Η αναζήτηση σταθερών εσόδων οδήγησε την Goldman Sachs στο επίκεντρο μιας οικονομικής κρίσης που συγκλόνισε την Ευρώπη πριν από μια δεκαετία, αναφέρει η Wall Street Journal και αποκαλύπτει επικαλούμενη καλά πληροφορημένες πηγές ότι ο επενδυτικός κολοσσός επενδύει περίπου 150 έως 200 εκατομμύρια ευρώ σε τρία παραθαλάσσια θέρετρα σε μια βόρεια περιοχή της Ελλάδας.
Το σχέδιο είναι να ανακαινιστούν τα ξενοδοχεία, τα οποία επί του παρόντος είναι κλειστά, και να ανοίξουν στους επισκέπτες τα επόμενα δύο χρόνια, ανέφεραν οι πηγές. Η Goldman αγόρασε τα ξενοδοχεία τον Οκτώβριο και διαθέτει χρηματοδότηση για την ανακαίνισή τους. Η τράπεζα αναζητά περισσότερα ακίνητα —στην Ελλάδα και αλλού— και αναπτύσσει ένα εμπορικό σήμα που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να τα ενώσει, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της αμερικανικής εφημερίδας.
«Η συμφωνία, αν και σχετικά μικρή, αντανακλά την διευρυνόμενη αναζήτηση της εταιρείας για σταθερά έσοδα που μπορούν να εξομαλύνουν τα προβλήματα των επικερδών, αλλά ασταθών, επιχειρήσεων της στη Wall Street» σχολιάζει η WSJ.
Η άνθηση των μετοχών και η άνοδος των συναλλαγών βοήθησαν την τράπεζα να σημειώσει κέρδη ρεκόρ το 2021. Η περσινή αιμορραγία όμως οδήγησε τους traders ξανά στο περιθώριο και τα κέρδη στον πάτο. Η διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και περιουσίας είναι λιγότερο συνδεδεμένη με τα σκαμπανεβάσματα της αγοράς. Οι επενδυτές πληρώνουν στην Goldman μια προμήθεια για τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων —σε αυτή την περίπτωση, των ξενοδοχείων— και η εταιρεία μπορεί επίσης να δημιουργήσει κέρδος όταν τα πουλάει στη γραμμή.
Η Goldman έλαβε 8,8 δισεκατομμύρια δολάρια σε αμοιβές περιουσιακών στοιχείων και διαχείρισης περιουσίας το 2022, ρεκόρ για την εταιρεία, και στοχεύει να πετύχει τον ετήσιο στόχο των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι το τέλος του 2024. Για ιδιωτικές επενδύσεις, όπως τα ξενοδοχεία, η τράπεζα έχει συγκεντρώσει περίπου 179 δολάρια δισεκατομμύρια από το τέλος του 2019 από εξωτερικούς επενδυτές, με στόχο να φτάσει τα 225 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024.
«Η Goldman επιδιώκει εδώ και καιρό συμφωνίες για υποβαθμισμένα ακίνητα σε μέρη όπου η οικονομία βρίσκεται σε ανοδική πορεία. Αν και αποτελεί μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για δεκαετίες, η Ελλάδα συχνά περιλαμβάνεται στις οικονομίες αναδυόμενων αγορών μετά από βαθιά ύφεση που προκλήθηκε εν μέρει από την κατάρρευση των οικονομικών της το 2009. Οι εταιρείες της τείνουν να έχουν χαμηλότερες αποτιμήσεις από αυτές των χωρών της Δυτικής Ευρώπης» αναφέρεται στο άρθρο.
«Ωστόσο το επενδυτικό ενδιαφέρον έχει αναθερμανθεί τα τελευταία χρόνια, εν μέρει λόγω μιας κυβέρνησης που έχει αγκαλιάσει τις κεφαλαιαγορές και τις ξένες επενδύσεις. Ο τουρισμός, εν τω μεταξύ, σημείωσε νέα ρεκόρ πέρυσι. Οι τιμές των ακινήτων σε μεγάλες πόλεις και περιοχές διακοπών αυξάνονται» επισημαίνεται, ενώ υπενθυμίζεται ότι τον Ιανουάριο, η Fitch Ratings αναβάθμισε την Ελλάδα σε ένα επίπεδο κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Η S&P Global Ratings έκανε το ίδιο πέρυσι.
Η φήμη της τράπεζας στη χώρα
«Η Goldman έχει μια πολύπλοκη ιστορία στην Ελλάδα. Η φήμη της τράπεζας δέχτηκε πλήγμα στη χώρα αφού αποκαλύφθηκε ότι ένα ανώτερο στέλεχος της Goldman είχε δημιουργήσει ένα trade που βοήθησε να συγκαλύψει το πραγματικό χρέος της χώρας» αναφέρει η WSJ.
Ωστόσο, η τράπεζα δεν έφυγε ποτέ από την Ελλάδα. Από το 2021, οι τραπεζίτες της έχουν συμβάλει στη συγκέντρωση δισεκατομμυρίων ευρώ σε χρηματοδότηση για ορισμένες από τις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας και βοήθησαν να διευθετηθεί η πώληση περίπου 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων ελληνικής εταιρείας τροφίμων στη Mondelez International Inc. Οι τραπεζίτες της Goldman παρείχαν επίσης υπηρεσίες συμβούλου στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος όταν πούλησε το μεγαλύτερο μέρος της ασφαλιστικής της εταιρείας στην CVC Capital Partners με έδρα το Λουξεμβούργο για περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ.