Ανεβαίνει ο «πυρετός» για την δέσμευση και αποθήκευση εκπομπών CO2 στην Ελλάδα (Carbon Capture and Storage- CCS), καθώς αναδεικνύεται σε τεχνολογία-κλειδί για την απανθρακοποίηση των βιομηχανιών και την επίτευξη του φιλόδοξου στόχου για μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030 και για επίτευξη μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος έως το 2050.
Με την τεχνολογία CCS, το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται κατά την παραγωγική διαδικασία, δεσμεύεται και μεταφέρεται με αγωγούς, φορτηγά ή δια θαλασσής σε υπόγειες κοιλότητες όπως τα εξαντλημένα κοιτάσματα υδρογονανθράκων όπου αποθηκεύεται επ’ αόριστον. Στο πλαίσιο αυτό, οι εφαρμογές του CCS έχουν προσελκύσει βιομηχανικών κλάδων με σημαντική παραγωγή εκπομπών CO2 (διυλιστήρια, τσιμεντοβιομηχανία, μεταλλουργία, ηλεκτροπαραγωγή), ιδίως ενόψει της περαιτέρω αύξησης του κόστους αγοράς δικαιωμάτων CO2 που αναμένεται τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε χθεσινή εκδήλωση της ΕΔΕΥΕΠ όπου παρουσιάστηκε η «Λευκή Βίβλος» για την ανάπτυξη του CCS στην Ελλάδα, οι επενδύσεις σε projects CCS υπό ανάπτυξη σε όλο τον κόσμο έχουν αυξηθεί κατά 44% την περίοδο 2021-2022. Πρωτοπόρος της τεχνολογίας είναι οι ΗΠΑ, όπου καταγράφονται 12 δις. δημόσιων επενδύσεων σε έργα δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα. Στην Ευρώπη, μεγαλύτερη πρόοδο στην εν λόγω τεχνολογία έχει καταγραφεί σε χώρες του Βορρά (Νορβηγία, Δανία, Ολλανδία, Μεγάλη Βρετανία), με κοινό παρονομαστή σε όλες τις περιπτώσεις την ισχυρή κρατική στήριξη για τα εν λόγω projects καθώς χαρακτηρίζονται από μεγάλη τεχνική πολυπλοκότητα και είναι υψηλής έντασης κεφαλαίου και ενέργειας.
«Η ανάπτυξη του CCS αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για την Ελλάδα» δήλωσε από το βήμα της εκδήλωσης της ΕΔΕΥΕΠ η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Πρώτων Υλών του ΥΠΕΝ Αλεξάνδρα Σδούκου. Πράγματι, ενδεικτικό του αυξανόμενου κυβερνητικού ενδιαφέροντος είναι το γεγονός ότι η στήριξη συγκεκριμένων projects CCS αλλά και η εκπόνηση του ρυθμιστικού πλαισίου που θα «ξεκλειδώσει» τις σχετικές επενδύσεις περιλαμβάνονται σύμφωνα με τον έως τώρα σχεδιασμό στο «μενού» των δράσεων που θα χρηματοδοτηθούν από τα ύψους 800 εκατ. ευρώ περίπου κονδύλια του REPower EU που προορίζονται για την Ελλάδα.
Ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΔΕΥΕΠ Αριστοφάνης Στεφάτος ανέδειξε τέσσερα συγκεκριμένα οφέλη από την ανάπτυξη της τεχνολογίας CCS στην Ελλάδα: Συμβολή στην επίτευξη των κλιματικών στόχων, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, προσέλκυση ευρωπαϊκών κονδυλίων και προστασία της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το όφελος από την αποθήκευση CΟ2 λόγω της αποφυγής της υποχρέωσης αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής CO2 από τις επιχειρήσεις μπορεί να ανέλθει σε πάνω από 6 δισεκατομμύρια ευρώ σε βάθος χρόνου, με βάση τα σημερινά δεδομένα των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπής CO2 (περί τα 100 ευρώ ανά τόνο) και τη χωρητικότητα της υπόγειας αποθήκης (60 εκατ. τόνοι) στον Πρίνο που έχει αδειοδοτηθεί για την εν λόγω δραστηριότητα από την ΕΔΕΥΕΠ και είναι το πιο ώριμο project.
