Το 2020 θεωρείτο κρίσιμη χρονιά για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. με τις ευνοϊκές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας να συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας ενεργητικού, ενώ το σχέδιο «Ηρακλής» άνοιγε το δρόμο για τη μείωση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων, ενισχύοντας τις προσπάθειες των τεσσάρων συστημικών τραπεζών: Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα Ελλάδος και Πειραιώς. Την ίδια ώρα η Goldman Sachs αναθεωρεί τις τιμές στόχους των ελληνικών τραπεζών.
Παρ’ όλα αυτά, η επιδημία του Covid-19 επισκιάζει τις θετικές προοπτικές των ελληνικών τραπεζών, δεδομένης και της ευρύτερης αβεβαιότητας για τον αντίκτυπο της πανδημίας στην ελληνική οικονομία και στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η πανδημία αναμένεται να αναστείλει τα σχέδια των τραπεζών για μείωση των «κόκκινων» δανείων, αναφέρει η DBRS σε έκθεσή της.
Σύμφωνα με τον οίκο, η υψηλή έκθεση σε μη-εξυπηρετούμενες εκθέσεις(ΝPEs) -ύψους 70 δισ. ευρώ ή περίπου στο 39,7% του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων στα τέλη του 2019-, συνεχίζουν να βαρύνει τον ισολογισμό και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών. Στόχος των τραπεζών, μέσω συνδυασμού ενεργειών, ήταν η μείωση των «κόκκινων» δανείων στα 15 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2022. «Αν και οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε βήματα προς το συγκεκριμένο στόχο, η πανδημία του Covid-19 αναμένεται να επιβραδύνει σημαντικά τα σχέδιά τους.
Ένα σημαντικό μέρος της μείωσης ΝΡΕ θα γινόταν μέσω μεγάλου όγκου τιτλοποιήσεων. Οι τέσσερις ελληνικές τράπεζες έχουν ανακοινώσει σχέδια για τιτλοποιήσεις μη-εξυπηρετούμενων εκθέσεων συνολικού ύψους περίπου 31,5 δισ. ευρώ για τα επόμενα τρίμηνα(για την Alpha έως 12 δισ. ευρώ, Eurobank 7,5 δισ. ευρώ, Εθνική Τράπεζα πάνω από 6 δισ.ευρώ και Πειραιώς 7 δισ. ευρώ), εκμεταλλευόμενες το Σχέδιο Ηρακλής.
Παρότι οι τράπεζες είχαν προβεί στις σχετικές προετοιμασίες για την υλοποίηση των σχεδίων τους, οι συνθήκες στις αγορές τις τελευταίες εβδομάδες έχουν επιδεινωθεί σημαντικά, γεγονός που “μεταφράζεται” σε μειωμένο ενδιαφέρον των επενδυτών για περισσότερο ριψοκίνδυνα στοιχεία ενεργητικού, όπως επισφαλές ενεργητικό(distressed asset). «Γι’ αυτό, θεωρούμε ότι για τις τιτλοποιήσεις που είναι σε λιγότερο προχωρημένο στάδιο, ίσως να υπάρξουν καθυστερήσεις σε σύγκριση με τα αρχικά χρονοδιαγράμματα, τα περισσότερα από τα οποία θα ολοκληρώνονταν εντός του 2020. Παρ’ όλα αυτά για κάποιες από αυτές τις τιτλοποιήσεις υπάρχουν δεσμευτικές συμφωνίες με συγκεκριμένες ημερομηνίες, κατά συνέπεια το ρίσκο μη-εκτέλεσης θα είναι χαμηλότερο», αναφέρει ο οίκος.
