Skip to main content

Στήριξη για φθηνό πράσινο ρεύμα ζητάει η βιομηχανία

Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
[email protected] 

Την εξαίρεση από το πλαφόν στις  τιμές αποζημίωσης των ηλεκτροπαραγωγών στη χονδρεμπορική αγορά για τις διμερείς συμβάσεις (PPA) μεταξύ βιομηχανιών και παραγωγών, ή εναλλακτικά  την εφαρμογή του πλαφόν μετά το διακανονισμό της ανταλλαγής ενέργειας με τον αγοραστή ζητά με επιστολή προς τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ελλάδος (ΕΒΙΚΕΝ).

Kύκλοι της ενεργοβόρου βιομηχανίας εξηγούν ότι η ανάγκη να θεσπιστεί άμεσα η εν λόγω ρύθμιση είναι επιτακτική, καθώς στα τέλη του έτους λήγουν οι συμβάσεις των βιομηχανιών Υψηλής Τάσης  που είχαν συνάψει με τη ΔΕΗ και άλλους προμηθευτές.  «Στις σημερινές συνθήκες ενεργειακής κρίσης, η  έκθεση των βιομηχανιών έντασης ενέργειας στις πολύ υψηλές τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς υπονομεύει ακόμα και τη βιωσιμότητά τους», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην επιστολή.

Γι’ αυτό μόνη λύση για να παραμείνουν ανταγωνιστικές  οι βαριές βιομηχανίες της χώρας με εξαγωγικό προσανατολισμό είναι η  σύναψη διμερών μακροχρόνιων συμβάσεων με σταθερή τιμή με παραγωγούς ΑΠΕ ή και με καθετοποιημένους ομίλους  που μπορούν να βασιστούν στο κόστος παραγωγής τους .

Μέσω των συμβάσεων αυτών αφενός οι βιομηχανίες θα μπορούσαν όχι μόνο να εξασφαλίσουν  πιο ελκυστικές τιμές σε βάθος χρόνου, αλλά και να θωρακιστούν από την έντονη μεταβλητότητα των χονδρεμπορικών τιμών ρεύματος, αφετέρου οι παραγωγοί ΑΠΕ μπορούν να εξασφαλίσουν τη χρηματοδότηση του έργου. 

Σύμφωνα πάντα με την  ΕΒΙΚΕΝ, η επιβολή του πλαφόν, όταν εφαρμόζεται και στις διμερείς συμβάσεις, θα πρέπει να υπολογίζεται με βάση τα πραγματικά έσοδα του παραγωγού,    όπως αυτά προκύπτουν μετά το διακανονισμό της ανταλλαγής ενέργειας με τον αγοραστή, στη συμφωνημένη μεταξύ τους τιμή.

Και τούτο διότι το πραγματικό έσοδο του παραγωγού είναι η σταθερή τιμή που έχει συμφωνηθεί με τον αγοραστή, π.χ 60 ευρώ/MWh και επ’ αυτής πρέπει να εφαρμοστεί το πλαφόν εφόσον  η εν λόγω τιμή είναι υψηλότερη.

Εάν η ανταλλαγή της ενέργειας γινόταν εκτός του χρηματιστηρίου, τότε απλά ο παραγωγός θα παρέδιδε την ενέργεια στον αγοραστή έναντι της συμφωνημένης τιμής, πλην όμως αυτό συνιστά δομική αλλαγή στο ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς.

Επομένως ο τρόπος με το οποίο εφαρμόζεται το πλαφόν σήμερα καθιστά αδύνατη στην πράξη τη σύναψη PPA καθώς καθίσταται αδύνατη η εκκαθάριση της ανταλλαγής ενέργειας με τον αγοραστή, και πλέον δεν είναι συμβατός με το υφιστάμενο ευρωπαϊκό πλαίσιο. 

Με άλλα λόγια, η επιβολή του πλαφόν σημαίνει πως, καθώς στις συναλλαγές «μεσολαβεί» το Χρηματιστήριο Ενέργειας,  ο παραγωγός θα αμείβεται υποχρεωτικά με τιμή έως 85 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, και όχι με την Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς. Επομένως, δεν θα μπορεί να αντισταθμίσει το κόστος προμήθειας του αγοραστή, ο οποίος για την ισόποση ενέργεια που θα αγοράζει μέσω της χονδρεμπορικής, θα χρεώνεται με την ΤΕΑ.

Για να γίνει πιο κατανοητό το ζήτημα, εξηγούν αρμόδιες πηγές, ας υποτεθεί ότι «π.χ. ο παραγωγός ενέργειας πούλησε και πήρε 250 ευρώ/MWh (Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς) και ο αγοραστής-βιομηχανία  μέσω προμηθευτή  πλήρωσε για ισόποση ενέργεια τις ίδιες ώρες 250Ευρώ/MWh.  Έστω ότι η συμφωνημένη τιμή μεταξύ παραγωγού και βιομηχανίας είναι 60 ευρώ/MWh.  Τότε ο παραγωγός επιστρέφει στον αγοραστή τα 250-60= 190 ευρώ/MWh όποτε το πραγματικό του όφελος (market income) είναι μόλις 60 ευρώ/MWh χαμηλότερο από το πλαφόν

Σήμερα όμως πριν ολοκληρωθεί η συναλλαγή ο παραγωγός παίρνει μόνο π.χ για ΑΠΕ 85 ευρώ/MWh (που είναι η διοικητικά οριζόμενη τιμή για την αποζημίωση των παραγωγών ΑΠΕ στη χονδεμπορική αγορά οπότε έχει μόνο 85-60=25 ευρώ/ MWh  να επιστρέψει στον αγοραστή.  Επομένως, ενώ  αγοραστής είχε συμφωνία να αγοράσει στα 60  ευρώ/MWh αγόρασε στα 250-25= 225  ευρώ/MWh. Oπότε στην περίπτωση αυτή οπότε δεν υπογράφει PPA και στην περίπτωση των ΑΠΕ δεν θα πραγματοποιηθεί η επένδυση.