Χρόνια μεγάλης ανόδου εργασιών ήταν το 2023 για τη ΜΕΒΓΑΛ, με την αναπτυξιακή πορεία να συνεχίζεται και φέτος, πάντοτε εν μέσω αλλεπάλληλων επενδυτικών προγραμμάτων.
Η εταιρεία, όπως τονίζει στη «Ν» η πρόεδρός της, Μαίρη Χατζάκου, υλοποιεί επενδύσεις για τη διαρκή βελτίωση της ποιότητας, τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεών της, την αυτοματοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας, την αύξηση των δυνατοτήτων της για παραγωγή νέων προϊόντων και τη μείωση του αποτυπώματός της στο περιβάλλον.
Πρόσφατα, λοιπόν, όπως σημειώνει η κ. Χατζάκου, ολοκληρώθηκε επένδυση ύψους 20 εκατ. ευρώ για την αναβάθμιση της μονάδας παραγωγής φέτας, «γεγονός που υπογραμμίζει την πίστη μας στο εθνικό μας προϊόν, κάτι που συνεχίζεται από το παρελθόν, μιας και ο ιδρυτής της ΜΕΒΓΑΛ, Κωνσταντίνος Χατζάκος, ήταν ο πρώτος που καινοτόμησε κυκλοφορώντας στην ελληνική αγορά την επώνυμη συσκευασμένη φέτα, που μέχρι τότε πουλιόταν μόνο σε δοχείο».
Με την ολοκλήρωση της εν λόγω επένδυσης η ΜΕΒΓΑΛ καθίσταται μία από τις πιο σύγχρονες βιομηχανίες στην κατηγορία της σε ολόκληρη την περιοχή των Βαλκανίων.
Περαιτέρω, για τη διετία 2024-2025 το επενδυτικό πλάνο της ΜΕΒΓΑΛ είναι ύψους 15 εκατ. ευρώ και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, νέες συσκευαστικές μηχανές για το γάλα και τα λευκά τυριά, επέκταση ψυκτικών χώρων για κάλυψη των διαρκώς αυξανόμενων αναγκών, αλλά και επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά και ενδεχομένως σε μονάδα παραγωγής βιοαερίου από τα βιομηχανικά απόβλητα.
Σημειωτέον, επίσης, ότι από το 2016 μέχρι σήμερα οι επενδύσεις της ΜΕΒΓΑΛ ξεπερνούν τα 50 εκατ. ευρώ.
Ενίσχυση εξαγωγών
Η έντονη εξωστρέφεια αποτελεί χαρακτηριστικό της ΜΕΒΓΑΛ επί πολλές δεκαετίες, καθώς σύστησε για πρώτη φορά τα προϊόντα της εκτός συνόρων το 1985.
Η αρχή έγινε με την Ιταλία και σήμερα η εταιρεία έχει παρουσία σε περισσότερες από 35 χώρες, με τις εξαγωγές να αποτελούν το 40% του συνολικού κύκλου εργασιών της, ο οποίος ήταν κατά 23% αυξημένος το 2023 σε σχέση με την περασμένη χρονιά.
Οι μεγαλύτεροι πελάτες της βρίσκονται σε ευρωπαϊκές χώρες, αλλά υπάρχει συνεχής επέκταση και σε νέες αγορές. «Εξάγουμε το 65% της φέτας και το 60% των γιαουρτιών που παράγουμε, με το μεγαλύτερο ποσοστό να είναι επώνυμα (branded) προϊόντα.
Το ενδιαφέρον για επέκταση σε περισσότερες χώρες είναι διαρκές και γίνονται μεθοδευμένες ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση για προσέγγιση νέων αγορών.
Στη ΜΕΒΓΑΛ είμαστε υπερήφανοι, που μέσω των εξαγωγών μας βελτιώνουμε το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, δημιουργώντας εγχώριο πλούτο και παράλληλα γινόμαστε πρεσβευτές της μεσογειακής διατροφής σε όλο τον κόσμο.
