Από την έντυπη έκδοση
Της Τέτης Ηγουμενίδη
[email protected]
Αύξηση της μέσης τιμής αγοράς αποθηκευτικών χώρων κατηγορίας Α από τα περίπου 300 ευρώ/τ.μ. το 2018 σε 400 ευρώ/τ.μ. το 2019 και σε 560 ευρώ/τ.μ. το 2020, δηλαδή σε δύο χρόνια 86%, διαπιστώνει η Arbitrage Real Estate, βάσει των πράξεων που έχει καταγράψει, γεγονός που το αποδίδει στην αύξηση της ζήτησης για καλής ποιότητας αποθηκευτικούς χώρους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με έρευνα του μεσιτικού τμήματος της Arbitrage RE, την τελευταία 4ετία έχουν πραγματοποιηθεί πάνω από 25 αξιοσημείωτες πράξεις αγοραπωλησίας στον κλάδο, εκ των οποίων λίγο πάνω από το μισό αντιστοιχεί σε αποθηκευτικούς χώρους κατηγορίας Α. Η συνολική επιφάνεια των ακινήτων που μεταβιβάστηκαν υπολογίζονται σε 430.000 τ.μ. περίπου και το συνολικό τίμημα υπερβαίνει τα 168 εκατ. ευρώ.
Από τον συνολικό αριθμό των πράξεων, περίπου το 60% των συνολικών πωλήσεων αντιστοιχεί σε ακίνητα που χωροθετούνται στη Δυτική Αττική.
Το εύρος των τιμών πώλησης κυμαίνεται από 165 ευρώ/τ.μ. (για κατηγορία Γ ή μικρότερη) έως 575 ευρώ/τ.μ. (για κατηγορία Α), με μέσο όρο τα 350 ευρώ/τ.μ. περίπου και αντιστοιχεί σε αγοραπωλησίες αποθηκευτικών χώρων όλων των κατηγοριών, μέσης μικτής επιφάνειας από 10.000 τ.μ. έως 25.000 τετραγωνικά. Επιπλέον, κατά την τελευταία τριετία έχουν καταγραφεί παραπάνω από 10 πράξεις αγοράς γηπέδων κατάλληλων για αξιοποίηση logistics στη Δυτική Αττική, με επιφάνειες που κυμαίνονται από 11.000 τ.μ. έως 150.000 τ.μ. και τιμές πώλησης από 40 ευρώ/τ.μ. έως και 80 ευρώ/τ.μ., αναλόγως των ειδικών χαρακτηριστικών τους (τοποθεσία, μορφολογία, προβολή, πρόσβαση, δομήσιμη επιφάνεια).
Οι κύριοι επενδυτές στον κλάδο είναι κατά πλειοψηφία οι εγχώριοι θεσμικοί επενδυτές ακίνητης περιουσίας (ΑΕΕΑΠ) και επενδυτικά σχήματα (Funds), ενώ ακολουθούν οι εταιρείες ανάπτυξης ακινήτων (Developers), εξειδικευμένες στον κλάδο ή μη. Οι επενδυτές στοχεύουν κυρίως στην αγορά χώρων κατηγορίας A ή Β+, μέσης επιφάνειας 10.000 – 20.000 τ.μ., με τη μέση τιμή αγοράς να κυμαίνεται σε επίπεδα από 550 ευρώ έως 600 ευρώ/τετραγωνικό.
Σε εξέλιξη – σχεδιασμό
Κατά τους τελευταίους 12 μήνες μεγάλος αριθμός ενδιαφερομένων, εγχώριων και μη, έχει εισέλθει δυναμικά στην αγορά με σκοπό την επένδυση στον κλάδο των logistics. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων της Arbitrage, νέοι αποθηκευτικοί χώροι συνολικής επιφάνειας μεγαλύτερης των 520.000 τ.μ. αναμένονται να κατασκευαστούν ή έχουν πρόσφατα κατασκευαστεί και διατεθεί στην αγορά.
