© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Κρίσιμα ζητήματα στην κατεύθυνση της αύξησης της διείσδυσης των δικτύων οπτικών ινών μέχρι τα σπίτια και τις επιχειρήσεις (FTTH) αναδεικνύει ο πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), Κωνσταντίνος Μασσέλος.
Στη συνέντευξη του στη «Ν», μεταξύ άλλων, επισημαίνει πως χρειάζεται η προώθηση τεχνολογιών που αξιοποιούν την υπάρχουσα υποδομή καλωδίωσης και διασφαλίζουν την ποιότητα της υπηρεσίας της οπτικής ίνας, προκειμένου να αποφεύγεται η αναστάτωση των συνδρομητών. Παράλληλα θεωρεί απαραίτητη την ενίσχυση – επιδότηση της ζήτησης, ιδιαίτερα σε αυτή τη δύσκολη οικονομικά συγκυρία για τα νοικοκυριά.
Επικαλούμενος τα σχετικά στοιχεία σημειώνει ότι στην κινητή τηλεφωνία πάμε καλά. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και στη σταθερή. Η Ελλάδα χρειάζεται να διανύσει αρκετό δρόμο για να πιάσει τους στόχους που έχουν τεθεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και όπως υπογραμμίζει «το να φτάσουν συνδέσεις 1 Gbps και στο τελευταίο χωριό είναι αντίστοιχο με τη σύνδεση της ελληνικής υπαίθρου με το ηλεκτρικό ρεύμα το 1960».
Ο πρόεδρος της ΕΕΤΤ παραθέτει ακόμη τα νεότερα στοιχεία της ΕΕΤΤ όσο αφορά τις τιμές στις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες και υπογραμμίζει την ανάγκη για περαιτέρω μείωση των τιμολογίων δηλώντας ωστόσο ικανοποιημένος από την βελτίωση που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια, ενώ εξηγεί γιατί είναι σημαντικός ο κανονισμός, Digital Services Act, που πρόκειται να τεθεί σε εφαρμογή και στη χώρα μας.
Ο κ. Μασσέλος το 2023 διετέλεσε πρόεδρος του BEREC, του φορέα των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες, ενώ το 2024 θα είναι αντιπρόεδρος. Μαζί με τους συναδέλφους του, προέδρους των υπολοίπων ρυθμιστικών αρχών της ΕΕ, ασχολείται με όλα τα θέματα που άπτονται της εξέλιξης των δικτύων της Ευρώπης, προτείνοντας λύσεις και κάνοντας καίριες παρεμβάσεις.
Στην εφόλης της ύλης συνέντευξη που ακολουθεί ο κ. Μασσέλος μιλά επίσης για την εξέλιξη της ρύθμισης των τηλεπικοινωνιακών παρόχων στην Ευρωπη, το έλλειμμα στις επενδύσεις (investment gap) για δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το αποκαλούμενο «fair share» ζήτημα, το νέο κανονισμό Digital Services Act, την τεχνολογία των μικροδορυφόρων, αλλά και για την ανάγκη η ΕΕ και η Ελλάδα να επενδύσουν στις σύγχρονες τάσεις του τομέα των ημιαγωγών.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει φιλόδοξους στόχους σχετικά με την ανάπτυξη των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών έως το 2030. Που βρισκόμαστε σήμερα και τι πρέπει να κάνει η ΕΕ για να επιτύχει αυτούς τους στόχους;
Η ΕΕ έχει εγκρίνει εδώ και ένα χρόνο περίπου το Digital Decade Policy Programme το οποίο ειδικά για τον τομέα της συνδεσιμότητας έχει θέσει δύο πολύ φιλόδοξους στόχους: Κάλυψη όλων των πολιτών της Ευρώπης με σταθερές συνδέσεις, ικανές να προσφέρουν ταχύτητες 1Gbps και 100% κάλυψη όλων των κατοικημένων περιοχών με ασύρματα δίκτυα 5G ή ισοδύναμα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αυτή τη στιγμή υστερεί τόσο σε δικτυακές υποδομές όσο και στη διείσδυση των αντίστοιχων υπηρεσιών σε σύγκριση με άλλες χώρες του κόσμου όπως η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία, οι ΗΠΑ, η Κίνα, τα ΗΑΕ κ.α.
Για να καλύψει η Ευρώπη την απόσταση από άλλες χώρες είναι απαραίτητη η ανάπτυξη και εφαρμογή πολιτικών και ρυθμιστικών πλαισίων που θα έχουν σαν στόχο το τρίπτυχο: α) δημιουργία ενός φιλικού περιβάλλοντος για επενδύσεις, β) μείωση του κόστους ανάπτυξης δικτύων και βελτιστοποίηση των σχετικών διοικητικών διαδικασιών γ) ενίσχυση της ζήτησης για να διασφαλιστεί η οικονομική βιωσιμότητα των δικτύων αλλά και γιατί η ανάπτυξη των δικτύων δεν αποτελεί αυτοσκοπό αλλά πλατφόρμα για τον ψηφιακό μετασχηματισμό προς όφελος των πολιτών.
