Ένα επικίνδυνο μίγμα προκλήσεων για την παγκόσμια κοινότητα με σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, προκαλείται από την ταχύτατη – από ό,τι σε κάθε άλλη εποχή στην ανθρώπινη ιστορία- της μείωσης της βιοποικιλότητας, σε συνδυασμό με την πιθανότητα αποτυχίας μετριασμού και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και εμφάνισης φυσικών καταστροφών.
Αυτό επισημαίνεται στην ειδική έκθεση του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών με θέμα «Προστασία της βιοποικιλότητας και νέο πλαίσιο υποχρεώσεων για τις επιχειρήσεις» που δημοσιεύτηκε σήμερα.
Συγκεκριμένα, οι οικονομικές επιπτώσεις εντοπίζονται στα εξής:
· Οι φυσικές καταστροφές που προκαλούνται από την υποβάθμιση των οικοσυστημάτων και την κλιματική αλλαγή κοστίζουν ήδη περισσότερα από $300 δισ. ετησίως ενώ περισσότερο από το 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη φύση.
· Η κατάρρευση βασικών υπηρεσιών οικοσυστημάτων, όπως η επικονίαση και η παροχή τροφίμων και ξυλείας, μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά $2,7 τρισ. ετησίως έως το 2030 και να οδηγήσει αρκετές χώρες στη χρεοκοπία.
Η αποτροπή της κατάρρευσης οικοσυστημάτων και η ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας απαιτεί συνδυασμό παρεμβάσεων σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Στο ετήσιο μήνυμά του για την Παγκόσμια Ημέρα Βιοποικιλότητας στις 22 Μαΐου, ο ΓΓ του ΟΗΕ κ. Αντόνιο Γκουτέρες τόνισε άλλωστε, την ανάγκη να προχωρήσουμε, πιο γρήγορα, πιο συντονισμένα και πιο δυναμικά για να διασφαλίσουμε ένα βιώσιμο μέλλον για όλους Πρόκειται περί πολυπαραμετρικού εγχειρήματος που περιλαμβάνει τον μετασχηματισμό των αλυσίδων αξίας, την αλλαγή των προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης, την μετάβαση στην κυκλική οικονομία, αλλά και εφαρμογή των παγκόσμιων συμφωνιών για το κλίμα ως προς τον μετριασμό και την προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Όμως, η ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας και η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων συνδέεται με σημαντικά οφέλη και ευκαιρίες:
· Η αξία των υπηρεσιών που προσφέρονται από τη φύση ανέρχεται παγκόσμια σε τουλάχιστον $125 τρισ. ετησίως.
· Η μετάβαση σε επιχειρηματικά μοντέλα που βάζουν σε προτεραιότητα τη φύση μπορεί να δημιουργήσει ευκαιρίες αξίας $10τρισ. και 395 εκατομμύρια θέσεις εργασίας έως το 2030.
Ανάγκη παγκόσμιας δράσης από κράτη και επιχειρήσεις
Το Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα μετά το 2020 που υιοθετήθηκε από 188 χώρες στο πλαίσιο της 15ης συνόδου της Διάσκεψης των Μερών (COP15) της Σύμβασης για τη Βιολογική Ποικιλότητα θέτει συγκεκριμένους δεσμευτικούς στόχους για τις κυβερνήσεις, τις τοπικές αρχές και τις κοινωνίες, ώστε να αναλάβουν δράση για την ανάσχεση και την αντιστροφή της απώλειας βιοποικιλότητας έως το 2030. Η επιδίωξη αυτή είναι αντίστοιχη με τον στόχο του 1,5o C για το κλίμα, και αναμένεται να επιφέρει ανατροπές σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων σε όλους τους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας.
· Με βάση το νέο πλαίσιο οι μεγάλες επιχειρήσεις και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να παρακολουθούν τακτικά, να αξιολογούν και να γνωστοποιούν με διαφάνεια τους κινδύνους, τις εξαρτήσεις και τις επιπτώσεις τους στη φύση και τη βιοποικιλότητα (στόχος 15).
