Skip to main content

Η αγορά βιβλίου προσδοκά ανατροπές στον επίλογο του 2024

(ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/ EUROKINISSI)

Ελπίδες για τόνωση των πωλήσεων την περίοδο των εορτών

Μειώνονται οι «σελίδες» των εσόδων στην αγορά του βιβλίου ενώ την ίδια ώρα το «κεφάλαιο» του λειτουργικού κόστους ενισχύεται πλήττοντας τις εκδοτικές επιχειρήσεις και τα βιβλιοπωλεία.

Μολονότι ο κλάδος προσδοκά σε ένα δυνατό ντεμαράζ μέχρι την Πρωτοχρονιά για να ισοσκελιστούν οι απώλειες στις πωλήσεις δεν αναμένει να γραφεί ένας δυνατός «επίλογος» το 2024.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει μιλώντας στην «Ν» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εκδοτών Βιβλίων κ. Κωνσταντίνος Αγγελάκης « η αγορά παραμένει σε έντονα πτωτική τροχιά τα τελευταία χρόνια. Αναμένουμε την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων για να υπάρξει μια μικρή τόνωση στις πωλήσεις, ωστόσο οι  προβλέψεις δεν είναι πολύ αισιόδοξες, καθώς η αγορά εμφανίζει φέτος ρυθμό πτώσης περί το 20-30%».

Τόσο τη φετινή χρονιά όσο και πέρυσι η «πίτα» της εγχώριας αγοράς βιβλίου βαίνει μειούμενη τόσο σε επίπεδο παραγωγής νέων τίτλων όσο και εσόδων από τις πωλήσεις βιβλίων, με τον  εκδοτικό κόσμο να προετοιμάζεται για ένα ακόμα πιο δύσκολο 2025.

Με βάση τις εκτιμήσεις της γερμανικής πλατφόρμας Statista στην Ελλάδα, τα έσοδα της αγοράς βιβλίων αναμένεται να φθάσουν τα 177,4 εκατ. ευρώ το 2024, ενώ ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης μέχρι το 2029 (CAGR 2024-2029) τοποθετείται στο 0,19%.

Μέχρι το 2029, ο αριθμός των αναγνωστών στην αγορά των ελληνικών βιβλίων αναμένεται να ανέλθει σε 4,1 εκατομμύρια.

Πού εστιάζουν οι εκδόσεις, τι μπαίνει στον πάγο

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο βασικός άξονας της στρατηγικής στην αγορά του βιβλίου εστιάζει στον περιορισμό έκδοσης νέων τίτλων ή στη μεταφορά για αργότερα ανατυπώσεων, ενώ τα νέα πειραματικά εγχειρήματα στη λογοτεχνία, αλλά και οι λιγότερο «εμπορικές» επιλογές για τουλάχιστον μια διετία μπαίνουν στον «πάγο». Η προσέλκυση του αναγνωστικού κοινού γίνεται σε όλα τα κανάλια ενώ η αγορά έχει ενεργοποιηθεί έντονα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και στις εκθέσεις βιβλίου που διοργανώνονται σε όλη την επικράτεια. Ενισχυτικά λειτουργεί και το αυξημένο τουριστικό ρεύμα κυρίως για τις περιπτώσεις των ξενόγλωσσων εκδόσεων.

Σύμφωνα με τα  στοιχεία του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου(ΟΣΔΕΛ) το 2023 καταγράφηκε πτώση 6,6% στη βιοβλιοπαραγωγή με τους νέος τίτλους και τις επανεκδόσεις να διαμορφώνονται σε 11.285 έναντι των 12.091 του 2022. Τα έντυπα βιβλία αποτελούν το 93,1% του συνόλου της παραγωγής όλων των τύπων βιβλίου. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία η μέση λιανική τιμή ενός νέου τίτλου διαμορφώθηκε πέρυσι σε 17,1 ευρώ, παραμένοντας στα ίδια επίπεδα από το 2020. Σε σχέση με το μέσο όρο του 2019 η μέση τιμή έχει καταγράψει αύξηση κατά περίπου 9,6%.

Το κόστος του χαρτιού

Από πλευράς βιβλιοπαραγωγής μείζον ζήτημα αποτελεί το κόστος του χαρτιού, το οποίο παρότι έχει αποκλιμακωθεί από τα ιστορικά υψηλά που άγγιξε το 2022, όταν η αύξηση ξεπέρασε το 100%, παραμένει επιβαρυμένο κατά περίπου 30%. Παρά το γεγονός ότι ο ΦΠΑ στα βιβλία βρίσκεται στο χαμηλό συντελεστή του 6% όλες οι διαδικασίες της παραγωγής (πχ μεταφραστές, σελιδοποιήσεις, τυπώσεις κτλ) υπόκεινται σε συντελεστή 24%.

Ταυτόχρονα, η στήριξη από την πολιτεία προς τον εκδοτικό κόσμο είναι φειδωλή τόσο σε επίπεδο επιδοτήσεων όσο και εργαλείων αξιοποίησης μέσω κοινοτικών προγραμμάτων, ενώ είναι ενδεικτικό ότι δεν διανέμονται βιβλία ούτε στις σχολικές βιβλιοθήκες.