Η Ελλάδα θα μπορέσει να πιάσει τους παραπάνω στόχους;
Στα δίκτυα κινητής η κατάσταση είναι αρκετά ικανοποιητική. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2022 η κάλυψη με δίκτυα 5G είναι 86% πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ.
Στα δίκτυα πρόσβασης οπτικών ινών μέχρι τα σπίτια και τις επιχειρήσεις (FTTH) η κατάσταση είναι διαφορετική. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η κάλυψη με δίκτυα FTTH στην Ελλάδα είναι 28%, σημαντικά χαμηλότερη από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο (56%) αλλά με σημαντική βελτίωση σε σχέση με το 2018 όταν η κάλυψη ήταν σχεδόν 0%.
Ακόμα σημαντικότερο πρόβλημα αποτελεί η πολύ χαμηλή διείσδυση των υπηρεσιών FTTH αφού το ποσοστό των νοικοκυριών με ενεργές συνδέσεις το 2022 ήταν 0,1%.
Η εξάπλωση των δικτύων FTTH πρέπει να συνεχιστεί και πέρα από τις ιδιωτικές επενδύσεις των παρόχων είναι σημαντικό να καλυφτούν οι περιοχές μικρότερου εμπορικού ενδιαφέροντος, ώστε να αποφύγουμε τη δημιουργία ψηφιακού χάσματος. Στην κατεύθυνση αυτή θα βοηθήσει το συγχρηματοδοτούμενο από την ΕΕ έργο, Ultra Fast Broadband (UFBB). Το να φτάσουν συνδέσεις 1 Gbps και στο τελευταίο χωριό είναι αντίστοιχο με τη σύνδεση της ελληνικής υπαίθρου με το ηλεκτρικό ρεύμα το 1960.
Θα επιμείνω, τι άλλο χρειάζεται για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη των δικτύων FTTH;
Πιστεύω ότι το πιο κρίσιμο ζήτημα είναι δώσουμε έμφαση στη γρήγορη σύνδεση των τελικών χρηστών με το δίκτυο FTTH. Εκτός από την επιδότηση της ανάπτυξης καλωδίωσης στα παλιά κτίρια πρέπει να προωθήσουμε και τεχνολογίες οι οποίες αξιοποιούν υπάρχουσα υποδομή καλωδίωσης και διασφαλίζουν την ποιότητα της υπηρεσίας της οπτικής ίνας. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγουμε την αναστάτωση των συνδρομητών. Απαραίτητη είναι επίσης και η ενίσχυση/επιδότηση της ζήτησης στα πρώτα στάδια, ιδιαίτερα σε αυτή τη οικονομικά δύσκολη συγκυρία για τα νοικοκυριά.
Η συζήτηση για τις τιμές των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Ελλάδα είναι πάντα επίκαιρη, ενώ συχνά όσα ακούγονται είναι αντικρουόμενα. Γνωρίζουμε ότι η ΕΕΤΤ με τη συνδρομή συμβουλευτικών εταιριών «βλέπει» συχνά το όλο θέμα. Ποια είναι τα επικαιροποιημένα στοιχεία που έχετε στη διάθεσή σας;
Είναι λογικό το θέμα των τιμών των ηλεκτρονικών επικοινωνιών να απασχολεί περισσότερο τους καταναλωτές ειδικά σε μια περίοδο με τον πληθωρισμό στα βασικά είδη να παραμένει υψηλός. Αυτό που παρατηρούμε ως ΕΕΤΤ, με βάση τα πραγματικά – απολογιστικά στοιχεία της αγοράς της κινητής, είναι μια ραγδαία μείωση των τιμών τα τελευταία χρόνια.
Συγκεκριμένα, συγκρίνοντας τα στοιχεία του δεύτερου εξαμήνου του 2017 με εκείνα του πρώτου εξαμήνου του 2023 στις κινητές επικοινωνίες βλέπουμε μια μείωση, 86% στο μέσο κόστος του gigabyte, 10% στο μέσο κόστος του λεπτού ομιλίας και 48% στο μέσο κόστος του SMS.
Επίσης, τα στοιχεία του 2022 της ΕΕΤΤ δείχνουν σημαντική μείωση τιμών για τα πακέτα μεγάλης χρήσης δεδομένων (46% για πακέτα κινητής με 20 GB) σε σχέση με το 2021.