· Παράλληλα, οι επιδοτήσεις δραστηριοτήτων που είναι επιβλαβείς για τη βιοποικιλότητα θα μειώνονται κατά τουλάχιστον $500 δισ. ετησίως (στόχος 18), ενώ προβλέπεται η κινητοποίηση τουλάχιστον $200 δισ. ετησίως προς τις αναπτυσσόμενες χώρες (στόχος 19).
Το πλαίσιο, επίσης, προβλέπει την υποχρέωση δημοσιοποίησης πληροφοριών σχετικά με τους κινδύνους και τις επιπτώσεις της επιχειρηματικής δραστηριότητας στη φύση. Ήδη, το πλαίσιο Task Force on Nature-related Financial Disclosures (TNFD) και το δίκτυο Science Based Targets Network (SBTN), μπορούν να αξιοποιηθούν από επιχειρήσεις και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ώστε να
· αξιολογούν, να διαχειρίζονται και να δημοσιοποιούν εκθέσεις για τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που σχετίζονται με την προστασία της φύσης.
· Ήδη, ένας αυξανόμενος αριθμός μεγάλων επιχειρήσεων και τραπεζών προχωρά στην υιοθέτηση μεθόδων παραγωγής και κριτηρίων χρηματοδότησης επενδύσεων λαμβάνοντας υπόψη προσεγγίσεις για τη μείωση ή την εξάλειψη των απωλειών στη φύση.
Τι συμβαίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο:
Η Ε.Ε. παίζει ενεργό ρόλο σε διεθνές επίπεδο, συμβάλλοντας στην τήρηση των παγκόσμιων δεσμεύσεων για την προστασία της φύσης και της βιοποικιλότητας. Τον Ιούνιο του 2022 παρουσίασε την πρόταση νόμου για την αποκατάσταση της φύσης, με την οποία προσήλθε στις διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν της συμφωνίας για το Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα.
· Σύμφωνα με την πρόταση νόμου για την αποκατάσταση της φύσης, σε κάθε κράτος μέλος θα ισχύουν νομικά δεσμευτικοί στόχοι για την αποκατάσταση της φύσης σε διάφορα οικοσυστήματα που συμπληρώνουν την ισχύουσα νομοθεσία. Στόχος είναι τα μέτρα αποκατάστασης της φύσης να καλύψουν τουλάχιστον το 20% των χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών της Ε.Ε. έως το 2030 και, τελικά, να επεκταθούν σε όλα τα οικοσυστήματα που χρήζουν αποκατάστασης έως το 2050.
Τι πρέπει να γίνει σε εθνικό επίπεδο:
· Στην Ελλάδα, η Εθνική Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα καταρτίστηκε το 2014 μαζί με το 5ετές σχέδιο δράσης. Παρότι ήταν ένα σημαντικό πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση του προβλήματος, σήμερα χρήζει επικαιροποίησης με βάση τόσο τα νέα δεδομένα, όσο και την ανάγκη κάλυψης εκκρεμοτήτων όπως ο προσδιορισμός των ειδικών ανά τόπο στόχων και μέτρων διατήρησης στις περιοχές Natura 2000.
· Οι εκκρεμότητες αυτές έχουν επιπτώσεις στην ορθολογική και ολοκληρωμένη ανάπτυξη των περιοχών αυτών (βλ. αναλυτικά Special Report ΣΕΒ, “Πρόοδος και προκλήσεις στην εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας”, Νοέμβριος 2022).
· Είναι σημαντικό οι επιτρεπόμενες χρήσεις γης να εναρμονίζονται με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές αλλά και διεθνείς πρακτικές προστασίας, διατήρησης και βιώσιμης ανάπτυξης και να καταστεί εφικτή η ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε συμφωνία με τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής.
