Skip to main content

Άνοιξε νέο μέτωπο για το ελληνικό γιαούρτι

Από την έντυπη έκδοση 

Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]

Ένα ακόμα επεισόδιο στο σίριαλ με το greek yogurt γράφεται αυτή τη φορά στη Ρουμανία, καθώς σύμφωνα με έγγραφο της Ελληνικής Πρεσβείας στο Βουκουρέστι επισημαίνεται ότι «κατόπιν έρευνας σε καταστήματα πώλησης τροφίμων και στις μεγαλύτερες αλυσίδες σούπερ μάρκετ στη Ρουμανία εντοπίστηκαν επτά εταιρείες που παράγουν γιαούρτι με την ένδειξη “ελληνικό” ή “ελληνικού τύπου”. Ενδεικτικά, υπάρχει ρουμανική γαλακτοβιομηχανία που παράγει και πουλάει “ελληνικό γιαούρτι από βουβαλίσιο γάλα”. Επίσης αλυσίδα σούπερ μάρκετ εισάγει από την Πολωνία γιαούρτι που παράγεται εκεί και το πουλάει στη Ρουμανία σαν γιαούρτι “ελληνικού τύπου-greek style”». 

Για το εν λόγω θέμα ο βουλευτής Άρτας της Ν.Δ. Γιώργος Στύλιος και ο ευρωβουλευτής της Ν.Δ. και του ΕΛΚ Μανώλης Κεφαλογιάννης κατέθεσαν ερωτήσεις στο Εθνικό Κοινοβούλιο και την Κομισιόν αντίστοιχα, ζητώντας μεταξύ άλλων τη διακοπή της παράτυπης χρήσης του όρου «ελληνικό γιαούρτι» στη Ρουμανία.

Και σε άλλες χώρες
Η περίπτωση της Ρουμανίας δεν φέρεται να είναι η μοναδική, καθώς το «ελληνικό γιαούρτι» από γαλακτοβιομηχανίες που δεν παράγουν στην Ελλάδα εμφανίζεται στα ράφια κι άλλων αγορών εντός Ε.Ε. όπως π.χ. στην Ολλανδία και τη Δανία, ενώ ενδεικτική είναι και η υπόθεση με την Τσεχία, που καλείται πλέον να αλλάξει τη νομοθεσία της, προκειμένου να συμμορφωθεί με τον όρο «ελληνικό γιαούρτι». 

Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην ερώτηση του κ. Κεφαλογιάννη, «η ονομασία “ελληνικό γιαούρτι” δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον χαρακτηρισμό γιαουρτιών που παράγονται εκτός Ελλάδας, καθώς γενικά θεωρείται και εκλαμβάνεται ως ένδειξη προέλευσης, δηλαδή γιαούρτι που προέρχεται από την Ελλάδα», ενώ σύμφωνα με τον Κοινοτικό Κανονισμό «η ονομασία “ελληνικό γιαούρτι” είναι αποδεκτή από την Ε.Ε. μόνο ως ένδειξη προέλευσης. Η χρήση του όρου “ελληνικό γιαούρτι” για προϊόντα που παράγονται εκτός Ελλάδας θα αποτελούσε εξαπάτηση των καταναλωτών και θα δημιουργούσε άδικο ανταγωνισμό στην αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης».