Καθήκοντα Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου στην Johnson & Johnson MedTech αναλαμβάνει ο Πάνος Πιτσιλλίδης, παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Θεόδωρο Λιακόπουλο, μετά από 15 χρόνια θητείας του στη θέση αυτή.
Ο Πάνος Πιτσιλλίδης είναι πτυχιούχος Οικονομικών από το Πανεπιστήμιο Essex, κάτοχος ΜΒΑ από το IE Business School της Μαδρίτης, ενώ έχει συμμετάσχει σε Προγράμματα Εκπαίδευσης Ανώτατων Στελεχών του Harvard Business School και INSEAD. Έχει ζήσει και εργαστεί σε συνολικά 7 χώρες, διαγράφοντας μια αξιόλογη πορεία που τον διαμόρφωσε ως προσωπικότητα και ως ηγέτη. Ξεκίνησε την καριέρα του στην KPMG στον τομέα των ελεγκτικών υπηρεσιών, ενώ στη συνέχεια εργάστηκε σε θέσεις κλειδιά σε εταιρείες κολοσσούς με διεθνή αντίκτυπο, όπως η Amazon και η J&P. Ξεκίνησε την καριέρα του στην Johnson & Johnson MedTech από τη θέση του Οικονομικού Διευθυντή και αναπτύσσοντας σημαντικές δεξιότητες, σύντομα ανέλαβε επιπλέον ευθύνες στον τομέα της Εμπορικής Ανάπτυξης. Χάρη στις στρατηγικές ικανότητες και τον καινοτόμο τρόπο σκέψης του, το 2020, ανέλαβε το ρόλο του Διευθυντή Στρατηγικής και Ανάπτυξης, σχεδιάζοντας και υλοποιώντας, έκτοτε, το στρατηγικό πλάνο της εταιρείας με εστίαση στις ψηφιακές ιατροτεχνολογικές λύσεις. Στο διάστημα αυτό, πέτυχε μεταξύ άλλων την ενίσχυση της εμπορικής απόδοσης της εταιρείας στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα ηγείτο της επιχειρηματικής της δραστηριότητας και στην Κύπρο.
Ο Θεόδωρος Λιακόπουλος, τέως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Johnson & Johnson MedTech, παραδίδοντας τη σκυτάλη ανέφερε ότι «Η συμβολή του Πάνου Πιτσιλλίδη από τον νέο του ρόλο θα είναι καθοριστική για τη δημιουργία μιας νέας σελίδας, με φρέσκια ματιά, καινοτόμες ιδέες αλλά και πολύτιμη εμπειρία, με στόχο την εξέλιξη της Johnson & Johnson MedTech σε όλα τα επίπεδα».
Ο κ. Πιτσιλλίδης, δήλωσε ότι αναλαμβάνει το νέο του ρόλο γνωρίζοντας τον οργανισμό εκ των έσω, και δεσμέυεται στις αξίες της εταιρείας, στους ανθρώπους της και στους ασθενείς. «Θα συνεχίσω να εργάζομαι για ένα καλύτερο μέλλον στον τομέα της Υγείας, με γνώμονα το δικαίωμα των ασθενών στην πρόσβαση σε νέες ιατρικές τεχνολογίες» επεσήμανε.