Η επικαιροποιημένη εθνική στρατηγική για τη βιοποικιλότητα θα πρέπει να διευκολύνει τη μετάβαση των επιχειρήσεων στο νέο πλαίσιο προσδιορισμού των εξαρτήσεών τους από τη φύση και δημοσιοποίησης πληροφοριών σχετικά με τις επιπτώσεις της δραστηριότητάς τους στη βιοποικιλότητα.
Ανάγκη ενημέρωσης των επιχειρήσεων
· Η προστασία της βιοποικιλότητας εξελίσσεται σε πρωτεύων ζήτημα βιωσιμότητας και η επικαιροποίηση της εθνικής στρατηγικής είναι ένα πρώτο και απαραίτητο βήμα. Όμως οι σημαντικές αλλαγές που συνεπάγονται οι στόχοι που θεσπίζονται σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο αλλάζουν τα δεδομένα και για τις επιχειρήσεις, καθιστώντας κρίσιμη την ενημέρωσή τους.
· Ενδεικτικά αναφέρεται η υποχρέωση παρακολούθησης, αξιολόγησης και γνωστοποίησης των κινδύνων, εξαρτήσεων και επιπτώσεων τις δραστηριότητάς τις για τη βιοποικιλότητα (στόχος 15), ο προσδιορισμός και η σταδιακή εξάλειψη κινήτρων και επιδοτήσεων που πλήττουν τη βιοποικιλότητα (στόχος 18), η αύξηση τις χρηματοδότησης για δράσεις προστασίας τις (στόχος 19), αλλά και στόχοι που αφορούν τις βασικές αλυσίδες αξίας (τρόφιμα, γεωργία, ιχθυοκαλλιέργεια, υλοτομία, ενέργεια, εξόρυξη).
Κλιματική αλλαγή και απώλεια βιοποικιλότητας: ένα επικίνδυνο μίγμα
Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και η μετάβαση σε κλιματική ουδετερότητα το 2050 δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς να σταματήσει η απώλεια της φύσης και της βιοποικιλότητας.
Πέρα από την κλιματική διάσταση, η απώλεια της φύσης και της βιοποικιλότητας δημιουργεί αυξανόμενους κινδύνους και για την παγκόσμια οικονομία, αφού περισσότερο από το ½ του παγκόσμιου ΑΕΠ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη φύση Την ίδια ώρα:
· Οι φυσικές καταστροφές που προκαλούνται από την υποβάθμιση των οικοσυστημάτων και την κλιματική αλλαγή κοστίζουν ήδη περισσότερα από 300 δισ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως.
· Η κατάρρευση βασικών υπηρεσιών οικοσυστημάτων, όπως η επικονίαση και η παροχή τροφίμων και ξυλείας, μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 2,7 τρισ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως έως το 2030 και να οδηγήσει αρκετές χώρες στη χρεοκοπία.
Η ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας και η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων συνδέεται με σημαντικά οφέλη και ευκαιρίες:
· Η αξία των υπηρεσιών που προσφέρονται από τη φύση ανέρχεται παγκόσμια σε τουλάχιστον 125 τρισ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως.
· Η μετάβαση σε επιχειρηματικά μοντέλα που βάζουν σε προτεραιότητα τη φύση μπορεί να δημιουργήσει ευκαιρίες αξίας 10 τρισ. δολαρίων ΗΠΑ και 395 εκατομμύρια θέσεις εργασίας έως το 2030.
Στην έκθεση “Global Risks Report 2023”, το World Economic Forum σημειώνει ότι η βιοποικιλότητα μειώνεται ταχύτερα από κάθε άλλη εποχή στην ανθρώπινη ιστορία. Αν και ο κίνδυνος απώλειας βιοποικιλότητας και κατάρρευσης οικοσυστημάτων δεν ιεραρχείται υψηλά στη λίστα με τους βραχυπρόθεσμους κινδύνους, εντούτοις, σε ορίζοντα 10 ετών ανεβαίνει στην 4η θέση (Δ1).
Τυχόν κατάρρευση των οικοσυστημάτων θα έχει εκτεταμένες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες που περιλαμβάνουν αυξημένη εμφάνιση ασθενειών, μείωση των αποδόσεων και της θρεπτικής αξίας των καλλιεργειών, έλλειψη νερού, πλημμύρες, άνοδο της στάθμης της θάλασσας και διάβρωση εδαφών.
