Μπορεί ο Νίκος Λύκος, βασικός μέτοχος και επικεφαλής της Austriacard, να βλέπει το «δημιούργημά» του να βελτιώνει διαρκώς τα οικονομικά του αποτελέσματα (+14% οι πωλήσεις και +10% τα καθαρά κέρδη στο 9μηνο του 2024), αλλά την ίδια στιγμή η μετοχή της εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αθηνών δεν λέει να ξυπνήσει από τον λήθαργο, παραμένοντας «καθηλωμένη» στα χαμηλότερα επίπεδα από τον εταιρικό μετασχηματισμό του 2023, όταν η θυγατρική Austriacard απορρόφησε τη μητρική Inform Λύκος.
Ο ισχυρός άνδρας του Ομίλου, o οποίος βρίσκεται στην εταιρεία από τη δεκαετία του ’80, προτού σταδιακά αναλάβει τα διοικητικά και μετοχικά «ηνία» ως εκπρόσωπος της 4ης γενιάς της οικογένειας Λύκου, γνωρίζει ότι η σημερινή χρηματιστηριακή αποτίμηση των 194 εκατ. ευρώ σίγουρα δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική αξία της Austriacard, η οποία μην ξεχνάμε ότι διαπραγματεύεται παράλληλα και στην αγορά της Βιέννης. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ορατότητα της μετοχής στην ευρωπαϊκή επενδυτική κοινότητα.
Άλλωστε, μιλάμε για έναν Όμιλο, ο οποίος χάρη στις συστηματικές κινήσεις της διοίκησης, κατάφερε να αλλάξει άρδην στρατηγικό προσανατολισμό, αφήνοντας εγκαίρως τις παραδοσιακές εκτυπώσεις και μπαίνοντας με… φόρα στις πολλά υποσχόμενες ψηφιακές υπηρεσίες.
Το αποτέλεσμα είναι σήμερα η Austriacard να δραστηριοποιείται σε τέσσερις διαφορετικές ηπείρους (Ευρώπη, Αμερική, Ασία, Αφρική) και να αποτελεί τον ψηφιακό συνεργάτη σημαντικών εταιρειών, όπως οι Revolut, Santander, UniCredit, doValue, Euronet, Citibank, Commerzbank, Vodafone, T-Mobile, ΔΕΗ, Eunice, Aegean, ΔΑΑ, Intralot, ΟΠΑΠ κ.α.
Η υπο-απόδοση στο ταμπλό
Πριν λίγους μήνες, η διοικητική ομάδα, η οποία απαρτίζεται τόσο από τον Νίκο Λύκο όσο κι από τον διευθύνοντα σύμβουλο Μανώλη Κοντό, είχε εκτιμήσει ότι η υπο-απόδοση της μετοχής οφείλεται στο γεγονός ότι οι αγορές δεν γνωρίζουν το τι ακριβώς κάνει η Austriacard.
Ωστόσο, ακόμη και σήμερα -και παρά τα ικανοποιητικά θεμελιώδη μεγέθη- οι επενδυτές δεν δείχνουν να… ευαισθητοποιούνται, αφήνοντας την πρώην Inform Λύκος (ιδρύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα) να «βολοδέρνει» σε αποτιμήσεις, οι οποίες αδικούν την εικόνα αλλά και τις προοπτικές του Ομίλου.
(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)