Το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής, οι πελάτες σε μπουτίκ της Gucci στο Παρισι περιπλανήθηκαν ανάμεσα σε σωρούς από προϊόντα της περασμένης σεζόν με μεγάλες εκπτώσεις: Κίτρινες γόβες, γούνινες παντόφλες, φανταχτερά σακάκια και φωτεινά πράσινα clutches.
Μια εκποίηση τέτοιου είδους θα ήταν αδιανόητη για τους ανταγωνιστές της όπως η Louis Vuitton, η Chanel και η Hermès.
Μετά την ανησυχητική προειδοποίηση από την ίδια την Gucci, τον περασμένο μήνα, ότι οι πωλήσεις της είχαν υποχωρήσει, οι επενδυτές γνώριζαν ότι οι επιδόσεις του πρώτου τριμήνου της Kering, της μητρικής της Gucci, δεν θα ήταν ευχάριστες.
Αλλά το μέγεθος των προβλημάτων της ναυαρχίδας της εταιρείας αποκαλύφθηκε την Τρίτη.
Οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 18% το τρίμηνο έως τις 31 Μαρτίου, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις. Οι μετοχές υποχώρησαν έως και 10%, στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων έξι ετών.
Εντωμεταξύ, οι νέες επενδύσεις που αναμένεται να δώσουν νέα ώθηση στην εταιρεία, σημαίνουν ότι τα λειτουργικά κέρδη του ομίλου της Kering θα καταρρεύσουν μεταξύ 40% και 45% το πρώτο εξάμηνο του 2024.
Στο άρμα της εφήμερης μόδας ή του κλασσικού στυλ;
Οι άγριες διακυμάνσεις στην πορεία της Gucci όλα αυτά τα χρόνια μπορούν να αποδοθούν στην προσπάθειά της να βρει τη χρυσή τομή ανάμεσα στη μόδα και την πολυτέλεια, δύο επιχειρηματικά μοντέλα που μπορεί να έρχονται σε αντίθεση μεταξύ τους. Το ένα βασίζεται σε τάσεις που είναι εφήμερες και πρέπει να αλλάζουν συνεχώς, ενώ το άλλο είναι πιο διαχρονικό και διαρκές.
Ο όμιλος ιστορικά επιμένει περισσότερο στο πρώτο, επιτρέποντας στην Gucci να πουλάει προϊόντα με γνώμονα τη μόδα, όπως αυτά που πωλούνταν στο outlet, αλλά καθιστώντας την επίσης ευάλωτη στις ιδιοτροπίες των οικονομικά ευκατάστατων αγοραστών.
Οι ανταγωνιστές της όπως η Hermès και η Chanel, προσφέρουν διαχρονικά κλασικά κομμάτια, συχνά δημιουργώντας τεχνητές ελλείψεις για να τα κρατήσουν επιθυμητά.
«Όταν είσαι εκτεθειμένος στη μόδα, από την φύση της ευμετάβλητη, μπορείς να καβαλήσεις το κύμα για λίγο, αλλά όχι για πολύ», δήλωσε ο Mario Ortelli, ιδρυτικός εταίρος της εταιρείας συμβούλων Ortelli & Co. στο Λονδίνο.
Δεν αγοράζουν εν αναμονή της νέας κολεξιόν
Η μετάβαση από την πολυτελή αισθητική της, υπό τον πρώην δημιουργικό διευθυντή Alessandro Michele σε πιο λιτό ύφος, υπό τον διάδοχό του, Sabato De Sarno, αποδείχθηκε προβληματική.
Η συλλογή του De Sarno μόλις έφτασε στα καταστήματα, ενώ πρώτα έφτασαν τα ρούχα και τα παπούτσια υψηλών προδιαγραφών που στάλθηκαν στην πασαρέλα τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Παρόλο που άρεσαν στους πελάτες, συνέβαλαν σε λιγότερο από το 7% των πωλήσεων της Gucci κατά το πρώτο τρίμηνο, ανακοίνωσε η Kering.
Πλέον έρχονται με πιο mainstream είδη, και ανδρικά προϊόντα να προστίθενται στα γυναικεία.
Ωστόσο, για τους πελάτες, δεν έχει νόημα να αγοράσουν τώρα, εφόσον αυτά που είναι διαθέσιμα θα είναι σύντομα ξεπερασμένα.
Κατάρρευση σε Ασία
Όπως φάνηκε, χωρίς το δέλεαρ της νέας κολεξιόν, οι καταναλωτές, ιδίως στην Ασία, δεν μπήκαν καθόλου στον κόπο να επισκεφθούν τις μπουτικ. Αυτό έπληξε τη ζήτηση για τις κλασικές σειρές. Οι πωλήσεις της μάρκας στην περιοχή, εξαιρουμένης της Ιαπωνίας, μειώθηκαν κατά 28% το πρώτο τρίμηνο.
Παράλληλα, η Gucci βρίσκεται σε πιο δύσκολη θέση από τους αντιπάλους της, καθώς απευθύνεται σε εύπορους και όχι σε πάμπλουτους αγοραστές. Η LVMH ιδιοκτήτρια των Louis Vuitton και Loewe, η οποία είχε καλύτερες επιδόσεις, απευθύνεται σε ένα «ευγενέστερο» κοινό.
Πράγματι, η Kering κατηγόρησε την Gucci ότι βρέθηκε σε δυσχερή θέση στην Κίνα, καθώς τα προϊόντα της δεν θεωρήθηκαν ούτε επένδυση αλλά και ούτε ιδιαίτερα προσιτά.
Ωστόσο, αν και οι επενδυτές είναι συγκρατημένοι, η Gucci δεν πρέπει να θεωρηθεί καταδικασμένη. Εξακολουθεί να είναι ένα τεράστιο εμπορικό σήμα, με πωλήσεις σχεδόν 10 δισεκατομμυρίων ευρώ (10,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων) πέρυσι.
naftemporiki.gr