Η αποτροπή της κατάρρευσης οικοσυστημάτων και η ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας απαιτεί συνδυασμό παρεμβάσεων σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Πρόκειται περί πολυπαραμετρικού εγχειρήματος που περιλαμβάνει τον μετασχηματισμό των αλυσίδων αξίας, την αλλαγή των προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης, την μετάβαση στην κυκλική οικονομία, αλλά και εφαρμογή των παγκόσμιων συμφωνιών για το κλίμα ως προς τον μετριασμό και την προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Παγκόσμιοι στόχοι για τη βιοποικιλότητα
Η αντιμετώπιση των προκλήσεων και των κινδύνων που σχετίζονται με τη φύση και τη βιοποικιλότητα, έχει ενταχθεί σε ένα διεθνές πλαίσιο από το 1993, μέσω της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιολογική Ποικιλότητα.
Η σύμβαση αυτή αποτυπώνει την παγκόσμια συστράτευση για την προστασία και διατήρηση της φύσης, τη βιώσιμη χρήση των συστατικών της και τη δίκαιη κατανομή των οφελών που προκύπτουν από τη χρήση γενετικών πόρων (Πλαίσιο 1). Η διαμόρφωση του πλαισίου και των στόχων πραγματοποιείται από τη Διάσκεψη των Μερών (COP), κατά αντίστοιχο τρόπο με τη Διάσκεψη των Μερών της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Kλίμα (UNFCCC). Τον Δεκέμβριο του 2022 στο πλαίσιο της 15ης συνόδου της Διάσκεψης των Μερών (COP15) της Σύμβασης για τη Βιολογική Ποικιλότητα, υιοθετήθηκε από 188 χώρες το Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα μετά το 2020.
Το πλαίσιο αυτό θέτει τέσσερεις βασικούς στόχους για το 2050 και 23 επιμέρους στόχους για το 2030 (Δ2), επιδιώκοντας να κινητοποιήσει τις κυβερνήσεις, τις τοπικές αρχές και τις κοινωνίες, ώστε να αναλάβουν δράση για την ανάσχεση και την αντιστροφή της απώλειας βιοποικιλότητας, συμβάλλοντας έτσι στους τρεις πρωταρχικούς στόχους της Σύμβασης για τη Βιολογική Ποικιλότητα και σε εκείνους των πρωτοκόλλων της (βλ. Πλαίσιο 1) με ισορροπημένο τρόπο.
Το Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα μετά το 2020 αναμένεται να επιφέρει σημαντικές αλλαγές σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων σε όλους τους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας. Όπως η Συμφωνία του Παρισιού το 2015 οδήγησε σε ένα μεγάλο κύμα δράσης για το κλίμα τα επόμενα χρόνια, οι 23 στόχοι του νέου πλαισίου για τη βιοποικιλότητα θα επιταχύνουν τις αλλαγές στις εφαρμοζόμενες πολιτικές και θα αλλάξουν τα δεδομένα στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων. Ήδη, ένας αυξανόμενος αριθμός μεγάλων επιχειρήσεων και τραπεζών προχωρά στην υιοθέτηση μεθόδων παραγωγής και κριτηρίων χρηματοδότησης επενδύσεων λαμβάνοντας υπόψη προσεγγίσεις για τη μείωση ή την εξάλειψη των απωλειών στη φύση.
Η κορωνίδα της συμφωνίας που επιτεύχθηκε είναι η συμπερίληψη ενός παγκόσμιου στόχου για την ανάσχεση και αντιστροφή της απώλειας βιοποικιλότητας έως το 2030. Η επιδίωξη αυτή είναι ισοδύναμη με τον στόχο του 1,5oC για το κλίμα. Παράλληλα, ο στόχος για αποκατάσταση του 30% των περιοχών υποβαθμισμένων χερσαίων, υδάτινων, παράκτιων και θαλάσσιων οικοσυστημάτων έως το 2030 (στόχος 2) ικανοποίησε το σχετικό αίτημα πολλών χωρών, αυξάνοντας σημαντικά την παγκόσμια φιλοδοξία για την αποκατάσταση της φύσης.
