Από την έντυπη έκδοση
Στις ψηφιακές αγορές στην Ελλάδα, στα καίρια ζητήματα που ανάγονται σε συμπεριφορές επιχειρήσεων αλλά και των καταναλωτών, καθώς και στο ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τις ηλεκτρονικές αγορές εστιάζει η σχετική μελέτη της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η Επιτροπή εξέτασε ενδελεχώς σειρά κλάδων και συγκεκριμένα τις επιχειρήσεις εμπορίας αθλητικής ένδυσης και υπόδησης, οικιακών ηλεκτρικών συσκευών, ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών, βιβλίων, συμπληρωμάτων διατροφής και παραφαρμακευτικών προϊόντων, τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης για την παροχή ταξιδιωτικών εισιτηρίων, για την παροχή εισιτηρίων για εκδηλώσεις, για την παροχή υπηρεσιών εστίασης, εύρεσης και ενοικίασης καταλυμάτων με στόχο τον εντοπισμό των στρεβλώσεων που πλήττουν τις συγκεκριμένες ηλεκτρονικές αγορές και τη διατύπωση προτάσεων, προκειμένου να ευοδωθούν οι θετικές προοπτικές που εμφανίζει το ηλεκτρονικό εμπόριο στη χώρα μας.
Τα εμπόδια
Οι καταναλωτές εμπεδώνουν την έννοια του ηλεκτρονικού εμπορίου, αν και σειρά ανασταλτικών παραγόντων φρενάρει την υγιή και ομαλή ανάπτυξή του, όπως καταδεικνύει η έρευνα. Σύμφωνα με τη μελέτη, εξαιρετικά υψηλό ποσοστό (95%) των ερωτηθέντων καταναλωτών είναι ευχαριστημένοι από τη συνολική εμπειρία τους ως ηλεκτρονικοί καταναλωτές, δεδομένου και ότι φαινόμενα εξαπάτησης δεν εμφανίζονται συχνά στην πράξη.
Ωστόσο βασικοί ανασταλτικοί παράγοντες για την πραγματοποίηση ηλεκτρονικών αγορών συνιστούν μεταξύ άλλων τα μεταφορικά έξοδα, οι χρόνοι παράδοσης των προϊόντων, η ανησυχία για ενδεχόμενη εξαπάτηση και η απουσία επιλογής πληρωμής με αντικαταβολή.
Οι καταναλωτές είναι πιο απαιτητικοί απέναντι στα χαρακτηριστικά που αναμένουν να πληρούν τα ελληνικά ηλεκτρονικά καταστήματα σε σχέση με τα αλλοδαπής έδρας, αλλά τείνουν να προτιμούν τα πρώτα, με γνώμονα την ενίσχυση των ελληνικών καταστημάτων. Η βασική ομάδα κριτηρίων που επηρεάζουν την επιλογή ηλεκτρονικού καταστήματος σχετίζεται με την εμπιστοσύνη και την ασφάλεια που νιώθει ο καταναλωτής για τη συναλλαγή, η δεύτερη ομάδα κριτηρίων αφορά τη συνολική τιμολόγηση (συμπεριλαμβανομένης τυχόν υπηρεσίας δωρεάν μεταφορικών), ενώ η διαθεσιμότητα και η παρουσίαση των προϊόντων αναδεικνύεται ως η τρίτη σε σημασία ομάδα κριτηρίων.
Παραεισαγωγές προϊόντων από κράτη εκτός Ε.Ε., τα οποία και δεν προορίζονται να διατίθενται σε αυτή, λειτουργία εικονικών καταστημάτων, περιπτώσεις φοροδιαφυγής και εξαπάτησης των καταναλωτών και δραστηριοποίηση λιανοπωλητών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η οποία διευκολύνει τα φαινόμενα παραπλάνησης κι εξαπάτησης των καταναλωτών καθώς και φοροδιαφυγής, λόγω απουσίας σχετικού θεσμικού πλαισίου και ελέγχου, πλήττουν τους καταναλωτές που επιλέγουν το ψηφιακό καλάθι αγορών.
Από την πλευρά των επιχειρήσεων στους ανασταλτικούς παράγοντες περιλαμβάνονται το υψηλό κόστος δημιουργίας, λειτουργίας και προώθησης που επηρεάζει περισσότερο τις μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, όπως και η δυσχέρεια πρόσβασης των επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση για τη δραστηριοποίησή τους στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
Επίσης η έλλειψη των απαραίτητων γνώσεων σχεδιασμού και οργάνωσης omnichannel στρατηγικών και του ρυθμιστικού πλαισίου καθώς και η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού. Στα εμπόδια για τις επιχειρήσεις περιλαμβάνεται η δυσκολία έως και πλήρη αδυναμία πρόσβασης σε δεδομένα, η οποία δεν τους επιτρέπει να προσαρμοστούν στις ανάγκες των καταναλωτών, τις συναλλακτικές τους συνήθειες και προτιμήσεις.
Παράλληλα το κόστος χρήσης υπηρεσιών πληρωμών, ιδίως το κόστος προμήθειας του τεχνικού εξοπλισμού (POS) και οι υψηλές χρεώσεις των τραπεζών για ηλεκτρονικές συναλλαγές, επηρεάζει περισσότερο τις μικρού μεγέθους επιχειρήσεις.