Έτοιμη να υποδεχθεί και φέτος το πρώτο σχολικό κουδούνι είναι η Max Stores, επιτυγχάνοντας ανοδική πορεία μεγεθών, διεύρυνση μεριδίου και βελτίωση δεικτών κερδοφορίας.
Η διοίκηση της εταιρείας -που από το 1992 δραστηριοποιείται στη λιανική πώληση παιχνιδιών, σχολικών, βιβλίων, ηλεκτρονικών και εποχικών ειδών- αναφέρει στην οικονομική έκθεση των πεπραγμένων της χρήσης 2023 ότι το «πρόσημο» παραμένει θετικό και για τη φετινή χρονιά, παρά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα που δημιουργούν ο πληθωρισμός, το ενεργειακό κόστος και οι γεωπολιτικές εξελίξεις.
«Η εταιρεία θα συνεχίσει την πορεία της στο πλαίσιο της πολιτικής που έχει χαράξει. Πρόθεση της εταιρείας είναι η περαιτέρω γεωγραφική της επέκταση μέσω νέων καταστημάτων και η ενίσχυση του e-shop της, ενώ τα θετικά αποτελέσματα (κέρδη) της χρήσης 2023 δημιουργούν και ενισχύουν τις θετικές προσδοκίες για το 2024» επισημαίνεται στην έκθεση.
Σε ό,τι αφορά το δίκτυο καταστημάτων, μέχρι στιγμής η Max Stores διατηρεί παρουσία μονάχα στην Αττική και στα τέλη του 2023 εγκαινίασε το δέκατο κατάστημά της στην περιοχή της Γλυφάδας. Ενδιαφέρον θα έχει εάν η απόφαση αυτή συνοδεύεται και με επέκταση εκτός Αττικής.
Σχετικά με τις επιδόσεις κατά την περσινή χρονιά, η εταιρεία πέτυχε αύξηση κύκλου εργασιών 10,5%, με τα έσοδα να ανέρχονται σε 32,6 εκατ. (29,58 εκατ. το 2022), με τη διοίκηση να σημειώνει πως «η αύξηση προήλθε κυρίως από την αύξηση του μεριδίου αγοράς». Κατά την περσινή χρονιά οι πωλήσεις λιανικής και χονδρικής εμφάνισαν αύξηση 10,9% και 11,1% αντίστοιχα, ενώ αντίθετα οι ηλεκτρονικές πωλήσεις κατέγραψαν μείωση 5,6% και διαμορφώθηκαν σε 1,01 εκατ. ευρώ. Σε όρους κερδοφορίας, τα ΕΒΙΤ DA ανήλθαν σε 2,8 εκατ., αυξημένα κατά 16,6%, έναντι 2,4 εκατ. το 2022. Σημαντική βελτίωση κατέγραψαν τα προ φόρων κέρδη, τα οποία ενισχύθηκαν 58,7% και ανήλθαν σε 1,03 εκατ. ευρώ.
Αντίστοιχα, η καθαρή κερδοφορία διαμορφώθηκε σε 771 χιλ., ενισχυμένη 33,1% έναντι της προηγούμενης χρήσης. Τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας διαμορφώθηκαν σε 4,9 εκατ. έναντι 4,2 εκατ. το 2022, ενώ σε επίπεδο υποχρεώσεων το βραχυπρόθεσμο μέρος αφορά 14,9 εκατ. (αυξημένο 4,2% έναντι της προηγούμενης χρήσης) και το μακροπρόθεσμο 7,2 εκατ. (μειωμένο 13,2% σε σχέση με την προηγούμενη χρήση).