Νέες προκλήσεις για τις επιχειρήσεις
Μεταξύ των 23 ειδικών στόχων για το 2030 που περιλαμβάνονται στο Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα μετά το 2020, ξεχωρίζουν τρεις στόχοι που αφορούν ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις και στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Αυτοί είναι:
-Στόχος 15: Λήψη μέτρων που θα υποχρεώνουν τις μεγάλες επιχειρήσεις, τις πολυεθνικές εταιρείες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα:
α) Να παρακολουθούν τακτικά, αξιολογούν και γνωστοποιούν με διαφάνεια τους κινδύνους, τις εξαρτήσεις και τις επιπτώσεις τους στη βιοποικιλότητα, κατά μήκος των δραστηριοτήτων τους, των αλυσίδων εφοδιασμού και αξίας και των χαρτοφυλακίων τους.
β) Να παρέχουν τις απαραίτητες πληροφορίες στους καταναλωτές για την προώθηση βιώσιμων καταναλωτικών προτύπων.
γ) Να υποβάλουν εκθέσεις σχετικά με τη συμμόρφωση με τους κανονισμούς και τα μέτρα για την πρόσβαση και τον καταμερισμό των οφελών (Πλαίσιο 2).
– Στόχος 18: Προσδιορισμός έως το 2025 και εξάλειψη, σταδιακή κατάργηση ή μεταρρύθμιση κινήτρων και επιδοτήσεων, που είναι επιβλαβή για τη βιοποικιλότητα. Ειδικότερα, θα πρέπει να υπάρξει μείωση κατά τουλάχιστον 500 δισ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως έως το 2030 των επιδοτήσεων που είναι επιβλαβείς για τη βιοποικιλότητα.
– Στόχος 19: Σταδιακή αύξηση του επιπέδου των χρηματοδοτικών πόρων από όλες τις πηγές, με αποτελεσματικό, έγκαιρο και εύκολα προσβάσιμο τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των εγχώριων, διεθνών, δημόσιων και ιδιωτικών πόρων, έως το 2030, κινητοποιώντας τουλάχιστον 200 δισ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως, μεταξύ άλλων με:
α) Αύξηση των συνολικών διεθνών χρηματοδοτικών πόρων που σχετίζονται με τη βιοποικιλότητα σε τουλάχιστον 20 δισ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως έως το 2025, και σε τουλάχιστον 30 δισ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως έως το 2030.από ανεπτυγμένες χώρες, προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, ιδίως τις λιγότερο ανεπτυγμένες και τα μικρά αναπτυσσόμενα νησιωτικά κράτη, καθώς και τις χώρες με μεταβατικές οικονομίες.
β) Προετοιμασία και εφαρμογή εθνικών σχεδίων χρηματοδότησης της βιοποικιλότητας ή παρόμοιων μέσων σύμφωνα με τις εθνικές ανάγκες, προτεραιότητες και περιστάσεις με στόχο σημαντική αύξηση της διάθεσης εγχώριων πόρων.
γ) Εφαρμογή στρατηγικών για την άντληση νέων και πρόσθετων πόρων και ενθάρρυνση του ιδιωτικού τομέα να επενδύσει στη βιοποικιλότητα.
δ) Προώθηση καινοτόμων καθεστώτων, όπως πληρωμές για υπηρεσίες οικοσυστήματος, πράσινα ομόλογα, αντισταθμίσεις και πιστώσεις βιοποικιλότητας, μηχανισμοί συμμετοχής στα οφέλη, με περιβαλλοντικές και κοινωνικές διασφαλίσεις.
ε) Βελτιστοποίηση των ωφελειών και των συνεργειών χρηματοδότησης.
