Skip to main content

Άλυτη εξίσωση η μείωση της δαπάνης φαρμάκων

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιώργου Σακκά
[email protected]

Ελαφρά υποχώρηση παρουσιάζει η αγορά των ιδιωτικών φαρμακείων σύμφωνα με τα στοιχεία εννεαμήνου, από τα οποία επίσης αποδεικνύεται ότι παρά τις δραματικές μειώσεις τιμών κατά τα τελευταία δύο χρόνια η εξοικονόμηση στη δαπάνη είναι απειροελάχιστη. Ειδικότερα, όπως φαίνεται από τις πωλήσεις για το διάστημα 1/10/2016-30/9/2017, η συνολική αγορά δείχνει να υποχώρησε κατά περίπου 0,5-1% σε αξία, φτάνοντας στα 3,67 δισ. ευρώ (δεν περιλαμβάνονται τα φάρμακα του Ν.3816), μια κάμψη όμως η οποία αποδίδεται αποκλειστικά στη μείωση της αξίας των πωλήσεων γενοσήμων.

Σύμφωνα επίσης με πληροφορίες της αγοράς, που βασίζονται σε στοιχεία που ανέλυσε η IQVIA, στο τέλος του Σεπτεμβρίου του 2017, ενώ η υποχώρηση στις τιμές των φαρμάκων θα έπρεπε να είχε οδηγήσει και σε μείωση των πωλήσεων των σκευασμάτων κατά περίπου 200 εκατ. ευρώ, τελικά κάτι τέτοιο δεν επιτεύχθηκε. Αποδεικνύεται δηλαδή ότι τα δύο Δελτία «μείωσης» Τιμών του 2016 και το ένα του 2017 εξασφάλισαν μείωση στη δαπάνη μόλις 20 εκατ. ευρώ εξαιτίας της υποκατάστασης. Σημειώνεται ότι στις αρχές του 2018 θα τεθεί σε ισχύ και το τελευταίο δελτίο του 2017, το οποίο οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις στα φθηνά φάρμακα.

Κατά το εξεταζόμενο 12μηνο λοιπόν, ενώ η μείωση των τιμών οδήγησε σε μείωση της δαπάνης κατά περίπου 200 εκατ. ευρώ, την ίδια στιγμή υπήρξε άνοδος του τζίρου των φαρμάκων κατά περίπου 94 εκατ. ευρώ και επίσης αύξηση λόγω της αλλαγής στο μίγμα συνταγογραφούμενων φαρμάκων κατά 86 εκατ. ευρώ. Δηλαδή καθαρή εξοικονόμηση τελικά μόνο 20 εκατ. ευρώ, όπως αναφέραμε.

Να αναφέρουμε ακόμη ότι, με βάση την κατηγοριοποίηση του ΕΟΦ, η αξία των πρωτότυπων φαρμάκων (εντός και εκτός προστασίας) εξακολουθεί να κατέχει το 79% της αγοράς, ενώ το μερίδιο των γενοσήμων έχει υποχωρήσει στο περίπου 17,4% από 18%. Επίσης υπάρχει και ένα ποσοστό μη κατηγοριοποιημένων στο περίπου 3,6%. Τα γενόσημα μάλιστα δείχνουν την τάση να υποχωρούν κατά περίπου 4% όταν τα πρωτότυπα φαίνεται να μη χάνουν καθόλου σε αξία. Τα στοιχεία δείχνουν ακόμη ότι από το σύνολο της αγοράς φαρμάκων τα περίπου 3,36 δισ. ευρώ είναι εκείνα τα οποία αποζημιώνονται και τα υπόλοιπα περίπου 310 εκατ. ευρώ αφορούν μη αποζημιούμενα φάρμακα.

Το περιθώριο κέρδους

Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει το γεγονός ότι το περιθώριο κέρδους των φαρμακοποιών παραμένει στο περίπου 22,4% (προ ΦΠΑ). Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία της ανάλυσης της IQVIA, το 12μηνο Οκτώβριος 2016-Σεπτέμβριος 2017 οι φαρμακευτικές προχώρησαν σε πωλήσεις φαρμάκων αξίας 2,57 δισ. ευρώ προς τα ιδιωτικά φαρμακεία μέσω φαρμακαποθηκών (δεν περιλαμβάνονται στις πωλήσεις αυτές τα σκευάσματα υψηλού κόστους, ήτοι του Ν.3816 τα οποία και έχουν τιμή άνω των 200 ευρώ).

Σε αυτό το ποσό αν προστεθούν τα περιθώρια κέρδους των φαρμακαποθηκών, των φαρμακείων και ο ΦΠΑ, ο τελικός τζίρος έφτασε λίγο πάνω από τα 3,67 δισ. ευρώ, όπως αναφέραμε. Επιστρέφοντας στο θέμα της υποκατάστασης, αξίζει να σημειώσουμε ότι τα φάρμακα τα οποία ευνοούνται γενικότερα είναι τα on patent, ενώ αντίθετα τα γενόσημα καταφέρνουν να περιορίζουν ελάχιστα τις απώλειές τους μέσα από την αλλαγή του μίγματος της συνταγογράφησης. Βέβαια γίνονται προσπάθειες ώστε να συνταγογραφούνται περισσότερα γενόσημα, όμως μάλλον αυτές πέφτουν στο κενό.

Θεραπευτικές κατηγορίες

Σύμφωνα με τα στοιχεία μέτρησης της αγοράς, αν και στις 5 πρώτες κυρίαρχες θεραπευτικές κατηγορίες (σκευάσματα για το καρδιαγγειακό σύστημα, την πεπτική οδό, το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, τα αιμοποιητικά όργανα και τα αντιβιοτικά) η συνολική αξία συνταγογραφούμενων φαρμάκων διατηρείται στα ίδια περίπου επίπεδα, τα μερίδια των φτηνών φαρμάκων υποχωρούν. Μάλιστα, η αξία της συνταγογράφησης των off patent και γενοσήμων φαρμάκων στις κατηγορίες αυτές δείχνει να κινείται με πτώση της τάξης του 10%.

Συνολικά οι 5 αυτές κατηγορίες με βάση τα στοιχεία της IQVIA, το διάστημα 1/10/2016-30/9/2017, σε τιμές παραγωγού (ex factory) έκαναν τζίρο της τάξης του 1,88 δισ. ευρώ, ήτοι το περίπου 76% της συνολικής αγοράς συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Ανάλογο είναι και το μερίδιο από πλευράς όγκου, καθώς με βάση τα στοιχεία προκύπτει ότι οι 5 αυτές κατηγορίες φτάνουν στα 233 εκατ. τεμάχια ή το 75%.