Έσοδα από τόκους που θα κινηθούν μεταξύ 1,75 δισ. ευρώ έως 2 δισ. ευρώ για το β’ τρίμηνο του έτους και 4 δισ. ευρώ για το εξάμηνο αναμένεται να καταγράψουν οι συστημικές τράπεζες. Aπό σήμερα ξεκινάει η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του δευτέρου τριμήνου των τραπεζών με το ημερολόγιο να καταγράφει 31 Ιουλίου για τις τράπεζες Eurobank και Πειραιώς, ενώ ακολουθούν την 1η Αυγούστου η Εθνική Τράπεζα και στις 9 Αυγούστου η Alpha Bank.
Το «κοντέρ» των πιστωτικών ιδρυμάτων έχει πάρει μπρος ανεπιστρεπτί, γι’ αυτό και η πορεία στο Xρηματιστήριο αιτιολογεί την εκρηκτική άνοδο των μετοχών. Kατά 44% ενισχύεται ο κλαδικός δείκτης στο Χ.Α.
Τα χαρακτηριστικά της ανόδου
Για ολόκληρο το 2022 οι τράπεζες παρουσίασαν καθαρά έσοδα από τόκους 5,4 δισ. ευρώ ενώ οι εκτιμήσεις για το τρέχον έτος μιλούν για περίπου 8 δισ. ευρώ (+43%) ακόμη και στην περίπτωση που τα επιτόκια σταθεροποιηθούν μετά το Σεπτέμβριο.
Υπενθυμίζεται πως τα επιτόκια άρχισαν να ανεβαίνουν τον περασμένο Ιούλιο και καταγράφουν άνοδο 425 μονάδες βάσης που σε κάθε τράπεζα μοχλεύεται διαφορετικά και παράγει διαφορετική κερδοφορία αναλόγως και της σύνθεσης του χαρτοφυλακίου της.
Ας σημειωθεί ότι το κόστος των καταθέσεων παραμένει σταθερό με τις τράπεζες να έχουν στη διάθεσή τους απεριόριστη ρευστότητα.
Σημαντικό σημείο στο οποίο οι αναλυτές αναμένεται να επικεντρώσουν δεν είναι άλλο από την πιστωτική επέκταση.
Νέα κόκκινα δάνεια
Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία που υπάρχουν δύο κρίσιμες παράμετροι έλαβαν χώρα το δεύτερο τρίμηνο του έτους:
- «Ξεκόλλησε» με βάση τα στοιχεία του Ιουνίου η πιστωτική επέκταση που καταγραφόταν αρνητική μέχρι και το Μάιο και οι πιστώσεις εμφανίζονται θετικές +2 δισ. ευρώ. Προς αυτήν την κατεύθυνση ασφαλώς βοήθησαν τα δάνεια που χορηγήθηκαν με την αιγίδα του RRF καθώς επίσης και άλλων κοινοτικών προγραμμάτων και φέρουν προνομιακά επιτόκια. Παράλληλα φαίνεται να περατώθηκαν οι αποπληρωμές για όσες επιχειρήσεις είχαν τη δυνατότητα να λάβουν παρόμοιες αποφάσεις.
- Το τρίμηνο των τραπεζών δεν έχει μόνον θετικές ειδήσεις. Οι συστημικές τράπεζες «λόγισαν» ή αλλιώς κατέγραψαν κόκκινα δάνεια ύψους 350 εκατ. ευρώ- κι έλαβαν ασφαλώς και τις αντίστοιχες προβλέψεις- όπως ήταν υποχρεωμένες να πράξουν και αυτά αφορούν τις πιστώσεις προς το επιχειρηματικό σχήμα της Avramar (το γνωστό συγχωνευμένο σχήμα των ιχθυοκαλλιεργειών Νηρέα Σελόντα Ανδρομέδα). Από σήμερα λοιπόν η μία μετά την άλλη οι τράπεζες θα μιλήσει για το πρώτο ατυχές πακέτο νέων κόκκινων δανείων που βαρύνουν τα χαρτοφυλάκιά τους.
Ωστόσο έστω κι έτσι, η Avramar δεν μπορεί να αλλάξει το ρου των ιστορικών κερδών που καταγράφουν μετά από 13 χρόνια τα πιστωτικά ιδρύματα.
Ταχύτερος περιορισμός του DTC
Στην υψηλή κερδοφορία των τραπεζών – ικανοποιητικά συμβάλλουν και τα έσοδα από προμήθειες ενώ οι τόκοι καταθέσεων δεν επιβαρύνουν περαιτέρω τους ισολογισμούς των τραπεζών καθώς παραμένουν καθηλωμένοι.
Όλα τα παραπάνω αναμένεται να διαμορφώσουν ένα κλίμα διαφορετικό και για τη διαχείριση του αναβαλλόμενου φόρου που σήμερα βρίσκεται στο 60% και κατά την εκτίμηση των τραπεζών δεν θα αργήσει να υποχωρήσει στο 50%. Οι τράπεζες αναμένεται να ξεκινήσουν σταδιακά την αλλαγή των προηγούμενων εκτιμήσεων και χρονοδιαγραμμάτων τους επί του θέματος.
Η αλλαγή στη δομή και την προοπτική για τη μείωση της αναβαλλόμενης φορολογίας αναμένεται να κάνει τους επόπτες πιο ελαστικούς σε θέματα διανομής μερισμάτων τα οποία δεν κατάφεραν να διανείμουν για το 2022 οι τράπεζες μολονότι κάποιες από αυτές το είχαν στον προγραμματισμό τους.
Θέματα αμοιβών – επενδυτική βαθμίδα
Οι καλές επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών στα stress tests αποτελούν άλλη μια παράμετρο που θα δώσει στον επόπτη τη δυνατότητα να κινηθεί διαφορετικά σε σχέση με το πως διαχειρίζεται θέματα αμοιβών, bonus, buy back για τα πιστωτικά ιδρύματα.
Μέσα σε όσα θα συζητήσουν οι τράπεζες με τους αναλυτές περιλαμβάνεται και το πρόγραμμα της αποκρατικοποίησής τους που φαίνεται πως θα ακολουθήσει κύκλους παράλληλους από την πλευρά του ΤΧΣ για όλα τα πιστωτικά ιδρύματα με δεδομένο βέβαια πως η Eurobank θα προηγηθεί και θα ολοκληρώσει την μικρή αποκρατικοποίησή της εντός του έτους.
Τέλος το πως οι τράπεζες θα καταφέρουν να προχωρήσουν και αυτές προς την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας- είναι πολύ πιο πίσω στη βαθμολογία από την ελληνική οικονομία- αποτελεί και αυτό ένα μεγάλο ζητούμενο.