Από την έντυπη έκδοση
Της Λέττας Καλαμαρά
[email protected]
Τον Ιανουάριο του 2019 αναμένεται η τελική απόφαση της οριστικής επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ στους σωλήνες χάλυβα μεγάλου διαμετρήματος.
Ωστόσο, η τελευταία ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου ότι έχει καταλήξει στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι οι σωλήνες χάλυβα μεγάλου διαμετρήματος από την Ελλάδα, τον Καναδά, την Κίνα, την Ινδία, την Τουρκία και τη Ν. Κορέα αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στην αμερικανική αγορά έχει προκαλέσει ισχυρές αναταράξεις και στον ελληνικό μεταλλευτικό κλάδο. Το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου τόνισε πως οι σωλήνες αυτοί, οι οποίοι χρησιμοποιούνται συνήθως για την κατασκευή αγωγών μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, πωλούνται σε τιμές χαμηλότερες αυτών που θεωρούνται δίκαιες.
Οι εισαγωγές των σωλήνων από τις έξι χώρες είχαν αξία που υπερέβη τα 720 εκατομμύρια δολάρια το 2017, διευκρίνισε το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ. Η έρευνα για τις συγκεκριμένες εισαγωγές άρχισε τον Μάρτιο, κατόπιν αίτησης μιας ομάδας αμερικανικών ιδιωτικών εταιρειών που παράγουν τέτοιους σωλήνες. Τα νέα περιοριστικά μέτρα της Ουάσιγκτον θα αφορούν πρόσθετους φόρους, οι οποίοι θα κυμαίνονται από 3,45% -όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Τουρκίας- έως 132% – όπως αντίστοιχα συμβαίνει στην περίπτωση της Κίνας.
Τι λέει η αγορά
Όπως τονίζουν στη «Ν» στελέχη της αγοράς, η συγκεκριμένη απόφαση εφόσον οριστικοποιηθεί θα αποτελέσει πλήγμα για την ευρωπαϊκή παραγωγή του κλάδου και σίγουρα επηρεάζει και τον ελληνική αγορά των χαλυβδοσωλήνων, που από την αρχή της ύφεσης μέχρι το 2016 είχε σωρευτική μείωση της τάξης του 68% περίπου. Ωστόσο, όπως τονίζουν οι αναλυτές, κατά την τελευταία τριετία η ένταση των απωλειών μειώθηκε, με αποτέλεσμα να παρατηρηθούν μικρές αυξομειώσεις στην παραγωγή του κλάδου.
Σε αυτό συνετέλεσε η αύξηση των εξαγωγών από τις κορυφαίες εταιρείες του χώρου, που λειτούργησε ως μοναδικό αντίβαρο των εγχώριων απωλειών. Οι εταιρείες αυτές, εν μέσω ύφεσης, κατάφεραν να διευρύνουν την παρουσία τους στη διεθνή αγορά, καθώς διαθέτουν υψηλή τεχνογνωσία και μεγάλη παραγωγική δυναμικότητα. Οι ελληνικές εξαγωγές χαλύβδινων σωλήνων μεγάλης διαμέτρου στις ΗΠΑ ήταν αξίας 18,8 εκατ. δολ. το 2014, 197,1 εκατ. το 2015 και 69,9 εκατ. το 2016.
Όσον αφορά την ελληνική περίπτωση, οι προτεινόμενοι δασμοί ανέρχονται στο 22,51% και όπως σχολιάζουν άνθρωποι του χώρου πρόκειται για σημαντική επιβάρυνση που καθιστά μη ανταγωνιστικά τα συγκεκριμένα προϊόντα στην αμερικανική αγορά, η οποία είναι ελκυστική λόγω της ανάπτυξης στον κατασκευαστικό και κυρίως τον ενεργειακό τομέα.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αναζητηθεί διέξοδος είτε σε άλλες αγορές είτε στη διάθεση προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας που δεν παράγονται στην αμερικανική αγορά.
Εξετάζεται το θέμα
Από την πλευρά του ομίλου Viohalco και συγκεκριμένα της Σωληνουργεία Κορίνθου, που έχει ισχυρή διεθνή παρουσία και διαθέτει πελατολόγιο στην αμερικανική αγορά, τονίζεται πως διερευνάται το θέμα σε όλα τα επίπεδα, νομικό και οικονομικό, και θα ακολουθήσει επίσημη ανακοίνωση.
Όπως είχε επισημάνει η Σωληνουργεία Κορίνθου – όταν είχε προκύψει το θέμα επιβολής δασμών μετά την υποβολή αιτήσεων για αθέμιτο ανταγωνισμό από μερίδα αμερικανικών εταιρειών- έχει εξελιχθεί σε κορυφαίο προμηθευτή σωλήνων χάλυβα παγκοσμίως, ωστόσο το μερίδιό της στις ΗΠΑ είναι πολύ μικρό, ανέρχεται λίγο πάνω από το 3%.