Επιπλέον, κατά την τελευταία διετία έχουν σημειωθεί παραπάνω από 10 πράξεις αγοράς γηπέδων κατάλληλων για αξιοποίηση logistics στη Δυτική Αττική, συνολικής επιφάνειας 600 στρεμμάτων περίπου, τα οποία αναμένεται να αξιοποιηθούν για την ανάπτυξη περίπου 350.000 τ.μ. επιπλέον χώρων logistics στην ευρύτερη περιοχή.
Όπως επισημαίνεται από τους αναλυτές της Arbitrage, oι εξελίξεις στον τομέα των εμπορευματικών μεταφορών παραμένουν συνδεδεμένες με το επίπεδο των υποδομών μεταφορών, τη διαλειτουργικότητά τους αλλά και την παραγωγική ευελιξία του θεσμικού πλαισίου που τις διέπουν. Η χαμηλή διαθεσιμότητα αποθηκευτικών ακινήτων μεγάλων επιφανειών μπορεί να οδηγήσει στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών για ευέλικτη χρήση και αξιοποίηση των υπαρχόντων χώρων, καθώς και σε συνέργειες και συνεργασίες στις υπηρεσίες αποθήκευσης μέσω συνεταιριστικών και καινοτόμων σχημάτων (co-location).
Το μεγαλύτερο ποσοστό του αποθέματος αποθηκών και ακινήτων που συνδέονται με την εφοδιαστική αλυσίδα στην Ελλάδα είναι πεπαλαιωμένο και χαμηλότερων προδιαγραφών ποιότητας. Οι ιδιόκτητοι χώροι που καταλαμβάνουν οι μεγάλες εταιρείες υπηρεσιών αποθήκευσης εμφανίζουν ελαφρώς καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά συγκριτικά με αυτούς των παρόχων υπηρεσιών 3PL (third party logistics). Η έλλειψη σύγχρονων χώρων εφοδιασμού και αποθήκευσης συνιστά περιοριστικό παράγοντα για την ανάπτυξη των εταιρειών του κλάδου και την προσφορά υψηλής ποιότητας υπηρεσιών εφοδιαστικής αλυσίδας.
Σημαντικές είναι οι ευκαιρίες για αναβάθμιση και νέες αναπτύξεις αποθηκευτικών χώρων στην τοπική αγορά, που θα μπορούν να προσφέρουν σύγχρονες λύσεις με την ενσωμάτωση προδιαγραφών αειφορίας, την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών, την ενίσχυση των συστημάτων αυτοματοποίησης και τις αποτελεσματικότερες μεταφορές.
Κατανομή αποθέματος
Το μεγαλύτερο μέρος του υφιστάμενου κτηριακού αποθέματος στην Ελλάδα βρίσκεται στην Αττική, αλλά και στις γειτονικές στην Αττική βιομηχανικές περιοχές στα βόρεια, όπως τα Οινόφυτα. Υψηλή συσσώρευση βιομηχανικών ή/και αποθηκευτικών χώρων εμφανίζεται κυρίως στο δυτικό τμήμα του νομού, σε περιοχές όπως ο Ασπρόπυργος, η Μάνδρα και η Μαγούλα, αλλά και σε περιοχές της Ανατολικής Αττικής όπως το Κορωπί, το Μαρκόπουλο και η Βάρη. Επίσης, κατά μήκος του άξονα της Εθνικής Οδού στο βόρειο μέρος του νομού σε περιοχές όπως το Κρυονέρι, ο Άγιος Στέφανος και η Λυκόβρυση, αλλά και σε συγκεκριμένες περιοχές της Νότιας Αττικής, όπως ο Ελαιώνας, ο Άγιος Ιωάννης Ρέντης, το Λιμάνι του Πειραιά και το Αιγάλεω. Οι κύριοι πάροχοι 3PL εντοπίζονται κυρίως στη Δυτική Αττική.
Αναφορικά με τη Θεσσαλονίκη, οι κύριες περιοχές συγκέντρωσης αποθηκευτικών χώρων είναι η Σίνδος και το Καλοχώρι, ενώ δευτερεύουσες περιοχές συσσώρευσης βιομηχανικών ή/και αποθηκευτικών χώρων αποτελούν ο Άγιος Αθανάσιος και το Ωραιόκαστρο.