Οι επιδόσεις του 2023 πέντε ιστορικών σημάτων στο κλάδο των βιβλίων είναι ενδεικτικές των «χαμηλών» ταχυτήτων που πιάνει η αγορά, ενώ ακόμα πιο περιορισμένες αντοχές αναμένεται ότι εμφανίζουν τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία/εκδοτικοί οίκοι.

Οι επιδόσεις

Πιο αναλυτικά, βελτιωμένες επιδόσεις σε σχέση με το 2022 εμφάνισε πέρυσι το βιβλιοπωλείο «Πολιτεία», επιτυγχάνοντας αύξηση 4,7% στα έσοδα τα οποία ανήλθαν σε 18 εκατ. ευρώ. Η κερδοφορία επέστρεψε στη δυναμική του 2021 καθώς σε προ φόρων επίπεδα ανήλθε σε 495.587 ευρώ έναντι 67.819 ευρώ το 2022, και αντίστοιχα τα καθαρά κέρδη διαμορφώθηκαν σε 380.778 ευρώ έναντι 51.357 ευρώ την προηγούμενη χρήση. Οι συνολικές υποχρεώσεις διατηρήθηκαν στα επίπεδα των 3,79 εκατ. ευρώ ενώ η καθαρή θέση της εταιρείας αυξήθηκε κατά 25% σε 2 εκατ. ευρώ.

Μικρή μείωση κατά 1,2% εμφάνισαν τα έσοδα της «Ψυχογιός» τα οποία διαμορφώθηκαν σε 15,4 εκατ. ευρώ. Στον αντίποδα κατά 8% ενισχύθηκε η προ φόρων κερδοφορία η οποία ανήλθε σε 1,1 εκατ. ευρώ ενώ τα καθαρά αποτελέσματα κατέγραψαν μείωση 3,3% στις 736.985 ευρώ έναντι  762.252 ευρώ την προηγούμενη χρήση. Η καθαρή θέση της εταιρείας αυξήθηκε κατά 8% στα 10,7 εκατ. ευρώ ενώ οι συνολικές υποχρεώσεις μειώθηκαν κατά 18,6% στα 4,8 εκατ. ευρώ.

Σε θετική τροχιά κινήθηκαν όλοι οι δείκτες της «Πατάκης» το 2023. Ο κύκλος εργασιών ενισχύθηκε κατά 5,8% στα 13,5 εκατ. ευρώ έναντι 12,8 εκατ. ευρώ το 2022. Τα προ φόρων κέρδη υπερδιπλασιάστηκαν σε 1,1 εκατ. ευρώ έναντι 508 χιλ ευρώ την προηγούμενη χρήση και τα καθαρά κέρδη κατέγραψαν άνοδο σχεδόν 200% και ανήλθαν σε 855 χιλ ευρώ έναντι 290 χιλ το 2022. Κατά περίπου 1,6% βελτιώθηκε και η καθαρή θέση της εταιρείας η οποία στο τέλος της περσινής χρήσης ανήλθε σε 18,5 εκατ. ευρώ, ενώ το σύνολο των υποχρεώσεων αυξήθηκε 8,9% στα 7,3 εκατ. ευρώ.

Επιβράδυνση στη πορεία των εσόδων της κατέγραψε η «ΙΑΝΟΣ» καθώς οι πωλήσεις υποχώρησαν περί το 3,4% στα 9,8 εκατ. ευρώ έναντι 10,1 εκατ. ευρώ το 2022. Ωστόσο η προ φόρων κερδοφορία ενισχύθηκε κατά περίπου 5,6% στις 113 χιλ ευρώ έναντι 106,9 χιλ ευρώ το 2022, όμως η επιβάρυνση των φόρων οδήγησαν τα καθαρά αποτελέσματα σε υποχώρηση της τάξεως του 32% στις 63.487 ευρώ έναντι 94.163 ευρώ το 2022. Κατά 6% ενισχύθηκε η καθαρή θέση της εταιρείας σε 1,03 εκατ. ευρώ ενώ το σύνολο των υποχρεώσεων παρέμεινε στο ύψος των 8,8 εκατ. ευρώ.

Με οριακή αύξηση πωλήσεων της τάξεως του 0,4% έκλεισε το 2023 για το  βιβλιοπωλείο «Πρωτοπορία» αλλά το πρόσημο στη κερδοφορία παρέμεινε αρνητικό. Ειδικότερα, ο κύκλος εργασιών της εταιρείας ανήλθε σε 5,56 εκατ. ευρώ έναντι 5,54 εκατ.ευρώ. Σημαντική επιβάρυνση δέχθηκε το EBITDA το οποίο ήταν αρνητικό στις 68,1 χιλ ευρώ έναντι 10,4 χιλ ευρώ το 2022. Αντίστοιχα, πέραν του 110% ήταν η απώλεια στη κερδοφορία η οποία διεύρυνε τις ζημιές στις 100.153 ευρώ έναντι ζημιά 47.480 ευρώ τη προηγούμενη χρήση. Η εταιρεία ωστόσο κατάφερε να περιορίσει κατά 3% τις υποχρεώσεις της οι οποίες διαμορφώθηκαν σε 2,9 εκατ. ευρώ.