Σε «μήλον της έριδος» εξελίσσεται η κατηγορία των έτοιμων γευμάτων για την εγχώρια αγορά, με την λιανική και τη βιομηχανία τροφίμων να «κλείνει το μάτι» στην εστίαση διεκδικώντας μερίδιο από τη «πίτα» του foodservice που ξεπερνά τα 10 δις ευρώ.
Ούτε η πανδημία ούτε ο πληθωρισμός φέρεται ότι στάθηκαν ικανά να ανακόψουν τις σημαντικές προοπτικές των έτοιμων γευμάτων, καθώς αποτελεί μια τάση που ήρθε για να μείνει ανατρέποντας τις ισορροπίες στον ευρύτερο κλάδο τροφίμων.
Η κατανάλωση έτοιμων γευμάτων έχει αρχίσει να ωριμάζει στο εγχώριο νεανικό κοινό ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύεται σιγά σιγά ως μια οικονομική λύση ευκολίας και για τις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.
Πέρα από τους εγχώριους καταναλωτές, τα έτοιμα γεύματα με “άρωμα” Ελλάδας αποτελούν και ιδιαίτερα ελκυστική πρόταση για τους ξένους επισκέπτες που έχουν αναπτύξει αυτή τη κουλτούρα διατροφής εδώ και δεκαετίας.
Τα ready to eat γεύματα μπορούν να καταναλωθούν εύκολα και παντού, ενώ εξίσου ευέλικτη είναι κι η αποθήκευσή τους.
Η άνεση και κυρίως η διευκόλυνση του καταναλωτή είναι τα σημεία «κλειδιά», και για τον λόγο αυτό, οργανωμένη λιανική, μικρή και μεγάλη αλλά και η εγχώρια βιομηχανία τροφίμων κατευθύνει σημαντικό ύψος κεφαλαίων επενδύοντας στρατηγικά στα έτοιμα γεύματα.
Ο κλάδος των τυποποιημένων έτοιμων γευμάτων, τα οποία διατίθενται στη λιανική διακρίνονται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες όσον αφορά τη μορφή διάθεσής τους: κατεψυγμένα, θερμοκρασίας ψυγείου, θερμοκρασίας περιβάλλοντος, κονσέρβες αποξηραμένα.
Η βεντάλια των προϊόντων είναι μεγάλη από όσπρια, ζυμαρικά και ζύμες μέχρι σαλάτες, λαχανικά, κρεατικά, ψαρικά και φρούτα. Ηχηρά ονόματα εγχώριων και πολυεθνικών παικτών όπως Υφαντής, Νίκας, Vivartia, 3άλφα, Χαλβατζής, Πίνδος, Pescanova, Agino,Creta Farms, Παλίρροια, Καλλιμάνης κτλ έχουν πάρει θέση στην αγορά των έτοιμων και ημι-έτοιμων γευμάτων, ενώ στο «παιχνίδι» έχει μπει δυναμικά σχεδόν σύσσωμη η εγχώρια οργανωμένη λιανική- μεγάλη και μικρή-.
Για την βιομηχανία τροφίμων η κατηγορία αποτελεί ένα τεράστιο πεδίο καινοτομίας αλλά ταυτόχρονα και διαβατήριο εισόδου στα διεθνή ράφια, ενώ για την λιανική η παροχή έτοιμων μαγειρεμένων γευμάτων εξελίσσεται σε «κράχτη» καθώς προσελκύει συνεχώς περισσότερο καταναλωτικό μέσα στα καταστήματα.
Την ίδια ώρα παρουσία στη κατηγορία έχει και η μικρή και παραδοσιακή λιανική είτε με συσκευασμένους κωδικούς όπως σάντουιτς και σαλάτες είτε ακόμα και με μαγειρεμένες επιλογές φαγητού που φιγουράρουν σε αλυσίδες αρτοποιείων και στα νέας γενιάς convenience stores.
Με γνώμονα ότι ο τζίρος του food service στην Ελλάδα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 10,5 δις ευρώ το 2024 – δηλαδή θα αγγίξει τις επιδόσεις της οργανωμένης λιανικής τροφίμων- το πεδίο των έτοιμων γευμάτων αναδεικνύεται στο πλέον ελκυστικό για το κλάδο, ο οποίος διεκδικεί τον «ορφανό» τζίρο της εστίασης.
Ο περιορισμός της αγοραστικής δύναμης στα νοικοκυριά βάζει «μαχαίρι» στη συχνότητα επίσκεψης σε εστιατόρια ενώ η πρακτική της σύγκρισης τιμών και της έρευνας αγοράς φέρεται ότι εξαπλώνεται και στο πεδίο του delivery φαγητού.
Το κόστος ενέργειας αποτελεί ακόμα έναν παράγοντα που αποτρέπει το μαγείρεμα στο σπίτι, με πολλά νοικοκυριά να περιορίζουν το «άναμμα» του φούρνου σε δύο με τρεις φορές τη βδομάδα ή και λιγότερο.
Στα έτοιμα γεύματα, ελέω του ισχυρού ανταγωνισμού, οι τιμές παρά τις ανατιμήσεις που δέχθηκαν εξακολουθούν να διατηρούνται σε λελογισμένα επίπεδα προκειμένου να παραμείνουν ελκυστικά στο ράφι, ενώ ειδικά τα μαγειρεμένα φαγητά οι τιμολογιακές πολιτικές των σούπερ μάρκετ επιλέγουν να τα διατηρούν στοχευμένα ως φθηνότερη επιλογή συγκριτικά με την επίσκεψη σε κάποιο κατάστημα εστίασης ή ακόμα και την επιλογή το delivery, δεδομένου ότι δεν «κουβαλάνε» τα επιπλέον λειτουργικά κόστη όπως μεταφορικά ή ενοίκια κτλ.
Για την ακριβή δυναμική μεγεθών της εγχώριας αγοράς των έτοιμων γευμάτων δεν υπάρχουν πρόσφατα καταγεγραμμένα στοιχεία. Ωστόσο σχετική έρευνα της ICAP Group το 2021 κατέγραψε δείγμα 26 εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη κατηγορία οι οποίες εμφάνισαν το 2020 συνολικές πωλήσεις της τάξεως των 442,7 εκατ. ευρώ.
Η διετία 2021-2022 κατέγραψε σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης στην κατηγορία των έτοιμων γευμάτων που μόνο στην οργανωμένη λιανική μεταφράζεται σε αύξηση 18-20% ετησίως στην αξία των πωλήσεων.
«Οι προοπτικές στα ready to eat meals είναι τεράστιες και συνεχώς διευρύνονται. Για παράδειγμα τα vegan προϊόντα ή οι ειδικές διατροφικές ομάδες αποτελούν ένα νέο πεδίο ανάπτυξης τη στιγμή που και οι “συμβατικές” συνταγές συνεχώς εμπλουτίζονται» αναφέρουν αναλυτές της αγοράς προσθέτοντας ότι «η άνοδος της ψηφιοποίησης και οι έντονες διαφημίσεις σχετικά με μαγειρευτά φαγητά σε διαφορετικές πλατφόρμες επικοινωνίας συμβάλλουν στην αύξηση της γνώσης των καταναλωτών, η οποία με τη σειρά της αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά τη βιομηχανία των έτοιμων γευμάτων μέχρι το 2030». Σημειώνεται ότι το μέγεθος της παγκόσμιας αγοράς έτοιμων γευμάτων αναμένεται να φτάσει τα 219,43 δισ δολάρια έως το 2030 καταγράφοντας ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 5% σύμφωνα με έκθεση της Research And Markets.