Ολοκλήρωσε την εξαγορά της Cerevel Therapeutics (NASDAQ: CERE) η βιοφαρμακευτική εταιρεία AbbVie (NYSE: ABBV).
Ενισχύει έτσι τον τομέα της νευρολογίας της και επαναεπιβεβαιώνοντας τη δημοσιοποιημένη πρόβλεψη για προσαρμοσμένα απομειωμένα κέρδη ανά μετοχή, για το 2024, μεταξύ 10,71 και 10,91 δολαρίων, καθώς και τη δημοσιοποιημένη πρόβλεψη για προσαρμοσμένα απομειωμένα κέρδη ανά μετοχή τρίτου τριμήνου μεταξύ 2,92 και 2,96 δολαρίων.
Η Cerevel αντιπροσωπεύει για την AbbVie μια εξαιρετική στρατηγική επιλογή, η οποία δυνητικά θα συνεισφέρει σημαντικά στα έσοδα της εταιρείας την επόμενη δεκαετία, καθώς διαθέτει πολλά προγράμματα με θεραπείες υπό ανάπτυξη, για διάφορες νευρολογικές και ψυχιατρικές παθήσεις, όπως η σχιζοφρένεια, η νόσος του Πάρκινσον και οι διαταραχές της διάθεσης, όπου καταγράφονται σημαντικές ανεκπλήρωτες ανάγκες για τους ασθενείς.
Οι θεραπευτικές λύσεις υπό ανάπτυξη της Cerevel συμπληρώνουν, σε μεγάλο βαθμό, το υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο της AbbVie στη νευρολογία και η ολοκλήρωση της εξαγοράς αποτελεί σημαντικό βήμα προόδου για την παροχή νέων και καλύτερα ανεκτών θεραπειών.
Ο Robert A. Michael, Chief Executive Officer της AbbVie, καλωσoρίζοντας στην ομάδα της AbbVie του εργαζόμενους της Cerevel, ανέφερε ότι δέσμευση όλων είναι να συμβάλλουν θετικά και ουσιαστικά στη ζωή των ασθενών που ζουν με νευρολογικές και ψυχιατρικές παθήσεις.
Οι θεραπείες της Cerevel
Το emraclidine, ένας δυνητικά καλύτερος στην κατηγορία του αντιψυχωσικός παράγοντας επόμενης γενιάς, είναι ένας θετικός, αλλοστερικός ρυθμιστής (PAM) του μουσκαρινικού υποδοχέα Μ4, ο οποίος μελετάται για τη θεραπεία της σχιζοφρένειας – μίας νόσου που επηρεάζει περίπου 24 εκατομμύρια ανθρώπους, παγκοσμίως. Σε μία μελέτη Φάσης 1b, το emraclidine έχει καταδείξει ελπιδοφόρα αποτελεσματικότητα και ασφάλεια, ενώ, παράλληλα, ολοκληρώνονται δύο δοκιμές Φάσης 2 που σχεδιάστηκαν για να επιτρέψουν τη συγκέντρωση στοιχείων για την κατάθεση φακέλου έγκρισης.
Το tavapadon, ένας πρώτος στην κατηγορία του εκλεκτικός μερικός αγωνιστής της ντοπαμίνης D1/D5, για την αντιμετώπιση της νόσου του Πάρκινσον, συμμετέχει επί του παρόντος σε μελέτες Φάσης 3 και διαθέτει δυνατότητες για χρήση τόσο ως μονοθεραπεία, όσο και ως συμπληρωματική θεραπεία. Με βάση την αποτελεσματικότητα και το προφίλ ασφάλειας-ανεκτικότητάς του, το tavapadon θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην πρώιμη νόσο του Πάρκινσον, αποτελώντας βραχυπρόθεσμα μία συμπληρωματική θεραπεία των υφιστάμενων συμπτωματικών θεραπειών της AbbVie για την προχωρημένη νόσο του Πάρκινσον. Πρόσφατα, το tavapadon πέτυχε το πρωτεύον καταληκτικό σημείο, σε μια πιλοτική μελέτη Φάσης 3, ενώ αναμένονται και δεδομένα από πρόσθετες μελέτες Φάσης 3 του tavapadon, εντός του τρέχοντος έτους.
Το CVL-354, που βρίσκεται επί του παρόντος στη Φάση 1, είναι ένας δυνητικά καλύτερος στην κατηγορία του ανταγωνιστής του υποδοχέα των κ-οπιοειδών (KOR), που έχει τη δυνατότητα να παρέχει σημαντικά βελτιωμένη αποτελεσματικότητα και ανεκτικότητα σε σύγκριση με τις υφιστάμενες θεραπείες για τη μείζονα καταθλιπτική διαταραχή. Το darigabat, που βρίσκεται επί του παρόντος στη Φάση 2, είναι ένας θετικός, αλλοστερικός ρυθμιστής (PAM) που στοχεύει επιλεκτικά τις υπομονάδες α 2/3/5 του υποδοχέα GABA τύπου A για την ανθεκτική στη θεραπεία επιληψία και τη διαταραχή πανικού.