Την ανάγκη εκπόνησης ενός Εθνικού Στρατηγικού Σχεδιασμού Υποδομών υπογραμμίζουν τα στελέχη του Ομίλου ΓΕΚ Τέρνα, προκειμένου οι εταιρίες να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις επιχειρηματικού σχεδιασμού και να προγραμματίζουν τις απαιτούμενες επενδύσεις σε δεξιότητες, εξοπλισμό και βελτίωση της παραγωγικότητας.
Σύμφωνα με τον Πέτρο Σουρέτη, εντεταλμένο σύμβουλο και εκτελεστικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΓΕΚ Τέρνα και τον Αλέξανδρο Μιχαηλίδη αναπληρωτή διευθύνων σύμβουλο και γενικό τεχνικό διευθυντή της Τέρνα, ο κατασκευαστικός τομέας βρίσκεται σε ανοδική τροχιά, αντιμετωπίζει ωστόσο σημαντικά προβλήματα και υστερεί σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Παρά τη θετική πορεία του κλάδου τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα» επεσήμανε ο κ. Σουρέτης, μιλώντας σε συνέδριο του ΤΕΕ, «η Ελλάδα καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων σε κατασκευές ως ποσοστό του ΑΕΠ (4,8%) μεταξύ των χωρών της ΕΕ όπου ο μέσος όρος διατηρείται στο 11,5%, με πρώτη στην κατάταξη τη Ρουμανία που έχει αγγίξει το 16,7%».
Στην ίδια λογική ο κ. Μιχαηλίδης εξηγώντας την αναγκαιότητα Εθνικού Στρατηγικού Σχεδιασμού Υποδομών σημείωσε ότι προκειμένου ο κλάδος των κατασκευών να διατηρήσει την θετική του πορεία θα πρέπει να αποκτήσει ορατότητα.
«Έχοντας δει τα τελευταία χρόνια έργα να απεντάσσονται από τους ευρωπαϊκούς πόρους καθώς και άλλα που δημοπρατούνται χωρίς να έχει εξασφαλιστεί η χρηματοδότησή τους – αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη βελτιστοποίησης του προγραμματισμού παραγωγής έργων» ανέφερε και συμπλήρωσε: «H ιεράρχηση των αναγκών και η ευθυγράμμιση τους με τους αντίστοιχους διαθέσιμους πόρους – εθνικούς και κοινοτικούς – σε συνδυασμό με εργαλεία όπως οι Πρότυπες Προτάσεις, που επιταχύνουν τις μελέτες και επιτρέπουν τη μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων, θα δημιουργούσε την ζητούμενη ορατότητα. Περνώντας στην οικονομική βιωσιμότητα του κλάδου, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τη σημαντική καθυστέρηση στις πληρωμές από το Δημόσιο».
Όπως είπε χαρακτηριστικά «το ποσοστό των έγκαιρων πληρωμών στον κλάδο των κατασκευών στην Ελλάδα είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη, καθώς μόνο μία στις τέσσερις πληρωμές πραγματοποιείται εμπρόθεσμα».
Χρόνιες παθογένειες
Ο κ. Σουρέτης επίσης συμπλήρωσε πως «θα πρέπει να διευθετηθούν οι χρονιές παθογένειες του κλάδου της κατασκευαστικής αγοράς με κυρίαρχη τη λειτουργία του παρατηρητήριου τιμών που θα λύσει το θέμα των ελλείψεων αναθεωρήσεων και των ανεδαφικών κοστολογικών προβλέψεων των έργων που έχει ως αποτέλεσμα το 2024 ο κλάδος να καλείται να εκτελέσει έργα με τα δεδομένα του 2004».
Οι όροι λειτουργίας της αγοράς καταγράφηκαν ως ένα ακόμα κρίσιμο ζήτημα με το στέλεχος της Τέρνα να σημειώνει: «Το 2019 τέθηκε σε ισχύ Προεδρικό Διάταγμα 71 το οποίο αντικατέστησε το νόμο ο οποίος καθόριζε τα κριτήρια κατάταξης των εταιρειών για την συμμετοχή τους σε διαγωνισμούς. Έως σήμερα – 5 χρόνια αργότερα – ο νόμος δεν έχει εφαρμοστεί με αποτέλεσμα η ισχύς των υφιστάμενων πτυχίων των κατασκευαστικών εταιρειών να παρατείνεται διαδοχικά χωρίς καμία αξιολόγηση. Αποτέλεσμα αυτού είναι νέες και δυναμικές επιχειρήσεις να μην μπορούν να αναβαθμιστούν και εταιρείες φαντάσματα να εξακολουθούν να βρίσκονται στις σχετικές λίστες εμπειρίας.
Επιπρόσθετα η σύνδεση του ανεκτέλεστου ποσού των υπό κατασκευή έργων με την συμμετοχή μιας επιχείρησης σε διαγωνισμούς δημιουργεί συνθήκες αποκλεισμού σε εταιρίες που βρίσκονται σε ανοδική τροχιά».
Τα στελέχη της ΓΕΚ Τέρνα δεν παρέλειψαν να αναφερθούν και στη μεγαλύτερη πληγή αυτή τη στιγμή στον κλάδο, όπως την χαρακτήρισαν, την έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού που στις Κατασκευές προσεγγίζει τις 50.000 θέσεις.
Σύμφωνα με τις σχετικές εκτιμήσεις, το σύνολο των εργαζόμενων στις Κατασκευές θα πρέπει να αυξηθεί την περίοδο 2024 – 2026 σε περίπου 250 χιλ. εργαζόμενους, επίπεδο που είναι κατά 51 έως 55 χιλ. υψηλότερο σε σύγκριση με το σύνολο της απασχόλησης στις Κατασκευές το 2022 (197 χιλ. εργαζόμενοι).
«Οι κατασκευαστικές εταιρείες πρέπει να κάνουν το καθήκον τους ώστε η κατασκευή να γίνει ελκυστική για τους νέους και η πολιτεία να βοηθήσει στην εκπαίδευσή τους και στην προσέλκυση εργατών από τρίτες χώρες για θέσεις που δεν μπορούν να καλυφθούν από ελληνικό προσωπικό» υπογραμμίστηκε σχετικά.