Δεδομένης της αβεβαιότητας στο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των τιτλοποιήσεων, οι τράπεζες θα πρέπει να συνεχίσουν ακόμη και να επιταχύνουν τις προσπάθειες οργανικής μείωσης των επισφαλειών, επισημαίνει η DBRS. Στη διάρκεια του 2019, η συνολική οργανική μείωση ήταν περίπου 4,9 δισ. ευρώ, καθώς οι βελτιωμένες οικονομικές συνθήκες είχαν οδηγήσει σε λιγότερες στάσεις πληρωμών.«Βλέπουμε θετικά την είσοδο ευρωπαϊκών εταιρειών διαχείρισης πιστώσεων στην ελληνική αγορά, με την Πειραιώς να έχει ήδη στρατηγική συνεργασία με την Ιntrum και τη Eurobank να έχει ανακοινώσει δεσμευτική συμφωνία με την doValue. Παρ’ όλα αυτά, το οικονομικό lockdown στην Ελλάδα και προσωρινή επιχειρηματική “παράλυση” λόγω της πανδημίας Covid-19 θα έχουν έχουν ξεκάθαρο αντίκτυπο στην οικονομία και την ποιότητα ενεργητικού των τραπεζών», υπογραμμίζεται στην έκθεση. Ειδικότερα, επιχειρηματικοί τομείς όπως φιλοξενία, μεταφορές και logistics, εμπόριο και μεταποίηση αναμένεται να επηρεασθούν σημαντικά. Για τις Alpha και Πειραιώς, σύμφωνα με τις δικές τους εκτιμήσεις, οι εκθέσεις σε επιχειρηματικά δάνεια(συμπεριλαμβανομένων και μικρών επιχειρήσεων) είναι περίπου 4,4 και 5 δισ. ευρώ αντιστοίχως και αναμένεται να επηρεασθούν περισσότερο.
Από την άλλη πλευρά, τα δημοσιονομικά μέτρα που εφαρμόζονται σε εθνικό επίπεδο, η αναστολή πληρωμής φόρων και κοινωνικών εισφορών για τις επιχειρήσεις και τα μέτρα στήριξης για επιχειρήσεις και εργαζομένους αναμένεται να μετριάσουν τον αντίκτυπο της οικονομικής επιβράδυνσης για τις τράπεζες. Και η ανταπόκριση των εποπτικών αρχών είναι υποστηρικτική, ανακουφίζοντας το σοκ από την πανδημία και την οικονομική παράλυση.
Τέλος, η DBRS σημειώνει ότι τα ισχυρότερα θεμελιώδη των τραπεζών θα μπορούσαν ως ένα βαθμό να απορροφήσουν πρόσθετες πιέσεις. Τα επίπεδα κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών είναι ενισχυμένα, χάρη στην άντληση κεφαλαίων από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Στο διάστημα από τον Ιούνιο 2019 έως και τον Φεβρουάριο του 2020, τρεις εκ των τεσσάρων τραπεζών άντλησαν συνολικά 1,8 δισ. ευρώ μέσω της έκδοσης ομολόγων Tier 2(η Alpha 500 εκατ. ευρώ, Εθνική 400 εκατ. και Πειραιώς 900 εκατ. συνολικά μέσω δύο εκδόσεων). Έτσι κατάφεραν να ενισχύσουν τα «μαξιλάρια» κεφαλαίου, ενώ η πρόσφατη χαλάρωση των κανονισμών για τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις δημιουργούν περιθώρια στις τράπεζες.
Δεδομένης της καλύτερης κερδοφορίας και βελτιωμένης κεφαλαιακής θέσης, θεωρούμε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν περιθώρια να απορροφήσουν δυνητικά υψηλότερα περιθώρια προβλέψεων εξαιτίας του Covid-19 και της οικονομικής επβράδυνσης. Παρ’ όλα αυτά, η ικανότητα των τραπεζών στην απορρόφηση ζημιών από λειτουργικές δραστηριότητες είναι περιορισμένη», καταλήγει ο οίκος.
Ο χρησμός της Goldman
Πλήγμα στην κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών από την βαθιά ύφεση που θα προκαλέσει στην ελληνική οικονομία η πανδημία του Covid19 και τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπισή της βλέπει η Goldman Sachs. Παρόλα αυτά διατηρεί ουδέτερη σύσταση για τις μετοχές των τριών από τις τέσσερις συστημικές και θετική (που ισοδυναμεί με παρότρυνση αγοράς) για μία. Για τις μετοχές δύο εξ αυτών αναθεωρεί προς τα επάνω την τιμή στόχο, ενώ για τις άλλες δύο υποβαθμίζει ελαφρώς την εκτίμησή της.
Τη θετική σύσταση κερδίζει η Alpha Bank, με την τιμή στόχο της μετοχής να αναθεωρείται στα στα 1,37 ευρώ από 1,34 ευρώ πριν. Προς τα επάνω στα 0,72 ευρώ από 0,69 ευρώ αναθεωρείται και η τιμή στόχος για τη Eurobank, για την οποία η σύσταση είναι ουδέτερη.
Στον αντίποδα για την Εθνική Τράπεζα παρά την ουδέτερη σύσταση η τιμή στόχος μειώνεται στο 1,91 από 2,22 ευρώ και για την Τράπεζα Πειραιώς στο 1,15 από 1,35 ευρώ.
naftemporiki.gr