Αλλάζουν τους κανόνες του «παιχνιδιού» στον κλάδο ποτών και μη αλκοολούχων οι πολυεθνικοί παίκτες, διευρύνοντας το χαρτοφυλάκιό τους, «ακουμπώντας» σχεδόν όλες τις κατηγορίες, διεκδικώντας παράλληλα και επιπλέον μερίδια από το πεδίο της διανομής.
Η Coca Cola Τρία Έψιλον, ακολουθώντας από το 2018 τη στρατηγική του μητρικού ομίλου να μετεξελιχθεί σε «Total Beverage Company», κινείται στον άξονα της κάλυψης όλων των κατηγοριών στον κλάδο. Πλέον, πέρα από τα αναψυκτικά, τα εμφιαλωμένα νερά, τους χυμούς, το τσάι, τον καφέ, τα ενεργειακά και φυτικά ροφήματα και τα mixers, εκμεταλλευόμενη τη δυναμική του δικτύου της μετά την «απόκτηση» παρουσίας στα λεγόμενα «σκληρά» ποτά, αναλαμβάνοντας τη διανομή των The Famous Grouse, Jack Daniel’s, Finlandia, Campari, Aperol, Cinzano, το ούζο Πλωμαρίου και το τσίπουρο Δεκαράκι, από την 1η Ιανουαρίου 2023 έχει αναλάβει τη διανομή για τη χώρα μας των σημάτων μπίρας μίας εκ των ισχυρότερων διεθνώς ζυθοποιιών, της Anheuser-Busch InBev (AB InBev).
Σήμερα, στο πλαίσιο της έκθεσης HoReCa, θα ανακοινωθεί επίσημα η έναρξη της συνεργασίας με τον αμερικανικό κολοσσό AB InBEv, που έχει στο χαρτοφυλάκιό του περισσότερα από 400 σήματα μπίρας, με πιο γνωστά από αυτά τα Corona, Stella Artois, Budweiser, Bud Light, Beck’s και Lowenbrau. Χθες η εταιρεία σε σχετική εκδήλωση για την ανάπτυξη του σήματος Caffe Vergnano, εταιρεία της οποίας το 30% έχει εξαγοράσει η Coca-Cola HBC και έχει αναλάβει τη διανομή σε όλες τις χώρες όπου δραστηριοποιείται ο ελληνικός όμιλος, πλην της Ιταλίας, τονίστηκε η πρόθεση της Coca Cola 3E να κατακτήσει ηγετικά μερίδια στην αγορά του ιταλικού καφέ εσπρέσο. Υπό το πρίσμα αυτό στόχος είναι από τα 100 σημεία που έχει παρουσία το σήμα Caffè Vergnano να φτάσουν τα 300 φέτος και σε βάθος τριετίας να αγγίξουν τα 1.000.
Σημειώνεται ότι ο Caffè Vergnano διατίθεται αποκλειστικά σε καταστήματα εστίασης πανελλαδικά, σε αντίθεση με τη δραστηριότητα του Costa Coffee (που εξαγοράστηκε το 2019 από την The Coca-Cola Company) που έχει παρουσία και στο ράφι. Αντίστοιχα και η Αθηναϊκή Ζυθοποιία, μέσα στην πανδημία, πραγματοποίησε το άνοιγμα στην αγορά των «σκληρών» αλκοολούχων, αναλαμβάνοντας για την ελληνική αγορά τη διανομή των premium προϊόντων του ομίλου Bacardi (Bacardi, Dewar’s, Martini, Bombay Sapphire, Grey Goose).
Ταυτόχρονα, η Αθηναϊκή, μέσω της παραγωγής μηλίτη, «φλερτάρει» εδώ και χρόνια έμμεσα με την ευρύτερη κατηγορία των μη αλκοολούχων. Εξάλλου η δυναμική των γραμμών παραγωγής που διαθέτει εγχωρίως της δίνει τη δυνατότητα όποτε επιλέξει να εισέλθει δυναμικά στην κατηγορία των αναψυκτικών. Μια κίνηση που ήδη έχει προωθήσει «επί της αρχής» η Ολυμπιακή Ζυθοποιία -η οποία ανακοίνωσε πρόσφατα ότι φέρνει την παραγωγή της Carlsberg στην Ελλάδα- έχοντας «επεκταθεί» πέρα από τον μηλίτη και στην αγορά των flavored αναψυκτικών μέσω της Tuborg.
Αντανακλαστικά θωράκισης δραστηριοτήτων
Το «παιχνίδι» των ισχυρών εμφιαλωτών – ζυθοποιών είναι ξεκάθαρο ότι εξελίσσεται εφεξής σε δύο ταμπλό: στο αμιγώς παραγωγικό μέσω του εμπλουτισμού του κωδικολογίου με νέες κατηγορίες και στο πεδίο της διανομής. Οι παραδοσιακοί παίκτες στην εμπορία – διακίνηση ποτών, όπως η Καρούλιας, η Άμβυξ, η Diageo και η Pernord Ricard, παρακολουθούν σαφώς τις εξελίξεις, ωστόσο, διατηρώντας το πλεονέκτημα του «expertise» στην εγχώρια αγορά, αναπτύσσουν άμεσα αντανακλαστικά θωράκισης των δραστηριοτήτων τους. Για παράδειγμα, η «απώλεια» για την Καρούλιας της συνεργασίας με την AnheuserBusch InBev, ένα «διαζύγιο» το οποίο είχε έντονο παρασκήνιο, καθώς η αμερικανική εταιρεία επιδίωξε την εξαγορά της Καρούλιας αλλά και τον αποκλεισμό εμπορίας άλλων σημάτων μπίρας όσο ίσχυε η συνεργασία, αντικαταστάθηκε άμεσα με τη νέα συνεργασία της εταιρείας με την Ekaterra, που από τον Ιούλιο του 2022 ελέγχεται επίσημα από την CVC Capital Partners.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η Β.Σ. Καρούλιας από την 1η Μαρτίου 2023 αναλαμβάνει τη διανομή των προϊόντων Lipton, Pukka Herbs και PG Tips στην ελληνική αγορά. Μία παράμετρος που πρέπει επίσης να προσμετρηθεί αφορά το γεγονός ότι η εξέλιξη της πορείας των πωλήσεων, κυρίως των αλκοολούχων ποτών, στην εγχώρια αγορά έχει περάσει «διά πυρός και σιδήρου» την τελευταία δεκαετία.
Η «τόνωση» από το τουριστικό ρεύμα αποτελεί σίγουρα μια αισιόδοξη εξέλιξη, ωστόσο η υφιστάμενη έντονα πληθωριστική συγκυρία σε συνάρτηση με την υπερφορολόγηση και την έλλειψη ρευστότητας έχουν επιβαρύνει σημαντικά την κατάσταση των επιχειρήσεων που παράγουν και διακινούν τα οινοπνευματώδη ποτά και έχει ως αποτέλεσμα τη συνεχή επανεξέταση των συνεργασιών και τη μετακίνηση «πελατών» στον κλάδο εμπορίας – διακίνησης.