στ) Ενίσχυση του ρόλου των συλλογικών δράσεων, μεταξύ άλλων από τους αυτόχθονες πληθυσμούς και τις τοπικές κοινότητες.
ζ) Ενίσχυση της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας και της διαφάνειας της παροχής και της χρήσης των πόρων.
Πέρα από τους παραπάνω τρεις στόχους που επηρεάζουν οριζόντια την επιχειρηματικότητα, αρκετοί από τους υπόλοιπους στόχους στο Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα μετά το 2020 επηρεάζουν σε μικρό ή μεγάλο βαθμό συγκεκριμένους τομείς.
Για παράδειγμα, οι στόχοι 2 και 3 για την αποκατάσταση του 30% των οικοσυστημάτων και την προστασία του 30% τουλάχιστον των περιοχών εκτιμάται ότι θα επηρεάσει όλη την αλυσίδα αξίας τροφίμων, την υλοτομία, τη γεωργία, τις υδατοκαλλιέργειες, την ενέργεια και την εξόρυξη.
Επίσης, ο στόχος 7 για τη μείωση της ρύπανσης αφορά περισσότερο την παραγωγή πλαστικών και χημικών, τη διαχείριση αποβλήτων, την ανακύκλωση συσκευασιών και ολόκληρη την αγροτική παραγωγή, καθώς τίθενται όρια στη χρήση φυτοφαρμάκων.
Ενδεικτικά εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι επιχειρήσεις για να αξιολογούν τους κινδύνους
Υπάρχει ήδη ένας αυξανόμενος αριθμός πλαισίων και κατευθυντήριων γραμμών που μπορούν να αξιοποιηθούν από τις επιχειρήσεις και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αξιολόγησης, διαχείρισης κινδύνων και ευκαιριών που σχετίζονται με τη φύση[1], αλλά και την δημοσιοποίηση των σχετικών εκθέσεων.
Ενδεικτικά αναφέρονται:
– Το πλαίσιο Task Force on Nature-related Financial Disclosures (TNFD), το οποίο παρέχει καθοδήγηση προς τις επιχειρήσεις σχετικά με την αξιολόγηση των εξαρτήσεών τους από τη φύση, την ανάπτυξη στρατηγικής για τη διαχείριση των σχετικών κινδύνων και ευκαιριών και την υποβολή εκθέσεων κατά το πρότυπο της Task Force on Climate-related Financial Disclosures (TCFD).
– Το δίκτυο Science Based Targets Network (SBTN), το οποίο προσφέρει ένα πλαίσιο βασικών δεικτών μέτρησης.
– Το πλαίσιο ACT-D των Capitals Coalition, Business for Nature, WBCSD, TNFD, Science Based Targets Network, World Economic Forum και WWF, το οποίο μέσω διαφόρων εργαλείων και υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών βοηθά στον καθορισμό στόχων και τη δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικά με τη φύση και τη βιοποικιλότητα.
– Η πρωτοβουλία Accountability Framework initiative (AFI), που αναπτύσσει κανόνες και κατευθυντήριες γραμμές για την προώθηση ηθικών πρακτικών στις αλυσίδες αξίας της γεωργίας και της δασοκομίας.
Η σύμπραξη Partnership for Biodiversity Accounting Financials (PBAF), που απευθύνεται σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αναπτύσσοντας πρότυπα αξιολόγησης και γνωστοποίησης των επιπτώσεων των δανείων και των επενδυτικών χαρτοφυλακίων τους στη βιοποικιλότητα.
Η συμβολή της Ε.Ε. στην υλοποίηση των στόχων του Παγκόσμιου Πλαισίου για τη βιοποικιλότητα μετά το 2020
Η πρόταση νομοθετικής πράξης για την αποκατάσταση της φύσης
Στις 22 Ιουνίου 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε την πρόταση νόμου για την αποκατάσταση της φύσης, η οποία αποτέλεσε τη βασική συμβολή της ΕΕ στις διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν της συμφωνίας για το Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα μετά το 2020.
