«Απαραίτητη» χαρακτήρισε η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ) την αύξηση του κατώτατου μισθού που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, «κυρίως για την ενίσχυση του εισοδήματος των χαμηλόμισθων εργαζομένων, των οποίων το εισόδημα επηρεάζεται περισσότερο από τον επίμονο πληθωρισμό».
Αναγκαία η λήψη μέτρων για τη συγκράτηση των τιμών
Η ΓΣΕΒΕΕ προσθέτει: «προκειμένου η αύξηση που αποφασίστηκε να έχει αξία, είναι αναγκαίο να ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα για τη συγκράτηση των τιμών. Αναγκαία είναι, επίσης, και η λήψη μέτρων για τη μείωση του κόστους λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που τα τελευταία 2 έτη έχει αυξηθεί κατά 35%, καθώς και μέτρα για την ενίσχυση της ρευστότητάς τους. Τέτοια θα μπορούσαν να είναι η πλήρης κατάργηση τους τέλους επιτηδεύματος, η ρεαλιστική ρύθμιση των οφειλών, η μείωση των έμμεσων φόρων, ο περιορισμός των ειδικών φόρων και τελών, η επαναφορά του αφορολόγητου ορίου για τα εισοδήματα που αποκτώνται από επιχειρηματική δραστηριότητα και βέβαια η απόσυρση της τεκμαρτής φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων, η οποία θα τις επιβαρύνει έτι περαιτέρω καθώς συνδέεται άμεσα με το ύψος του κατώτατου μισθού».
Στην ανακοίνωσή της η ΓΣΕΒΕΕ καταλήγει πως «επαναλαμβάνουμε την πάγια θέση μας, ότι η αρμοδιότητα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού θα πρέπει να επιστρέψει στους Κοινωνικούς Εταίρους. Η διοικητική διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού, η οποία αντικατέστησε τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και την έκταση της ΕΓΣΣΕ, εκτός ότι εμπεριέχει μια στείρα διαδικασία κοινωνικού διαλόγου, αποτελεί συστηματικά και προϊόν πολιτικής εργαλειοποίησης».