Τον χορό των φετινών εταιρικών εκδόσεων «ανοίγει» η Autohellas του Ευτύχη Βασιλάκη, ο οποίος εντός της επόμενης εβδομάδας θα προσπαθήσει να «σηκώσει» το ποσό των 200 εκατ. ευρώ. Το timing, φυσικά, δεν είναι τυχαίο, καθώς ο ίδιος έχει αποδείξει έμπρακτα ότι γνωρίζει τα κατατόπια των αγορών.
Με τα επιτόκια του τραπεζικού δανεισμού να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, το καθαρό κόστος χρηματοοικονομικών δαπανών του Ομίλου είναι αρκετά «βαρύ», ξεπερνώντας τα 15,5 εκατ. ευρώ (έναντι 7,6 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2022) και «ψαλιδίζοντας» τα περιθώρια κερδοφορίας.
Λαμβάνοντας, δε, υπόψη τις ενισχυμένες ανάγκες για δανειοδότηση, ως απόρροια της μετάβασης σε έναν πιο «πράσινο» στόλο ενοικιαζόμενων οχημάτων (σήμερα ο στόλος αριθμεί σε 57.000 Ι.Χ.), καθίσταται σαφές ότι ο κ. Βασιλάκης επείγεται να περιορίσει τα έξοδα για τόκους.
Τα 200 εκατ. ευρώ, τα οποία αναμένεται να αντλήσει από το νέο –διαπραγματεύσιμο στο Χ.Α.- ομόλογο, θα διοχετευτούν σχεδόν κατά αποκλειστικότητα στην εξομάλυνση αυτού του υψηλού κόστους εξυπηρέτησης των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων δανείων (το 97% αφορά κυμαινόμενα επιτόκια), το συνολικό ύψος των οποίων αγγίζει τα 440 εκατ. ευρώ (έναντι 348 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2022).
Επομένως, εξασφαλίζοντας ένα ευνοϊκό και σταθερό επιτόκιο από την αγορά, ο κ. Βασιλάκης θα καταφέρει να αγοράσει… ηρεμία και να «καλύψει» ένα μεγάλο μέρος των τρεχουσών δανειοδοτικών αναγκών του Ομίλου, κάτι που θα εξοικονομήσει πολύτιμους πόρους για την περαιτέρω ανάπτυξη. Για τον ίδιο λόγο, δε, έχει ήδη προχωρήσει σε συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων για το ποσό των 150 εκατ. ευρώ.
Μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι η Autohellas, στο 9μηνο του 2023, ενώ πέτυχε αύξηση του τζίρου κατά +34% και αύξηση της λειτουργικής κερδοφορίας κατά +15,9%, εντούτοις παρουσίασε καθαρή κερδοφορία 74,7 εκατ. ευρώ έναντι 71,5 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2022. Αυτό μεταφράζεται σε άνοδο μόλις κατά 4,4%, με τον κ. Βασιλάκη να αποδίδει αυτό το χαμηλό ποσοστό στο αυξημένο χρηματοοικονομικό κόστος.
Με το ομόλογο των 200 εκατ. ευρώ, επομένως, θα προσπαθήσει να επιλύσει αυτό το πρόβλημα, μεγιστοποιώντας περαιτέρω την αξία του Ομίλου, η οποία αυτήν την στιγμή υπερβαίνει τα 620 εκατ. ευρώ.