Αλλά και στις σταθερές επικοινωνίες βλέπουμε ενθαρρυντικά στοιχεία. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα σε μας στοιχεία ο μέσος όρος των τιμών ανά πάροχο, για σταθερές συνδέσεις των 100Mbps, τα δύο τελευταία χρόνια, έχει μειωθεί 30%.
Επίσης το 2022 εμφανίζονται για πρώτη φορά πακέτα με ταχύτητες άνω των 200 Mbps και μάλιστα σε τιμές αρκετά ανταγωνιστικές ως προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Όλα αυτά οδήγησαν σε αύξηση του αριθμού των ευρυζωνικών γραμμών ταχυτήτων 100Mbps και πάνω (ανεξάρτητα από την τεχνολογία) κατά 468% από το 2020 έως και το 2022.
Ωστόσο, συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι τιμές στην Ελλάδα συνεχίζουν να είναι υψηλότερες. Πρόσφατα αυτό αναδείχθηκε στην ετήσια έκθεση της Eurostat.
Ο δείκτης «Communication» της Eurostat διαμορφώνεται από τις αγορές των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, των υπηρεσιών ταχυδρομικών υπηρεσιών και την αγορά του τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού (για την οποία δεν είναι αρμόδια η ΕΕΤΤ). Η χρήση του συγκεκριμένου δείκτη για τη σύγκριση της Ελλάδας με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τις τιμές των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν οδηγεί σε ασφαλή συμπεράσματα.
Η πιο θεσμική πλατφόρμα για τη σύγκριση των τιμών των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η έκθεση «Mobile and Fixed Broadband Prices in Europe». Και αυτό παρά το γεγονός ότι όπως έχουμε επισημάνει η μεθοδολογία της παρουσιάζει σημαντικά μειονεκτήματα όπως η χρήση καλαθιών υπηρεσιών που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, η μη αξιολόγηση εκπτώσεων και ειδικών προσφορών και η μη αξιολόγηση σημαντικών παραμέτρων όπως η ποιότητα υπηρεσίας και το κόστος ανάπτυξης των δικτύων.
Η τελευταία έκδοση της έκθεσης που έχει δημοσιευτεί αφορά τις τιμές του 2021 ενώ σύντομα θα δημοσιευτεί η έκθεση για τις τιμές το 2022. Με βάση την έκθεση αυτή για τις τιμές το 2018 η Ελλάδα ήταν στην 24η θέση στις τιμές των κινητών υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και στην 26η θέση στις τιμές των σταθερών υπηρεσιών. Στην αντίστοιχη έκθεση για το 2021 (τελευταία διαθέσιμη) η Ελλάδα βρίσκεται στη 18η θέση για τις τιμές των κινητών υπηρεσιών και στη 19η θέση για τις τιμές των σταθερών υπηρεσιών κάτι το οποίο αποτελεί σημαντική βελτίωση.
Θεωρούμε περισσότερο αξιόπιστα τα συμπεράσματα και τις συγκρίσεις τα οποία βασίζονται σε πραγματικά/απολογιστικά στοιχεία των αγορών. Σύντομα θα παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα μιας συγκριτικής μελέτης των τιμών των κινητών επικοινωνιών στην Ελλάδα και σε άλλες 11 χώρες της ΕΕ με βάση αυτή τη μεθοδολογία.
Ποια είναι τα πρώτα συμπεράσματα;
Το πρώτο βασικό συμπέρασμα είναι ότι η χρήση δεδομένων στις κινητές επικοινωνίες στην Ελλάδα αυξάνεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Η μέση χρήση δεδομένων ανά μήνα έφτασε τα 7,26 GB το Α’ εξάμηνο του 2023. Ο μέσος ρυθμός αύξησης της χρήσης δεδομένων (Συνδυασμένος Ετήσιος Ρυθμός Αύξησης – Combined Annual Growth Rate) στις κινητές επικοινωνίες στην Ελλάδα είναι 62% (μεταξύ 2017 – 2022) και είναι ο μεγαλύτερος μεταξύ των 12 χωρών που καλύπτει η έρευνα μας μπροστά από χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Ολλανδία.
Ένα ακόμα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο της έρευνας αυτής είναι το μέσο έσοδο ανά χρήστη για τις κινητές επικοινωνίες. Η έρευνα μας δείχνει ότι το μέσο έσοδο ανά χρήστη στην Ελλάδα για το πρώτο μισό του 2023 είναι 12,2 ευρώ το μήνα λίγο πάνω από το μέσο όρο των 12 χωρών που περιλαμβάνει η σύγκριση και μετά από την προσαρμογή των επιπέδων τιμών μεταξύ των χωρών (8η φθηνότερη). Η εικόνα χωρίς την προσαρμογή των επιπέδων των τιμών είναι διαφορετική με την Ελλάδα να βρίσκεται κάτω από το μέσο όρο (4η φθηνότερη).
