Η Ουκρανία βρίσκεται σε έναν πόλεμο χωρίς ορίζοντα τέλους. Μετά τη G7 στην ιταλική Απουλία, ξεκινά η Διάσκεψη για την Ειρήνη στο Μπούργκενστοκ της Ελβετίας. Προηγήθηκε μέσα στην εβδομάδα η Διάσκεψη για την Ανοικοδόμηση της Ουκρανίας στο Βερολίνο. Και μπορεί η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας να φαντάζει ευσεβής πόθος, πάντως οι πολιτικές υποσχέσεις που δόθηκαν από το Βερολίνο, όπως η δυνατότητα έναρξης ενταξιακών συνομιλιών μέχρι το τέλος Ιουνίου, αλλά και οι οικονομικές εγγυήσεις προς επίδοξους επενδυτές, προετοιμάζουν ήδη το έδαφος για την επόμενη ημέρα.
Ρίσκο και ευκαιρίες για το ελληνικό επιχειρείν
Υπάρχει ήδη μια πρώτη ελληνική επιχειρηματική ματιά στην Ουκρανία, ορισμένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην περιοχή από παλιά και άλλες που παρακολουθούν και σταθμίζουν τις προοπτικές που θα μπορούσαν να προκύψουν από εδώ και πέρα, την επόμενη ημέρα.
Αν και περιορισμένης κλίμακας σήμερα, η ελληνική επιχειρηματική παρουσία θα μπορούσε θα παίξει μελλοντικά πιο ενεργό ρόλο στην περιοχή, ανέφερε στην DW η Γενική Γραμματέας Ιδιωτικών Επενδύσεων Βασιλική Λοϊζου.
Eπιπλέον, και χώρες όπως η Γερμανία έχουν συνειδητοποιήσει τις δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει η Ελλάδα για τη μελλοντική ανοικοδόμηση της Ουκρανίας.
«Το επιχειρείν χρειάζεται ρίσκο» παρατηρεί η κ. Λοΐζου και οι επιχειρηματικές ευκαιρίες για την Ουκρανία δημιουργούνται τώρα, γιατί τώρα υπάρχει χρηματοδότηση (Ukraine Facility), δάνεια, συμπράξεις αλλά και σημαντικές εγγυήσεις που δίνονται π.χ. από τις ΗΠΑ ή την ΕΕ. «Έτσι οποιοδήποτε ρίσκο ελαχιστοποιείται και γίνεται ευκαιρία».
Ως προς τις επενδυτικές προοπτικές για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, αυτό που διαφάνηκε στη Διάσκεψη στο Βερολίνο, είναι ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να συμβάλλει πρωτίστως στον τομέα της ενέργειας, των υποδομών, των logistics, στις νέες τεχνολογίες και την καινοτομία, στον τομέα της φαρμακοβιομηχανίας, των γενόσημων φαρμάκων και ευρύτερα των ιατρικών υπηρεσιών. Αλλά και μέσω συμβουλευτικών εταιρειών που θα μπορούσαν να βοηθήσουν την Ουκρανία στην πορεία της προς την ΕΕ, όπως συνέβη και με άλλες βαλκανικές χώρες, ανέφερε στην DW ο ειδικός απεσταλμένος της Ελλάδας για την Ουκρανία, πρέσβης Σπύρος Λαμπρίδης.
Για τον ίδιο η μεγάλη ευκαιρία που ανοίγεται με την Ουκρανία, όπως φάνηκε και στο Βερολίνο, είναι ότι παρά τον πόλεμο, υπάρχει μια δυναμική, «δυτικόστροφη» για την οικονομία και την κοινωνία. Όπως εξηγεί, γνωρίζοντας σε βάθος ο ίδιος την Ουκρανία, πρόκειται «για μια χώρα αναπτυγμένη που έχει υποστεί σοβαρά πλήγματα, η οποία όμως ξέρει πώς να γυρίσει εκεί που ήταν. Ήταν έτοιμη για το μεγάλο άλμα προς την ΕΕ, περισσότερο από κάποιες άλλες χώρες των Βαλκανίων».
Αυτή τη στιγμή, πάντως, γεγονός είναι ότι επί του πεδίου καταγράφεται μια σημαντική συρρίκνωση των ελληνικών εταιρειών στην Ουκρανία εξαιτίας του πολέμου, παρατηρεί η κυρία Λοΐζου. Οι περισσότερες εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στην Ουκρανία έχουν φύγει και ελάχιστες παραμένουν στην περιοχή, όπως η Τράπεζα Πειραιώς. Ωστόσο το ενδιαφέρον επιχειρηματιών παραμένει ενεργό. «Προσπαθούμε, αλλά ακόμη πρέπει να κάνουμε πολλά βήματα» σημειώνει, τονίζοντας ότι δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα, που δεν γειτνιάζει με την Ουκρανία, όπως η Πολωνία ή η Ρουμανία. Πάντως, όπως προσθέτει ο κ. Λαμπρίδης, στη Ρουμανία δραστηριοποιούνται ήδη πάνω από 300 ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να επεκταθούν στην Ουκρανία και γι’ αυτό είναι σημαντική η διασύνδεσή τους.
Ναυτιλία, φυσικό αέριο, Αλεξανδρούπολη…
Δυναμικό «παρών» πάντως στην περιοχή, ακόμη και εν καιρώ πολέμου, συνεχίζει να δίνει η ελληνική εμπορική ναυτιλία, δεδομένου ότι ο ελληνόκτητος στόλος είναι από τους ισχυρότερους στον κόσμο. Ένα μέρος της εμπορικής κίνησης στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, παρά την απομείωσή της εξαιτίας του πολέμου, συνεχίζει να εκτελείται μέσω του ελληνόκτητου στόλου.
Ταυτόχρονα, κομβικής σημασίας, όπως αναφέρουν οι δύο συνομιλητές μας, θεωρείται ο τομέας της ενέργειας και ειδικότερα της ΔΕΠΑ (Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου) για μεταφορές φυσικού αερίου από και προς την Ουκρανία, όπως και το στρατηγικής σημασίας λιμάνι της Αλεξανδρούπολης – κάτι που έγκαιρα συνειδητοποίησε η αμερικανική πλευρά εδώ και μια δεκαετία.
Μάλιστα στο πλαίσιο της Διάσκεψης του Βερολίνου η ελληνική αντιπροσωπεία είχε συνάντηση με τον Τζέφρι Πάιατ, πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα την περίοδο 2016 – 2022. Ο Πάιατ είχε διατελέσει επίσης πρέσβης στην Ουκρανία από το 2013 έως το 2016, σε μια μεταβατική εποχή για τη χώρα και σήμερα είναι υφυπουργός Ενέργειας επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να αξιοποιηθεί περαιτέρω ως ενεργειακό hub για LNG μέσω των λιμανιών όχι μόνο της Αλεξανδρούπολης , αλλά και της Καβάλας, όπως και της Θεσσαλονίκης , καθώς επίσης ως κόμβος χερσαίων μεταφορών, σημειώνει ο κ. Λαμπρίδης.
Πηγή: Deutsche Welle