Το κύριο χαρακτηριστικό της αγοράς είναι ότι οι μεγάλες εταιρείες είτε λειτουργούν ανεξάρτητα με ιδιόκτητες εγκαταστάσεις, είτε επιδιώκουν τη χρήση πρόσθετων αυτόνομων ή κοινόχρηστων μονάδων αποθήκευσης και εφοδιαστικής σε καλά τοποθετημένες τοποθεσίες, με εύκολη πρόσβαση, για να καλύψουν τις επιχειρησιακές τους ανάγκες. Η κυρίαρχη τάση είναι η ενοικίαση χώρου και όχι τόσο η επένδυση σε κοινόχρηστες εγκαταστάσεις, ενώ αναζητούν και πιο σύγχρονους χώρους με σκοπό την ελάττωση του λειτουργικού κόστους και τις καλύτερες υπηρεσίες – παροχές.
Αναφορικά με τον κλάδο των 3PL, οι κορυφαίες 40 εταιρείες του χώρου χρησιμοποιούν αποθήκες συνολικής επιφάνειας μεγαλύτερης των 1.500.000 τ.μ. Οι εν λόγω χώροι πληρούν γενικούς ή πιο εξειδικευμένους σκοπούς (δηλαδή ξηρό φορτίο, ψυχόμενα προϊόντα και αποθήκευση φαρμακευτικών ειδών).
Στην πλειονότητά τους οι αποθηκευτικοί και 3PL χώροι με ποιοτικότερα χαρακτηριστικά (κατηγορία Α) εντοπίζονται στον νομό Αττικής και στην περιοχή των Οινοφύτων. Σε μικρότερο ποσοστό αποθηκευτικοί χώροι Α’ κατηγορίας συναντώνται στην Κεντρική Μακεδονία (Θεσσαλονίκη) και την Κεντρική Ελλάδα (Θεσσαλία).
Ώθηση από τις τάσεις που έφερε η πανδημία
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Arbitrage, η σημαντική αλλαγή που επέφερε η πανδημία στις συνήθειες και την καταναλωτική συμπεριφορά, με έμφαση στην ασφάλεια και τις ανέπαφες συναλλαγές, είχε ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου. Η κατανάλωση από το σπίτι είναι μια νέα πραγματικότητα και ένα μεγάλο μέρος των καταναλωτών που στράφηκαν το διάστημα αυτό στις ηλεκτρονικές αγορές αναμένεται να μην επιστρέψει πλήρως στα φυσικά καταστήματα ακόμη και μετά το πέρας της πανδημίας.
Οι άμεσες ανάγκες για παραδόσεις υψηλής ταχύτητας εντός του αστικού ιστού αναδιαμορφώνουν την εφοδιαστική αλυσίδα πόλης (city logistics), καθιστώντας απαραίτητα τα ενδιάμεσα εφοδιαστικά κέντρα και σημεία για την εξυπηρέτηση των διανομών τελευταίου μιλίου (last mile logistics).
Η υγειονομική κρίση και η μαζική υιοθέτηση του ηλεκτρονικού εμπορίου κατέδειξαν επίσης την ανάγκη για μεγαλύτερα αποθέματα προϊόντων αλλά και ειδών με ειδικές απαιτήσεις στις συνθήκες αποθήκευσης και διανομής, όπως τα τρόφιμα αλλά και τα φαρμακευτικά προϊόντα. Κατά συνέπεια, αναδεικνύεται η ανάγκη για τεχνολογικά σύγχρονες και ευέλικτες κεντρικές αποθήκες, με χώρους ελεγχόμενων συνθηκών (θερμοκρασίας, υγρασίας κ.λπ.).
Η νέα πραγματικότητα του ηλεκτρονικού εμπορίου ενδέχεται να οδηγήσει στην επαναλειτουργία παλιών βιομηχανικών και αποθηκευτικών κτηρίων αλλά και στον μετασχηματισμό κτηρίων που στεγάζουν μεγάλες υπεραγορές λιανικής (bigbox) με δυνατότητα για υποδομές ηλεκτροφόρτισης.