Σχετικά με το μέσο έσοδο ανά GB δεδομένων στην Ελλάδα για το πρώτο μισό του 2023 αυτό διαμορφώνεται στα 1,7 ευρώ και φέρνει την Ελλάδα στην 8η θέση (8η φθηνότερη) μπροστά από τη Γερμανία, το Βέλγιο και την Ολλανδία. Το 2019 η Ελλάδα ήταν ακριβότερη και από αυτές τις χώρες. Αυτό που είναι κατά τη γνώμη μου ακόμα περισσότερο σημαντικό είναι ότι η Ελλάδα παρουσιάζει τον τρίτο μεγαλύτερο ετήσιο ρυθμό μείωσης (36%) μεταξύ των 12 χωρών μόλις 1 ποσοστιαία μονάδα κάτω από το μέγιστο (37% της Κροατίας και της Ιταλίας).
Ένα ακόμα ενδιαφέρον σημείο αφορά στη χρήση υπηρεσιών φωνής όπου η Ελλάδα έρχεται πρώτη μεταξύ των 12 χωρών με τάση αύξησης ακόμα και στο πρώτο μισό του 2023 όπου ο μέσος χρόνος ομιλίας ανά συνδρομητή το μήνα ήταν 262 λεπτά. Μεταξύ των 12 χωρών η Ελλάδα έχει το δεύτερο μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης του μέσου χρόνου ομιλίας με 7% πίσω μόνο από τη Γερμανία με ρυθμό 8%. Το μέσο έσοδο ανά λεπτό ομιλίας στην Ελλάδα είναι πολύ κοντά στο μέσο όρο των χωρών της σύγκρισης με 0,032 ευρώ το λεπτό.
Συμπερασματικά τι θα λέγατε; Είστε ικανοποιημένος;
Θέλουμε να βελτιώσουμε τα επίπεδα των τιμών ακόμα περισσότερο. Ωστόσο είμαι ικανοποιημένος από την σταθερά πτωτική τάση των τιμών και από το γεγονός ότι η Ελλάδα βελτιώνει τη θέση της σχετικά με τις τιμές των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σχέση με άλλες χώρες.
Εκτός από τις τιμές παράπονα υπάρχουν και για τις ταχύτητες σύνδεσης στο internet.
Στην κινητή τηλεφωνία σύμφωνα με τα δεδομένα της εταιρείας Ookla, τα οποία αναγνωρίζονται διεθνώς για την αξιολόγηση της ποιότητας υπηρεσίας των δικτύων, η κατάσταση στην Ελλάδα είναι αρκετά ικανοποιητική. Βάσει των στοιχείων της Ookla για το Δεκέμβριο 2023 η Ελλάδα βρίσκεται στην 36η θέση μεταξύ 146 χωρών παγκοσμίως ως προς την (download) ταχύτητα των κινητών δικτύων.
Στα σταθερά δίκτυα η κατάσταση δεν είναι ιδιαίτερα καλή. Σύμφωνα με τα δεδομένα της Ookla η Ελλάδα βρίσκεται στην 97η θέση μεταξύ 178 χωρών παγκοσμίως ως προς την (download) ταχύτητα των σταθερών δικτύων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των νοικοκυριών στην Ελλάδα παραμένουν συνδεδεμένα σε δίκτυο πρόσβασης χαλκού.
Με ποιο τρόπο παρεμβαίνει η ΕΕΤΤ στα θέματα τιμών και ποιότητας; Π.χ. έχετε την αρμοδιότητα της ρύθμισης των τιμών χονδρικής που επηρεάζουν τη λιανική. Πρόσφατα διατυπώθηκαν σοβαρές ενστάσεις αναφορικά με σχετικές αποφάσεις σας.
Πρώτα από όλα να επαναλάβουμε ότι η αγορά των κινητών επικοινωνιών δεν είναι ρυθμιζόμενη. Η βελτίωση των τιμών και της ποιότητας των υπηρεσιών μπορεί να επιτευχθεί μέσω του ανταγωνισμού. Σχεδιάσαμε τη δημοπρασία του φάσματος για τα δίκτυα 5G ώστε να δημιουργεί προϋποθέσεις ενίσχυσης του ανταγωνισμού (π.χ. πρόβλεψη για είσοδο εικονικών παρόχων κινητής) αλλά και δικλείδες για τη διασφάλιση της κάλυψης και της ποιότητας υπηρεσίας.