To project με φορέα υλοποίησης την Energean- που έχει ήδη ενταχθεί για χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης αφορά στη δημιουργία υπόγειας αποθήκης CO2 στον Πρίνο. Πρόκειται για επένδυση αρχικού προϋπολογισμού τουλάχιστον 400 εκατ. ευρώ που μπορεί να φτάσει και το1 δις. ευρώ σε πλήρη ανάπτυξη. Σύμφωνα με πηγές της Energean, το έργο αφορά σε πρώτη φάση αποθήκευση 0,5-1 εκατ. τόνων CO2 ετησίως, ενώ σε δεύτερη φάση -προς το τέλος της δεκαετίας- η αποθηκευτική ικανότητα θα μπορούσε να αυξηθεί στα 2,5-3 εκατ. CO2 ετησίως.
O ΔΕΣΦΑ και ο κωδικός Apollo CO2
Το project αποτελεί μέρος και ενός ευρύτερου project στο οποίο συμπράττει ο ΔΕΣΦΑ και έχει υποβληθεί για χρηματοδότηση από την ΕΕ ως έργο PCI (Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος). Σύμφωνα με πληροφορίες της «Ν», το σκέλος του έργου που αφορά στον ΔΕΣΦΑ –και φέρει την κωδική ονομασία Apollo CO2- αφορά στη διασύνδεση με σύστημα αγωγών όλων των βιομηχανιών που είναι συγκεντρωμένες στην περιοχή της Αττικής, ώστε οι εκπομπές CO2 να μεταφέρονται σε μια Μονάδα Υγροποίησης και από εκεί να μεταφέρονται δια θαλάσσης με πλοία στον Πρίνο. Όπως τονίζουν υψηλόβαθμα στελέχη του ΔΕΣΦΑ, «εφόσον με το δικό μας πρότζεκτ δημιουργήσουμε μια κρίσιμη μάζα εκπομπών CO2 , αυτό θα διευκολύνει τη λήψη της Τελικής Επενδυτικής Απόφασης για το έργο στον Πρίνο . Τα δυο έργα έχουν μεγάλες συνέργειες και μπορούν να δημιουργήσουν μια ολοκληρωμένη αλυσίδα αξίας για το CCS στην Ελλάδα».
Πληροφορίες της αγοράς εξάλλου αναφέρουν ότι τέσσερα project ελληνικού ενδιαφέροντος έχουν υποβάλλει αίτηση για χρηματοδότηση από το Ταμείο Καινοτομίας της ΕΕ, όπου στην σχετική πρόσκληση για έργα μεγάλης κλίμακας που προωθούν την ενεργειακή μετάβαση υποβλήθηκαν 239 αιτήσεις. Σε αυτά συμπεριλαμβάνεται το project του Πρίνου της Energean. Καθώς και το project IRIS της Motor Oil που επιδιώκει να συνδυάσει την παραγωγή υδρογόνου και μεθανόλης εξαιρετικά χαμηλών εκπομπών άνθρακα, μέσω δέσμευσης άνθρακα, μειώνοντας το αποτύπωμα άνθρακα του διυλιστηρίου των Αγίων Θεοδώρων δια της δέσμευσης 495,6 χιλιάδες τόων CO2 ετησίως (25%). Όπως αναφέρει η εταιρεία στις ετήσιες οικονομικές της καταστάσεις για το 2022, «Οι δυνατότητες κλιμάκωσης του IRIS είναι σημαντικές καθώς η Motor Oil μπορεί να επεκτείνει τη δέσμευση άνθρακα σε πρόσθετα σημεία εκπομπής εντός του διυλιστηρίου, με δυνατότητα αύξησης του ποσοστού δέσμευσης έως και 50% των συνολικών εκπομπών».
Σχέδια για μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος των διυλιστηρίων σε Ελευσίνα, Θεσσαλονίκη και Ασπρόπυργο της μέσω CCS φέρεται να εξετάζει και η Helleniq Energy, ενώ και η τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ ήδη από το 2022 δοκιμάζει πιλοτικές τεχνολογίες δέσμευσης άνθρακα και συμμετείχε στο χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ ερευνητικό έργου, RECODE, που στοχεύει στην δέσμευση και αξιοποίηση του διοξειδίου του άνθρακα (Carbon Capture and Utilization / CCU), στο εργοστάσιο Καμαρίου. Μάλιστα, για τη συνεισφορά του στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, ο ΤΙΤΑΝ έχει αναγνωριστεί ως Βασικός Φορέας Καινοτομίας από το «Ραντάρ Καινοτομίας» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.