Με όχημα το ηλεκτρονικό κανάλι και το τουριστικό ρεύμα, η Nestle Ελλάς εμφάνισε πέρυσι ανάπτυξη εσόδων, ωστόσο, οι επιβαρύνσεις στα λειτουργικά κόστη επηρέασαν την εικόνα της κερδοφορίας της.
Για τη φετινή χρονιά στο επίκεντρο της επιχειρησιακής στρατηγικής της εταιρείας βρίσκεται η απορρόφηση των κραδασμών και η διατήρηση του λειτουργικού κόστους σε χαμηλά επίπεδα, αλλά και η προσαρμογή στις όποιες αναταράξεις προκληθούν στην ζήτηση. Ταυτόχρονα η εταιρεία εστιάζει στο πεδίο της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας την οποία θέτει σε προτεραιότητα.
Περιβαλλοντική βιωσιμότητα
Η πράσινη μετάβαση «προϋποθέτει τη χάραξη μιας νέας στρατηγικής και ένα νέο μοντέλο λειτουργίας και ανάπτυξης που σέβεται τον πλανήτη και προστατεύει τους φυσικούς πόρους για τις επόμενες γενιές.
Είναι απαραίτητη μια ολιστική προσέγγιση σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα με αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, εξειδίκευση του προσωπικού, βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, εφαρμογή καλών πρακτικών και συνεργασίας, ώστε να επιτευχθεί αυτή η πράσινη μετάβαση. Σε αυτό το περιβάλλον, η εταιρεία ανέπτυξε και εφάρμοσε άμεσα και αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση αυτής της νέας πραγματικότητας λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη της τις μεταβαλλόμενες καταναλωτικές συνήθειες.
Στο πλαίσιο των ανωτέρω συνθηκών, επιδιώκουμε να διατηρήσουμε σε χαμηλά επίπεδα τα κόστη μας προκειμένου να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί στην αγορά, προσφέροντας στους καταναλωτές μια ευρεία γκάμα καινοτόμων προϊόντων που ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους» αναφέρει η διοίκηση της εταιρείας στην οικονομική έκθεση για τη χρήση 2022.
Ρευστότητα και γενναίο μέρισμα
Σημαντική παράμετρος στην ευελιξία διαχείρισης των υφιστάμενων προκλήσεων αποτελεί η υψηλή ρευστότητα που διατηρεί η Nestle Ελλάς και η στήριξη που «απολαμβάνει» από τον ελβετικό μητρικό όμιλο. Εξάλλου οι περσινές επιδόσεις της Nestle Ελλάδος οδήγησαν στη καταβολή γενναίου μερίσματος ύψους 23,5 εκατ. ευρώ .
Συγκεκριμένα κατά την περσινή χρονιά τα έσοδα της Nestle Ελλάς ενισχύθηκαν κατά 6,9% στα 379 εκατ. ευρώ, εξέλιξη την οποία η εταιρεία αποδίδει στην «άνοδο της κατανάλωσης των ειδών διατροφής κυρίως μέσω των πωλήσεων του ηλεκτρονικού εμπορίου για τρόφιμα και ποτά καθώς και η σημαντική αύξηση στον τουρισμό».
Σε όρους κερδοφορίας, τα προ φόρων κέρδη εμφάνισαν πτώση 16,5% στα 29,2 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη περιορίστηκαν κατά 14,7% στα 23, 1 εκατ. ευρώ.
Το σύνολο των υποχρεώσεων αυξήθηκε κατά 11,4% στα 197 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 184 εκατ. ευρώ αφορούν στο σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων ενώ τα ίδια κεφάλαια διαμορφώθηκαν στα 39,4 εκατ. ευρώ.