτικοοικονομικού περιβάλλοντος η αποκατάσταση της καταθετικής βάσης δεν είναι δυνατή.
Εξίσου δύσκολη, ελλείψει επιβεβαιωμένης σταθερής πορείας στην εφαρμογή του προγράμματος, είναι η αποκατάσταση της χρηματοδότησης μέσω της συνήθους διαδικασίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κάτι που θα μπορούσε να γίνει με την επαναφορά του waiver που έχουν προαναγγείλει στελέχη της ΕΚΤ, με την προϋπόθεση πάντως ότι θα καταγραφεί σαφής δέσμευση και υλοποίηση των συμφωνηθέντων. Αντιστοίχως και η αξιοποίηση του προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων από την Ελλάδα, η οποία θα μπορούσε να γίνει από τον Οκτώβριο, και να δώσει πολλαπλά οφέλη στην οικονομία, στηρίζεται στην τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων.
Το γεγονός ότι υφίσταται εν ισχύ πρόγραμμα αποτελεί δικλίδα ασφαλείας έναντι των αβεβαιοτήτων, είναι όμως αναγκαίος ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης η οποία να προχωρήσει γρήγορα στην υλοποίηση των προαπαιτούμενων, ώστε να ολοκληρωθεί με επιτυχία η πρώτη αξιολόγηση του νέου προγράμματος τον προσεχή Οκτώβριο, επισημαίνουν τραπεζίτες.
Η διαγνωστική άσκηση βρίσκεται σε εξέλιξη χωρίς να έχουν αποσαφηνιστεί καίρια σημεία του πλαισίου. Οι κεφαλαιακές ανάγκες αναμένεται να καθοριστούν προς τα τέλη Οκτωβρίου και από το ύψος τους θα εξαρτηθεί το ενδιαφέρον συμμετοχής ιδιωτών μετόχων, ενώ κρίσιμη είναι σε επόμενο στάδιο και η ενδεχόμενη παροχή κινήτρων, όπως είχε γίνει το 2013 με τα warrants.
Παράμετροι της ανακεφαλαιοποίησης αποτελούν μέρος μιας διαπραγμάτευσης και επηρεάζουν καίρια το αποτέλεσμα, όπως μεταξύ άλλων οι παραδοχές του ακραίου σεναρίου, η αποτίμηση της δυναμικής των μη εξυπηρετούμενων δανείων υπό τις νέες συνθήκες, τα κίνητρα προς επενδυτές, τη χρήση του αναβαλλόμενου φόρου.
Με την Τράπεζα της Ελλάδος να έχει κρίσιμο ρόλο στις επαφές με τις ευρωπαϊκές αρχές, η συνεργασία της κυβέρνησης έχει τη σημασία της στη διαμόρφωση του τελικού πλαισίου.
Το χρονοδιάγραμμα για τον τραπεζικό κλάδο -ανακεφαλαιοποίηση, επισφάλειες, στρατηγική- είναι σφιχτό, σύμφωνα με το μνημόνιο. Ηδη, από τις 10 Αυγούστου έχει ξεκινήσει η αξιολόγηση ποιότητας στοιχείων ενεργητικού (AssetQualityReview – AQR) και παράλληλα «τρέχουν» οι διαδικασίες της πρώτης φάσης της άσκησης προσομοίωσης (stress tests) με παροχή στοιχείων από τις τράπεζες στον SSM.