Για το λόγο αυτό, στόχος της είναι να καλύπτει τις ανάγκες της διεθνούς αγοράς ενέργειας, δίνοντας βαρύτητα σε αγορές στρατηγικής προτεραιότητας, στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, καθώς και στις αναδυόµενες αγορές της Ανατολικής και Δυτικής Αφρικής και στις χώρες της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών.
Επίσης είχε τονιστεί πως δεν υπάρχει συνάφεια μεταξύ των παραγόμενων προϊόντων των αμερικανικών εταιρειών και εκείνων της Σωληνουργεία Κορίνθου και η ελληνική πλευρά μετά και τις επενδύσεις ύψους 80 εκατ. ευρώ εστιάζει στην παραγωγή σωλήνων υψηλής αντοχής που προορίζονται για υποθαλάσσιους αγωγούς και για εξειδικευμένα ενεργειακά έργα.
Στο πλαίσιο αυτό στα μέσα του καλοκαιριού η Σωληνουργεία Κορίνθου διευκρίνισε με σχετική ανακοίνωση πως προχωρά κανονικά η παράδοση των προϊόντων χάλυβα στην αμερικανική Plains, που αφορά την κατασκευή του αγωγού πετρελαίου «Cactus II».
Διαχείριση αποθεμάτων
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Ιnfobank Hellastat η αβεβαιότητα που επικρατεί στις διεθνείς αγορές χάλυβα αναμένεται να διατηρηθεί και το 2018. Σε αυτό σημαντικό ρόλο παίζει και η προοπτική επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ, που μπορεί να προκαλέσει νέα αναταραχή στις τιμές, λόγω της υπερπροσφοράς. Σημειώνεται πως οι σωληνουργίες εξαρτώνται άμεσα από τις μεταβολές των διεθνών τιμών του χάλυβα. Σε περιπτώσεις ανοδικών τιμών, η αξία των αποθεμάτων αυξάνεται, ενώ αντιθέτως σε πτωτικές περιόδους προκύπτουν υποτιμήσεις και υποχώρηση των αποτελεσμάτων. Επομένως, η εφαρμογή ορθής πολιτικής διαχείρισης των αποθεμάτων είναι καθοριστικής σημασίας, προκειμένου οι εταιρείες να προφυλάσσονται από ενδεχόμενες υποτιμήσεις, αλλά και να ανταποκρίνονται άμεσα στη ζήτηση.
Την τρέχουσα περίοδο, οι τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Ο ελληνικός κλάδος των χαλυβδοσωλήνων αναζητά δουλειές στο εξωτερικό προκειμένου να απεξαρτηθεί από την ελληνική αγορά, η οποία και το 2017 παρέμεινε υποτονική, διατηρώντας σε χαμηλά επίπεδα την εγχώρια κατανάλωση. Στην ελληνική αγορά εξαίρεση στη γενικευμένα χαμηλή ζήτηση αποτέλεσαν ο εγχώριος τουριστικός κλάδος και ο κλάδος της ενέργειας. Ειδικά ο κλάδος των ξενοδοχείων, λόγω της αύξησης των τουριστών στη χώρα μας, δημιούργησε ευκαιρίες για όσες επιχειρήσεις προμηθεύουν σωλήνες σε έργα ανέγερσης ξενοδοχειακών μονάδων. Στην ενέργεια σημαντικό μέρος της εγχώριας ζήτησης προέρχεται από τις επενδύσεις που υλοποιεί ο Διαχειριστής Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ), στο πλαίσιο της επέκτασης των υποδομών του.
Η αγορά καταλαμβάνεται σε μεγάλο βαθμό από τις Σωληνουργεία Κορίνθου, μέλος του ομίλου Βιοχάλκο. Οι υπόλοιπες παραγωγικές μονάδες είναι αρκετά μικρότερου μεγέθους. Με βάση τη χρηματοοικονομική ανάλυση της ΙΒΗS, o συνολικός κύκλος εργασιών του δείγματος 14 εταιρειών χαλυβδοσωλήνων το 2016 διαμορφώθηκε στα 249,32 εκατ. ευρώ, εμφανίζοντας μείωση 15% από το προηγούμενο έτος. Αντιθέτως, τα συνολικά κέρδη προ τόκων φόρων και αποσβέσεων αυξήθηκαν κατά 14,5%, στο ύψος των 23,14 εκατ. ευρώ, ενώ τα προ φόρων αποτελέσματα διαμορφώθηκαν σε κέρδη 10,5 εκατ. ευρώ, έναντι χαμηλών ζημιών το 2015.