Η πρόταση νομοθετικής πράξης για την αποκατάσταση της φύσης είναι η πρώτη στην ιστορία νομοθετική πράξη της Ε.Ε. που στοχεύει ρητά στην αποκατάσταση της φύσης της Ευρώπης, και ειδικότερα στην αποκατάσταση του 80% των ευρωπαϊκών οικοτόπων που βρίσκονται σε κακή κατάσταση και στην επαναφορά της φύσης σε όλα τα οικοσυστήματα.
Οι στόχοι και τα μέτρα που προτείνονται λαμβάνουν υπόψη σχετική αξιολόγηση του Joint Research Center, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση των οικοσυστημάτων που καλύπτονται από τη νομοθεσία της Ε.Ε. παραμένει σε μεγάλο βαθμό κακή, εντοπίζοντας μεγάλα κενά στη νομική προστασία των χερσαίων οικοσυστημάτων, με τα αστικά οικοσυστήματα, τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις και τα δάση να προστατεύονται λιγότερο.
Σύμφωνα με την πρόταση νόμου της Ε.Ε. για την αποκατάσταση της φύσης, σε κάθε κράτος μέλος θα ισχύουν νομικά δεσμευτικοί στόχοι για την αποκατάσταση της φύσης σε διάφορα οικοσυστήματα που συμπληρώνουν την ισχύουσα νομοθεσία. Στόχος είναι τα μέτρα αποκατάστασης της φύσης να καλύψουν τουλάχιστον το 20% των χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών της Ε.Ε. έως το 2030 και, τελικά, να επεκταθούν σε όλα τα οικοσυστήματα που χρήζουν αποκατάστασης έως το 2050.
Ειδικότερα, οι προτεινόμενοι στόχοι περιλαμβάνουν:
1. Αντιστροφή της μείωσης των πληθυσμών επικονιαστών έως το 2030 και αύξηση των πληθυσμών τους μετέπειτα.
2. Καμία καθαρή απώλεια πράσινων αστικών χώρων έως το 2030, αύξηση κατά 5% έως το 2050, τουλάχιστον 10% συγκόμωση σε κάθε ευρωπαϊκή πόλη, κωμόπολη και προάστιο, και καθαρό κέρδος από τον χώρο πρασίνου που ενσωματώνεται σε κτίρια και υποδομές.
3. Στα γεωργικά οικοσυστήματα, συνολική αύξηση της βιοποικιλότητας και θετική τάση για τις πεταλούδες χορτολιβαδικών εκτάσεων, τα πτηνά γεωργικής γης, τον οργανικό άνθρακα σε καλλιεργήσιμα ανόργανα εδάφη και τα χαρακτηριστικά τοπίου υψηλής ποικιλομορφίας σε γεωργικές εκτάσεις.
4. Αποκατάσταση και επανύγρανση αποστραγγισμένων τυρφώνων γεωργικής χρήσης και σε χώρους εξόρυξης τύρφης.
5. Στα δασικά οικοσυστήματα, συνολική αύξηση της βιοποικιλότητας και θετική τάση για τη συνδεσιμότητα των δασών, τα νεκρά ξύλα, το μερίδιο των δασών ανομοιόμορφης γήρανσης, τα δασικά πτηνά και το απόθεμα οργανικού άνθρακα.
6. Αποκατάσταση θαλάσσιων οικοτόπων, όπως οι θαλάσσιοι βοσκότοποι ή οι βυθοί ιζημάτων, και αποκατάσταση των οικοτόπων εμβληματικών θαλάσσιων ειδών, όπως δελφίνια και φώκιες, καρχαρίες και θαλάσσια πτηνά.
7. Άρση των ποτάμιων φραγμών έτσι ώστε τουλάχιστον 25.000 χλμ. ποταμών να μετατραπούν σε ποταμούς ελεύθερης ροής έως το 2030.