Στις σταθερές επικοινωνίες το βασικό ρυθμιστικό πλαίσιο είναι η ανάλυση της αγοράς χονδρικής των δικτύων πρόσβασης ο τελευταίος κύκλος της οποίας εγκρίθηκε το Φεβρουάριο του 2023. Στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνονται μια σειρά από μέτρα για τη βελτίωση των λιανικών τιμών αλλά και για την επιτάχυνση της ανάπτυξης δικτύων νέας γενιάς και ιδιαίτερα δικτύων πρόσβασης οπτικών ινών.
Πράγματι η ΕΕΤΤ ρυθμίζει τις τιμές χονδρικής του παρόχου με σημαντική ισχύ στην αγορά. Το σχετικό μοντέλο υιοθετήθηκε το 2020 μετά από σειρά διαβουλεύσεων με συμμετοχή όλων των παρόχων αλλά και τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Γνωρίζω τις ενστάσεις και είναι αναμενόμενο να υπάρχουν. Δεν θα περίμενα ένα ρυθμιστικό πλαίσιο να γίνεται αποδεκτό από την αγορά χωρίς ενστάσεις. Ωστόσο, το αν ένα ρυθμιστικό πλαίσιο είναι καλό ή όχι θα κριθεί από τα πραγματικά αποτελέσματα και όχι από τις ενστάσεις. Όπως είπα και παραπάνω οι τιμές των σταθερών πακέτων υψηλών ταχυτήτων μειώνονται, ο αριθμός των συνδρομητών αυξάνεται ενώ η κάλυψη με δίκτυα πρόσβασης οπτικών ινών (FTTH) αυξήθηκε από 0% το 2018 σε 28% το 2022 με βάση τα στοιχεία της ΕΕ.
Να προσθέσω επίσης ότι το μοντέλο των τιμών χονδρικής του παρόχου με σημαντική ισχύ στην αγορά των δικτύων πρόσβασης είναι υπό αναθεώρηση η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί στο τέλος του έτους.
Περισσότερη ή λιγότερη ρύθμιση στις ευρωπαϊκές αγορές; Υπάρχει η άποψη ότι η πολύ ρύθμιση λειτουργεί αρνητικά στην ανάπτυξη των telecoms και κατ΄ επέκταση στις παρεχόμενες υπηρεσίες…
Θεωρώ ότι βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο. Η ρύθμιση των παραδοσιακών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μειώνεται. Σύμφωνα με την τελευταία οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μόνο δύο αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών παραμένουν ρυθμιζόμενες.
Επίσης στο νέο Gigabit Recommendation το οποίο είναι υπό έγκριση βλέπουμε μια τάση προς λιγότερη ρύθμιση ώστε να δοθούν περισσότερα κίνητρα για επενδύσεις.
Ωστόσο στο σημείο αυτό θα πρέπει να βρεθεί η σωστή ισορροπία ώστε να μην υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό και κατ’ επέκταση στο κόστος και στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών στους πολίτες καταναλωτές.
Παράλληλα οι τεχνολογίες πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών συγκλίνουν συνεχώς και τα όρια μεταξύ τους γίνονται όλο και περισσότερο δυσδιάκριτα. Το βάρος της ρύθμισης πέφτει στις ψηφιακές πλατφόρμες τόσο για την προστασία των καταναλωτών όσο και για την προστασία του ανταγωνισμού.
Στο πλαίσιο αυτό οι ρυθμιστές ηλεκτρονικών επικοινωνιών αναλαμβάνουν συνεχώς νέους ρόλους και αρμοδιότητες για τη ρύθμιση των ψηφιακών πλατφορμών. Για παράδειγμα οι περισσότερες ρυθμιστικές αρχές της ΕΕ θα αναλάβουν σε εθνικό επίπεδο το ρόλο του συντονιστή (Digital Services Coordinator) για την εφαρμογή του νέου Ευρωπαϊκού Κανονισμού Digital Services Act.
Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση αφού όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης ο ρόλος του Digital Services Coordinator για την εφαρμογή του Digital Services Act θα ανατεθεί στην ΕΕΤΤ.
Πού στοχεύει ο κανονισμός Digital Services Act και γιατί είναι σημαντικός;
Το Digital Services Act εστιάζει σε ένα μεγάλο εύρος διαδικτυακών υπηρεσιών όπως διαδικτυακές αγορές, κοινωνικά δίκτυα, πλατφόρμες κοινής χρήσης περιεχομένου, καταστήματα εφαρμογών και διαδικτυακές πλατφόρμες ταξιδιών και διαμονής. Οι υπηρεσίες αυτές κάνουν τη ζωή μας ευκολότερη ωστόσο υπάρχουν και κίνδυνοι. Οι διαδικτυακές υπηρεσίες είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν από αλγορίθμους χειραγώγησης για τη διάδοσης παραπληροφόρησης και για άλλους επιβλαβείς σκοπούς.
