Ραγδαία προβλέπεται να είναι η αύξηση των ορυκτών πρώτων υλών στα επόμενα χρόνια στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης αλλά και της ηλεκτροκίνησης, σύμφωνα με τη διοίκηση του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων. Γεγονός που καθιστά τη συνδρομή των ελληνικών εξορυκτικών επιχειρήσεων σημαντική για την κοινωνικό-οικονομική ανάπτυξη σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Παρά το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή πολιτική δεν είναι καθόλου ευνοϊκή για τον κλάδο. Αξίζει να σημειωθεί πως η εξορυκτική δραστηριότητα στην Ευρώπη λειτουργεί με το πιο αυστηρό νομικό πλαίσιο σε ό,τι αφορά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Αυτό έχει οδηγήσει τα τελευταία 30 χρόνια σε μείωση της παραγωγής εντός Ευρώπης πάνω από 35%.
Ταυτόχρονα έχουν αυξηθεί οι εισαγωγές από Τρίτες Χώρες. Όπως τονίζει ο πρόεδρος του ΣΜΕ, Κ. Γιαζιτζόλγου, «οι ελληνικές εξορυκτικές επιχειρήσεις έχουν ουσιαστική συνδρομή στην κοινωνικό οικονομική ανάπτυξη ολόκληρων περιοχών – με τη δημιουργία δεκάδων χιλιάδων καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας, στην εισροή πολύτιμου συναλλάγματος – σε περιόδους που ήταν ζωτικής σημασίας για τη σταθερότητα της χώρας καθώς επίσης και στην ανάπτυξη τεχνογνωσίας και καινοτομίας».
Σχετικά με την πορεία της ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας το 2024 αλλά και μακροπρόθεσμα ο κ. Γιαζιτζόγλου, συμπλήρωσε λέγοντας πως «στην ανατολή του δεύτερου αιώνα δραστηριοποίησης μας, οραματιζόμαστε το μέλλον, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις σημαντικές αλλαγές που βιώνουμε τις τελευταίες δεκαετίες, σε ό,τι αφορά την τεχνολογία, το περιβάλλον αλλά και την γεωπολιτική σταθερότητα.
Οι ελληνικές εξορυκτικές επιχειρήσεις, αξιοποιώντας τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, εγγυώνται την παραγωγή ορυκτών πρώτων υλών με το μικρότερο δυνατό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και είναι έτοιμες να ανταποκριθούν στις προκλήσεις του μέλλοντος για πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη και να προσφέρουν στην Ευρώπη τις κρίσιμες αλλά και τις χρήσιμες πρώτες ύλες που απαιτούνται».
Ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων ήδη μετρά 100 χρόνια δράσης και όπως επεσήμανε ο Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής των 100 Χρόνων ΣΜΕ Αθανάσιος Κεφάλας, «τα ορυκτά είναι παντού γύρω μας και βρίσκονται στην αρχή της αλυσίδας αξίας για τα περισσότερα από τα προϊόντα που χρησιμοποιούμε στη καθημερινότητά μας, ενώ η ενεργειακή μετάβαση, η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, οι πράσινες και νέες τεχνολογίες είναι όλες δραστηριότητες εντάσεως ζήτησης ορυκτών».
Αναφορικά με τις επιδόσεις του ελληνικού εξορυκτικού κλάδου το 2023 με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αύξηση κατά 15,2% σημείωσε ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών Ορυχείων – Λατομείων. Η αύξηση αυτή προήλθε από τις μεταβολές των δεικτών των διψήφιων κλάδων: εξόρυξης μεταλλούχων μεταλλευμάτων, λοιπών ορυχείων και λατομείων.
Όπως τονίζει η διοίκηση του ΣΜΕ αναφορικά με τις επιδόσεις των επιμέρους κατηγοριών της εξορυκτικής δραστηριότητας, κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση πτωτικά κινήθηκαν τα ενεργειακά ορυκτά λόγω μείωσης της χρήσης λιγνίτη, ανοδική ήταν η πορεία των αδρανών υλικών, μικρή αύξηση σημείωσαν τα βιομηχανικά ορυκτά, ενώ ισχυρές πιέσεις δέχτηκαν τα μάρμαρα, μιας και δεν έχουν ξεπεραστεί τα προβλήματα στην αγορά της Κίνας που είναι και ένας από τους βασικότερους προορισμούς των ελληνικών μαρμάρων και ειδικότερα των ογκομαρμάρων.
Στον αντίποδα θετικό ήταν το γεγονός ότι έχει αυξηθεί η ζήτηση για καθετοποιημένα προϊόντα μαρμάρου που κατευθύνονται σε νέες αγορές και διατίθενται σε καλύτερες τιμές. Συνολικά οι ελληνικές εταιρείες του εξορυκτικού κλάδου είναι απόλυτα βιώσιμες, παρά την αύξηση του λειτουργικού κόστους, κυρίως λόγω του ενεργειακού κόστους που επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τις καθετοποιημένες εξορυκτικές βιομηχανίες.