Η νέα νομοθετική πρόταση της ΕΕ καλύπτει όλα τα οικοσυστήματα και δεν περιορίζεται στην οδηγία για τους οικοτόπους και τις προστατευόμενες περιοχές Natura 2000, με στόχο όλα τα φυσικά και ημιφυσικά οικοσυστήματα να βρίσκονται σε πορεία ανάκαμψης έως το 2030. Διευκρινίζεται ότι η αποκατάσταση της φύσης δεν ισοδυναμεί με την προστασία της φύσης και δεν οδηγεί αυτομάτως σε περισσότερες προστατευόμενες περιοχές. Οι αποκατασταθείσες περιοχές δεν θα γίνουν απαραίτητα προστατευόμενες περιοχές, δεδομένου ότι η αποκατάσταση δεν αποκλείει την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας.
Τα Κράτη – Μέλη θα λάβουν σημαντική χρηματοδότηση από την ΕΕ: στο πλαίσιο του τρέχοντος πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, περίπου €100 δισ. θα διατεθούν για δαπάνες για τη βιοποικιλότητα, συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης.
Η Στρατηγική της Ε.Ε. για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030
Η πρόταση νομοθετικής πράξης της Ε.Ε. για την αποκατάσταση της φύσης αποτελεί μία από τις δράσεις της Στρατηγικής της Ε.Ε. για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030, η οποία παρουσιάστηκε τον Μάιο του 2020.
Οι στόχοι της Στρατηγικής της Ε.Ε. για τη βιοποικιλότητα περιλαμβάνουν:
– τον καθορισμό προστατευόμενων περιοχών τουλάχιστον για το 30% των εδαφών και το 30% των θαλασσών στην Ευρώπη, με νομικά δεσμευτικούς στόχους για την αποκατάσταση της φύσης το 2021, που θα εξασφαλίζουν αυστηρότερη προστασία των δασών της Ε.Ε.,
– την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων στην ξηρά και τη θάλασσα σε ολόκληρη την Ευρώπη (βλ. πρόταση νομοθετικής πράξης για την αποκατάσταση της φύσης),
– την αποδέσμευση €20 δισ. ετησίως για τη βιοποικιλότητα μέσω διαφόρων πηγών, τόσο από τα ταμεία της Ε.Ε. όσο και από πηγές εθνικής και ιδιωτικής χρηματοδότησης, ενώ ταυτόχρονα το φυσικό κεφάλαιο και η βιοποικιλότητα θα συνεκτιμώνται στις επιχειρηματικές πρακτικές.
Το πλαίσιο προστασίας και αποκατάστασης της φύσης παραμένει ασαφές στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, η Εθνική Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα καταρτίστηκε το 2014 μαζί με το 5ετές σχέδιο δράσης, και χρήζει επικαιροποίησης με βάση και τα νέα δεδομένα αλλά και την κάλυψη εκκρεμοτήτων όπως ο προσδιορισμός των ειδικών ανά τόπο στόχων και μέτρων διατήρησης στις περιοχές Natura 2000.
Η επικαιροποιημένη εθνική στρατηγική για τη βιοποικιλότητα θα πρέπει να διευκολύνει τη μετάβαση των επιχειρήσεων στο νέο πλαίσιο προσδιορισμού των εξαρτήσεών τους από τη φύση και δημοσιοποίησης πληροφοριών σχετικά με τις επιπτώσεις της δραστηριότητάς τους στη βιοποικιλότητα.
Παράλληλα, πρέπει να επιλυθούν τα παραμένοντα ζητήματα προσδιορισμού των ειδικών ανά τόπο στόχων και μέτρων διατήρησης στις περιοχές Natura 2000, έλλειψη που εντοπίζεται και στην τελευταία έκθεση της ΕΕ για την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας στην Ελλάδα, (Σεπτέμβριος 2022). Oι καθυστερήσεις αυτές έχουν επιπτώσεις και στην ορθολογική και ολοκληρωμένη ανάπτυξη των περιοχών αυτών με συμβολή και της δέουσας επιχειρηματικότητας (βλ. αναλυτικά Special Report ΣΕΒ, “Πρόοδος και προκλήσεις στην εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας”, Νοέμβριος 2022).