Αυτές οι προκλήσεις και ο τρόπος με τον οποίο τις αντιμετωπίζουν οι πλατφόρμες έχουν σημαντικό αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα στο διαδίκτυο. Για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων η ΕΕ υιοθέτησε το Digital Services Act ένα καινοτόμο ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο έχει σαν στόχο την ασφάλεια των χρηστών στο διαδίκτυο και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ο κανονισμός DSA είναι εντελώς διαφορετικός από το ρυθμιστικό πλαίσιο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι σε μεγάλο βαθμό κανονισμός περιεχομένου.
Θα σας δώσω ένα παράδειγμα Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο του DSA, ξεκίνησε διερεύνηση για την πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X (πρώην Twitter), σε συνέχεια της επίθεσης της Χαμάς στο Ισραήλ στις αρχές Οκτωβρίου και την επακόλουθη ισραηλινή αεροπορική επίθεση στη Γάζα. Η Επιτροπή προχώρησε βάσει ενδείξεων για εικαζόμενη διάδοση παράνομου περιεχομένου και παραπληροφόρησης, που αφορά στη διάδοση τρομοκρατικού και βίαιου περιεχομένου και ρητορικής μίσους.
Μιλώντας και πάλι συνολικά για την Ευρώπη και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σχετικά με την ανάπτυξη των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το 2022 και το 2023 είδαμε έναν έντονο διάλογο σχετικά με το αν οι πάροχοι υπηρεσιών OTT (Over The Top) τύπου Netfix, Facebook κ.λ.π. πρέπει να πληρώνουν τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Η συζήτηση έγινε γνωστή ως «fair share». Ποια είναι η άποψη σας;
Η συζήτηση σχετικά με την ενδεχόμενη εισαγωγή ρύθμισης που θα προβλέπει πληρωμές από τους παρόχους υπηρεσιών OTT και τα digital platforms στους παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ήταν ιδιαίτερα έντονη το 2022 και το 2023 στην Ευρώπη.
Να σημειώσουμε ότι πριν από αυτή τη συζήτηση η Νότια Κορέα (μια από τις πιο αναπτυγμένες χώρες του κόσμου στον τομέα της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών) είχε εισάγει παρόμοια ρύθμιση με την οποία υποχρεώνει τους παρόχους OTT και τις ψηφιακές πλατφόρμες να διαπραγματεύονται με τους παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών πληρωμές για την πρόσβαση στο δίκτυο (η νομοθεσία της Νότιας Κορέας αντιμετωπίζει τους παρόχους OTT και τις ψηφιακές πλατφόρμες σαν χρήστες του δικτύου).
Η άποψη μου είναι ότι οι πάροχοι OTT και οι ψηφιακές πλατφόρμες δεν είναι free riders. Συνεισφέρουν σημαντικά στο οικοσύστημα του διαδικτύου αλλά και στην κοινωνία και στην οικονομία. Για παράδειγμα, δισεκατομμύρια ώρες εργασίας εξοικονομούνται κάθε χρόνο στους ευρωπαϊκούς δρόμους από τη χρήση χαρτών. Η δυνατότητα παρακολούθησης ταινιών/τηλεοπτικών σειρών είναι πιθανά ένας από τους βασικότερους λόγους για να αναβαθμίσει ένας καταναλωτής τη σταθερή του σύνδεση από ADSL σε VDSL/FTTH. Πιθανά επίσης για κάποιους καταναλωτές ο μόνος λόγος που έχουν internet σύνδεση είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Από την άλλη πλευρά είναι σφάλμα να αντιμετωπίζουμε τους παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών απλά σαν επιχειρήσεις που δεν προσπαθούν και απλά αναζητούν εύκολα έσοδα (σε αυτήν την περίπτωση με τη μορφή πληρωμών από τους OTT παρόχους και τις ψηφιακές πλατφόρμες).
Οι πάροχοι δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών λειτουργούν σε μια ελεύθερη αγορά, σε ένα πολύ ανταγωνιστικό περιβάλλον όπου οι ρυθμιστές προσπαθούν συνεχώς να το κάνουν περισσότερο ανταγωνιστικό. Οι επιχειρήσεις αυτές καλούνται να κάνουν σημαντικές επενδύσεις για την ανάπτυξη δικτύων ώστε να επιτύχουμε τους φιλόδοξους στόχους συνδεσιμότητας που όπως είπαμε και νωρίτερα έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2030.