Είμαι υπερήφανη, επίσης, που από το 1985, ταξιδεύοντας με τον πατέρα μου, βλέπαμε τα προϊόντα ΜΕΒΓΑΛ στα ράφια της Ιταλίας, της Αγγλίας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Σε αυτά τα ταξίδια υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θα συνεχίσω το έργο του», τονίζει η κ. Χατζάκου.
Στην κατεύθυνση αυτή η συμμετοχή της ΜΕΒΓΑΛ στη Διεθνή Έκθεση Summer Fancy Food Show στη Νέα Υόρκη τον φετινό Ιούνιο εκτιμάται ότι άνοιξε ακόμη περισσότερο τις «πόρτες» για περαιτέρω αύξηση της ήδη έντονης εξαγωγικής παρουσίας της εταιρείας στην αγορά των ΗΠΑ μέσω
της συνεργασίας της με την Cosco.
Αύξηση μεγεθών
Το 2023 έκλεισε για τη ΜΕΒΓΑΛ με κύκλο εργασιών 182,914 εκατ. ευρώ έναντι 153,859 εκατ. του 2022 και για τη φετινή χρήση αναμένεται νέα αύξηση, στο επίπεδο των 196 εκατ. ευρώ.
Αντίστοιχα, τα λειτουργικά κέρδη (EBITDA) διαμορφώθηκαν για την εταιρεία το 2023 στα 15,549 εκατ. ευρώ έναντι 7,644 εκατ. ευρώ του 2022 και για το 2024 έχουν προϋπολογιστεί στα 18,5 εκατ. ευρώ.
Την αγάπη του για το γάλα, την πίστη του στους ανθρώπους και στους συνεργάτες του και το όραμά του για το μέλλον και τις καινοτόμες εξελίξεις, το κληροδότησε και στις επόμενες γενιές στις οποίες παρέδωσε τη σκυτάλη της ΜΕΒΓΑΛ.
Χαρακτηριστική φράση του ιδρυτή της ΜΕΒΓΑΛ ήταν εξάλλου ότι μέσα στις φλέβες του κυλά γάλα. Μια φράση ενδεικτική της βαθιάς αγάπης του για το γάλα και τα προϊόντα του και της εξίσου βαθιάς αφοσίωσης με την οποία υπηρέτησε το όραμά του, όπως κάνουν και οι νέες γενιές της οικογένειας.
Η ιστορική διαδρομή της γαλακτοβιομηχανίας
Η ιστορία της ΜΕΒΓΑΛ ξεκινά το 1950, όταν ο Κωνσταντίνος Χατζάκος, προερχόμενος από οικογένεια προσφύγων με μακρά παράδοση στη γαλακτοκομία, αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί στον κλάδο ιδρύοντας τη ΜΕΒΓΑΛ και βάζοντας τον θεμέλιο λίθο για ό,τι θα ακολουθήσει στη συνέχεια.
Αρχικά, ασχολείται με τη συλλογή γάλακτος και γρήγορα στρέφεται και στη μεταποίηση, συγκεκριμένα την παραγωγή φέτας και κασεριού. Το 1952 νοικιάζει στην οδό Φιλίππου στα Κουφάλια Θεσσαλονίκης μια αποθήκη, όπου οργανώνει το τυροκομείο που θα εξελιχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες γαλακτοβιομηχανίες της Ελλάδας.
Το 1967 αρχίζει η λειτουργία του νέου εργοστασίου στις παρυφές των Κουφαλίων, στον χώρο όπου στεγάζεται μέχρι σήμερα. Το 1971 ο ιδρυτής της, ανταποκρινόμενος άμεσα στον νόμο 4085/60 περί υποχρεωτικής παστεριώσεως του γάλακτος, στήνει γραμμή εμφιάλωσης σε διαφανή φιάλη από πολυμερές υλικό.
Το 1978, οδηγεί τη ΜΕΒΓΑΛ σε μια αλματώδη ανάπτυξη με την παραγωγή γιαουρτιού ευρωπαϊκού τύπου, ενώ το 1985 είναι ο πρώτος βιομήχανος που κυκλοφορεί τυποποιημένα προϊόντα και τολμάει να εξάγει ελληνικά γιαούρτια και τυριά.