Η επιβεβαίωση της πληροφορίας σχετικά με την απόφαση της γερμανικής BSH, μητρική της ελληνικής BSH Οικιακές Συσκευές, να σταματήσει τη διάθεση των οικιακών συσκευών με την επωνυμία Siemens στην Ελλάδα και την Κύπρο, φουντώνει τα σενάρια για τις ανακατατάξεις στην αγορά των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών.
Όπως τονίζουν τα στελέχη του χώρου η απόφαση δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, δεδομένης από τη μια πλευρά της ριζικής αναδιάρθρωσης που ακολουθούν οι μεγάλες γερμανικές βιομηχανίες λόγω ύφεσης και από την άλλη λόγω του ισχυρού διεθνούς ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες της αγοράς, η επέλαση των κινεζικών εταιρειών παραγωγής και διάθεσης οικιακών συσκευών είναι δεδομένη και αναμένεται να γίνει πιο έντονη, παρά τις δυσκολίες της κινεζικής οικονομίας, διαμορφώνοντας νέα δεδομένα στον ευρωπαϊκό αλλά και τον εγχώριο ανταγωνισμό τόσο μεταξύ των αλυσίδων καταστημάτων όσο και των επωνυμιών που θα τοποθετηθούν τελικά στο ράφι. Και όλα αυτά με φόντο το συνολικό τζίρο του κλάδου των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών στη χώρα μας που αναμένεται να κινηθεί πτωτικά το 2024, λόγω της μεγάλης πτώσης κατά 18%-20% των πωλήσεων των μεγάλων λευκών οικιακών συσκευών, κυρίως στην κατηγορία της ψύξης, αλλά και λόγω της πίεσης που δέχονται οι πωλήσεις των τεχνολογικών προϊόντων.
Σύμφωνα με την απόφαση της μητρικής εταιρείας της BSH Οικιακές Συσκευές, η διακοπή διανομής των μεγάλων λευκών οικιακών συσκευών όπως ψυγεία, πλυντήρια και κουζίνες με την επωνυμία Siemens στην ελληνική και κυπριακή αγορά ξεκινά άμεσα εντός του 2024 και θα κλιμακωθεί μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων. Όσοι κωδικοί τελειώνουν, δεν θα αντικαθίστανται. Θα παραμείνει ενεργό το τμήμα μικροσυσκευών μέχρι νεωτέρας.
Το τμήμα επισκευής των οικιακών συσκευών Siemens θα παραμείνει ενεργό και θα μπορεί να καλύπτει με ανταλλακτικά. Η ελληνική BSH Οικιακές Συσκευές θα συνεχίσει να διαχειρίζεται και να διακινεί τις υπόλοιπες επωνυμίες και συγκεκριμένα τις Bosch, Pitsos, Gaggenau και Neff. Η BSH είναι παρούσα στην Ελλάδα από το 1976 και μέχρι τώρα το μέσο μερίδιο της στις μεγάλες οικιακές συσκευές στην Ελλάδα είναι της τάξης του 32% και στις μικρές στο 19%. Το 2023 ο τζίρος της εταιρείας διαμορφώθηκε στα 190,8 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά 1,6%. Σύμφωνα με τα στελέχη της εταιρείας βασική στρατηγική της πλέον είναι να επικεντρωθεί σε λιγότερες επωνυμίες για την εξυπηρέτηση του καταναλωτή, εστιάζοντας στις Bosch, Pitsos, Gaggenau και Neff. Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως το 2025 η BSH Οικιακές Συσκευές θα γιορτάσει τα 160 χρόνια παρουσίας της Pitsos στην ελληνική αγορά που έχει αφετηρία το 1865.
Ευρω-κινεζική μάχη μεριδίων
Η γερμανική BSH μέχρι πρότινος τόνιζε πως ήταν η πρώτη παραγωγός βιομηχανία οικιακών συσκευών στην Ευρώπη. Η κινεζική Hisense, που μετρά παρουσία από το 1969, υποστηρίζει πως είναι η πρώτη παραγωγός βιομηχανία οικιακών συσκευών παγκοσμίως και λέγεται πως έχει σχέδια περαιτέρω ανάπτυξης στην ελληνική αγορά.
Τον Ιούνιο 2024 δημιούργησε το πρώτο Experience Center της στην Ελλάδα. Από τη δημιουργία της το 1984, η Ηaier διοικείται από τον ίδιο Διευθύνοντα Σύμβουλο, τον Zhang Ruimin και είναι μία ακόμη κινεζική εταιρεία οικιακών συσκευών με σημαντική παρουσία στην ελληνική αγορά. Μεγαλύτερο αποτύπωμα στην ελληνική αγορά επιδιώκει και η κινεζική TCL, με δραστηριότητα στους κλάδους του κλιματισμού, τηλεοράσεων, λευκών συσκευών και κινητής τηλεφωνίας.
Όπως λένε οι άνθρωποι του κλάδου, «οι κινεζικές εταιρείες επιδιώκουν διακαώς να αγοράσουν μερίδια στην ευρωπαϊκή αγορά με ανταγωνιστικά προϊόντα, λόγω χαμηλότερου κόστους κατασκευής». Η Ευρώπη χάνει έδαφος ως κατασκευαστής.
Και συμπληρώνουν λέγοντας πως «είναι επιχειρήσεις που έχουν δομηθεί σε τελείως άλλη κλίμακα εξυπηρέτησης καταναλωτών σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές, οι οποίες φαίνεται πως δεν μπορούν να επιδείξουν γρήγορα αντανακλαστικά, υπό τις παρούσες συνθήκες. Επίσης οι Ευρωπαίοι δαπανούν περισσότερα για τον οικιακό τους εξοπλισμό σε σύγκριση με άλλους λαούς από Βαλκάνια ή και Ασία, παρά την μείωση των εισοδημάτων που έχει υποστεί».
Αγορά
Όπως δείχνουν τα στοιχεία του πενταμήνου 2024 (Ιανουάριος –Μάιος 2024) της GFK ο κλάδος κατέγραψε συνολικό τζίρο της τάξης του 1,107 δις. ευρώ με ποσοστιαία μεταβολή -11% σε αξία και -5% σε τεμάχια συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Οι προσδοκίες του 2024 συνεχίζουν να εμφανίζονται υποτονικές. Η εξέλιξη της καταναλωτικής ζήτησης αναμένεται να καταγράψει ηπιότερη άνοδο κατά περίπου 1,2% το 2024.
Προβλέπεται πως ο ρυθμός πληθωρισμού θα κυμανθεί στην περιοχή του 3,0%. Με αυτά τα δεδομένα ειδικά στην αγορά των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών οι προσφορές θα συνεχίζουν να παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο αναφορικά με την προσέλκυση των καταναλωτών, που δέχονται ισχυρές πιέσεις λόγων πληθωρισμού και ακρίβειας. Το γεγονός αυτό, παράλληλα με τα περιορισμένα περιθώρια κέρδους, την ανάγκη για διατήρηση υψηλού κεφαλαίου κίνησης από την πλευρά των επιχειρήσεων και το χρηματοοικονομικό κόστος εντείνουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των retailers αλλά και των επώνυμων προϊόντων του κλάδου.