Σε κάθε περίπτωση νομίζω ότι θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι είναι δίκαιο για κάποιον που επενδύει να περιμένει ένα λογικό Return of Investment. Το πρόβλημα είναι ότι τα οικονομικά δεδομένα των παρόχων δικτύων σε Ευρωπαϊκό αλλά και γενικότερα παγκόσμιο επίπεδο δείχνουν ότι το επιχειρηματικό τους μοντέλο αντιμετωπίζει προκλήσεις.
Στο πλαίσιο της συζήτησης που έγινε τα τελευταία δύο χρόνια στην Ευρώπη αναδείχθηκε το θέμα του ελλείματος στις επενδύσεις (investment gap) για δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Μελέτη που έγινε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από γνωστό διεθνή σύμβουλο εκτιμά τις ανάγκες για επενδύσεις ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι συνδεσιμότητας για το 2030 σε 175 – 225 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα που θα πρέπει να μας απασχολήσει.
Θεωρώ ότι η γενικότερη συζήτηση για το μέλλον των δικτύων στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνεχιστεί. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ανακοινώσει ότι θα δημοσιεύσει ένα White Paper με το όραμα για το μέλλον των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Ευρώπη. Αυτό θα γίνει πιθανά στο τέλος Φεβρουαρίου. Ήδη έχει προγραμματιστεί συζήτηση στο Κολέγιο των Επιτρόπων στις 21 Φεβρουαρίου με θέμα «Connectivity package on digital networks and infrastructure».
Εκτός από τους στόχους συνδεσιμότητας η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει και στόχους σχετικά με το περιβάλλον. Οι στόχοι αυτοί επηρεάζουν τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και με ποιο τρόπο;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει φιλόδοξους στόχους και για το περιβάλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη στο πλαίσιο του European Green Deal. Η Ευρώπη φιλοδοξεί να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη χώρα στο κόσμο έως το 2050.
Για να πετύχουμε αυτόν το φιλόδοξο στόχο θα πρέπει να μειώσουμε τις εκπομπές του CO2 τουλάχιστον κατά 55% έως τος 2030 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να μειωθεί και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των υποδομών και υπηρεσιών των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών. Η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών έχει θέσει ως στόχο τη μείωση των εκπομπών CO2 από τις τεχνολογίες πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών κατά 45% έως το 2030.
Όλα αυτά επηρεάζουν και τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε δύο κατευθύνσεις. Πρώτα θα πρέπει να μας απασχολήσει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και η διαμόρφωση πολιτικών οι οποίες θα δώσουν κίνητρα στην κατεύθυνση αυτή.
Ωστόσο τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορούν να λειτουργήσουν και σαν πλατφόρμα για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και άλλων τομέων της οικονομίας.
Σχετικά με το θέμα του περιβάλλοντος θα πρέπει να τονίσουμε πόσο κρίσιμη γίνεται η γρήγορη μετάβαση στα σταθερά δίκτυα πρόσβασης οπτικών ινών (FTTH) από τα δίκτυα πρόσβασης χαλκού (FTTC) τα οποία χρησιμοποιούμε σήμερα και για περιβαλλοντικούς λόγους.
Τα δίκτυα οπτικών ινών είναι πολύ περισσότερο αποδοτικά ενεργειακά από τα δίκτυα χαλκού και μπορούν να μειώσουν τις εκπομπές CO2 περισσότερο από 16 φορές σε σύγκριση με δίκτυα πρόσβασης χαλκού.
Έχει γίνει πολύ συζήτηση σχετικά με την τεχνολογία των μικροδορυφόρων χαμηλής τροχιάς. Πιστεύετε ότι η τεχνολογία αυτή θα παίξει ρόλο στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο μέλλον;
Οι στόχοι συνδεσιμότητας τους οποίους έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Στρατηγική και στους οποίους αναφερθήκαμε πριν είναι τεχνολογικά ουδέτεροι. Οποιαδήποτε τεχνολογία πετυχαίνει την ποιότητα υπηρεσίας στόχο (1 Gigabit για τις σταθερές συνδέσεις) μπορεί να αξιοποιηθεί στο πλαίσιο αυτό.
Πιστεύω ότι ο περισσότερο αποδοτικός από άποψη κόστους τρόπος για την επίτευξη των στόχων σταθερής συνδεσιμότητας για το 2030 είναι η χρήση συνδυασμού τεχνολογιών (υβριδική λύση). Εκτός από τα δίκτυα οπτικών ινών που προσφέρουν πολλά πλεονεκτήματα, οι τεχνολογίες της σταθερής ασύρματης πρόσβασης και των δορυφόρων μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά για τη μείωση του κόστους ανάπτυξης δικτύου για παράδειγμα σε αραιοκατοικημένες περιοχές.
Στον τομέα των δορυφόρων οι μικροδορυφόροι χαμηλής τροχιάς αποτελούν μια πολύ ενδιαφέρουσα εναλλακτική η οποία προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα όπως η μικρή καθυστέρηση (latency). Θεωρώ ότι οι εξελίξεις στην έρευνα στον τομέα των μικροδορυφόρων χαμηλής τροχιάς θα βελτιώσουν την ποιότητα υπηρεσίας/ταχύτητα σύνδεσης, το κόστος της προσφερόμενης υπηρεσίας αλλά και το κόστος του οικιακού εξοπλισμού. Αν συμβούν όλα αυτά οι μικροδορυφόροι χαμηλής τροχιάς θα έχουν σημαντικό ρόλο στον τομέα της συνδεσιμότητας και των ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο μέλλον.
Ποια είναι κατά την άποψη σας η σημαντικότερη τεχνολογία αυτή τη στιγμή στον χώρο του ICT (Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών); Μπορεί η Ελλάδα να παίξει ρόλο στον τομέα αυτό;
Η τεχνολογία η οποία αποτελεί τη βάση για την ανάπτυξη των τεχνολογιών πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών αλλά και αυτή με τη μεγαλύτερη γεωπολιτική σημασία σήμερα είναι αναμφισβήτητα η τεχνολογία των ημιαγωγών/ολοκληρωμένων κυκλωμάτων. Παρά το γεγονός ότι για την ανάπτυξη υποδομών κατασκευής ολοκληρωμένων κυκλωμάτων απαιτούνται τεράστιες επενδύσεις οι οποίες είναι εφικτές μόνο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης πιστεύω ότι υπάρχουν ευκαιρίες και για μικρές χώρες όπως η Ελλάδα.
Πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση (και η Ελλάδα) θα πρέπει να επενδύσει στις σύγχρονες τάσεις του τομέα των ημιαγωγών όπως τα chiplets και το advanced packaging ώστε να λειτουργεί συμπληρωματικά προς τις υπερδυνάμεις του τομέα των ημιαγωγών όπως οι ΗΠΑ, η Νότια Κορέα και η Ταϊβάν.
Ολοκληρώσατε πρόσφατα τη θητεία σας στη θέση του προέδρου του BEREC (ο φορέας των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες). Ποια ήταν τα σημαντικότερα σημεία της θητείας σας και ποια τα επόμενα βήματα για εσάς στο BEREC;
Τo 2023 το BEREC συνεισέφερε σημαντικά στο διάλογο για τρεις πολύ σημαντικούς φακέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη συνδεσιμότητα και τις υποδομές των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τη διαβούλευση για το μέλλον της συνδεσιμότητας και των υποδομών της στην Ευρώπη, το Gigabit Infrastructure Act και το Gigabit Recommendation. Και οι τρεις φάκελοι προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τα πολύ σημαντικά ζητήματα της μείωσης του κόστους και της δημιουργίας ευνοϊκού περιβάλλοντος για την προσέλκυση επενδύσεων για την ανάπτυξη δικτυακών υποδομών.
Παράλληλα το BEREC το 2023 υλοποίησε ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο πρόγραμμα εργασιών με περισσότερα από 50 projects πολλά από τα οποία ξεκίνησαν το 2023 με στόχο να αναλύσουν και να αναπτύξουν πρώτες ιδέες ρυθμιστικών προτάσεων και πολιτικών σε σύγχρονες τάσεις και θέματα αιχμής τόσο τεχνολογικά όσο και εμπορικά/σε επίπεδο αγορών.
Για παράδειγμα το 2023 το BEREC εστίασε για πρώτη φορά σε θέματα όπως οι μικροδορυφόροι χαμηλής τροχιάς, τα υποθαλάσσια καλώδια, τα software defined/cloud based networks, οι εταιρείες παθητικών υποδομών κινητών και σταθερών δικτύων (tower companies και fiber companies), το internet of things.
Παράλληλα το BEREC συνέχισε τη δουλειά του πάνω στα κρίσιμα ζητήματα του sustainability και του cybersecurity ενώ άρχισε να ασκεί και τις αρμοδιότητες του στο πλαίσιο της ρύθμισης των ψηφιακών πλατφορμών (Digital Markets Act – DMA).
Επίσης στις αρχές του 2023 το BEREC δημοσίευσε το BEREC Vision 2030 το οποίο παρουσιάζει την άποψη του BEREC για το μέλλον της ρύθμισης και των ρυθμιστικών αρχών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
Η δουλειά μου στο προεδρείο του BEREC συνεχίζεται και το 2024. Ως αντιπρόεδρος η πρώτη προτεραιότητα μου θα είναι οι διεθνείς σχέσεις και συνεργασίες του καθώς και η εκπροσώπηση του σε διεθνές επίπεδο.