Από την έντυπη έκδοση
Της Ανέστη Ντόκα
[email protected]
Δεν θα επηρεαστούν προσώρας σε κρίσιμο βαθμό τα βασικά μεγέθη των εισηγμένων μετά την απόφαση της ΕΚΤ να αυξήσει το βασικό επιτόκιο κύριας χρηματοδότησης σε 1,25%.
Το ρεπορτάζ της «Ν» αναφέρει ότι η αύξηση των 75 μονάδων βάσης στο επιτόκιο του ευρώ δεν αλλάζει δραματικά το spread δανεισμού των εισηγμένων, οι οποίες να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια κατόρθωσαν να μειώσουν τα ανάλογα κόστη και αυτή τη στιγμή… πονοκεφαλιάζουν κυρίως για το κόστος της ενέργειας. Μια κίνηση άμυνας, λένε στελέχη επιχειρήσεων, θα ήταν να γυρίσουν από τα κυμαινόμενα επιτόκια σε σταθερά.
Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται ότι στην περίπτωση των εισηγμένων εταιρειών έχουν ληφθεί πρόνοιες ώστε η αύξηση των επιτοκίων να μη χτυπήσει γραμμικά τα αποτελέσματα της κερδοφορίας και κυρίως τη ρευστότητα των εταιρειών. Το 2021 ήταν μια χρονιά που το καθαρό χρέος των εισηγμένων αυξήθηκε κατά 4,7%, στα 23,9 δισ. ευρώ, ωστόσο υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με άλλες χρονιές που βελτιώνουν το δανειακό προφίλ των εισηγμένων εταιρειών. Δεδομένης της εικόνας που παρουσιάζουν το α’ εξάμηνο οι εισηγμένες εταιρείες και παρά το εκτεταμένο πρόγραμμα κεφαλαιουχικών επενδύσεων που έχουν ανακοινώσει μεγάλοι εισηγμένοι βιομηχανικοί όμιλοι, το αξιόχρεο παραμένει γενικά σε ικανοποιητικά επίπεδα. Επίσης, πολλά επενδυτικά πλάνα αναμένεται να μπουν στη φθηνή χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, διευκολύνοντας την υλοποίησή τους. Στην περίπτωση των ελληνικών εισηγμένων η δουλειά που έγινε τα προηγούμενα χρόνια τώρα που το χρήμα ακριβαίνει θα αποφέρει καρπούς ή τουλάχιστον θα εξασφαλίσει τον απαραίτητο χρόνο για να περάσει η μπόρα.
Τα θετικά
Στα θετικά που φέρνει ο νέος κύκλος ανόδου των επιτοκίων έπειτα από 11 ολόκληρα χρόνια θα πρέπει να τονιστούν τα εξής:
– Αυξάνονται οι αποδόσεις σε επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα όπου έχουν τοποθετηθεί οι επιχειρήσεις.
– Μία θετική επίπτωση περιλαμβάνει την ενίσχυση των αποταμιευτικών κινήτρων, εφόσον όμως αυξηθούν και τα επιτόκια καταθέσεων.
– Το χρήμα ακριβαίνει, άρα και η αξία των επιχειρήσεων ενισχύεται στη χρηματιστηριακή αγορά.
– Σε μια περίοδο ανόδου των επιτοκίων, πολλές εταιρείες σπεύδουν να «κλειδώσουν» τα επιτόκια για μια σειρά ετών. Άλλες προχωρούν στην έκδοση πενταετών ή επταετών ομολόγων με σταθερό επιτόκιο («κουπόνι») και άλλες καταλήγουν σε ένα επιτόκιο σταθερό για τα επόμενα χρόνια, αλλά αυξημένο σε σχέση με το τρέχον.
Τα αρνητικά
Στα αρνητικά που φέρνει η επιθετική κίνηση της ΕΚΤ να αυξήσει τα βασικά επιτόκια του ευρώ είναι τα εξής:
– Δυσκολία άντλησης κεφαλαίων από τις αγορές για τις επιχειρήσεις.
– Πιέσεις στις τιμές ομολόγων και μετοχών.
– Θυσιάζονται τα νέα επενδυτικά προγράμματα.
– Πιθανή, αλλά σταδιακή αύξηση του περιθωρίου δανεισμού, λόγω αύξησης του πιστωτικού κινδύνου (προφίλ) της επιχείρησης (από την άνοδο του κόστους δανεισμού, του πληθωρισμού κ.λπ.).
– Πολλά από τα έσοδα των αυξημένων επιτοκίων χορηγήσεων θα χαθούν εξαιτίας μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Το ζήτημα της ρευστότητας
Είναι αξιοσημείωτο ότι από τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 μέχρι την πρόσφατη γενναία αύξησή τους, τα επιτόκια έχουν διατηρηθεί σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Έτσι, το κόστος χρηματοδότησης υπήρξε πολύ φθηνό, επέτρεψε σε αριθμό μικρότερων εταιρειών να αναπτυχθεί αλματωδώς, καταφεύγοντας όμως, ενδεχομένως υπέρ το δέον, στη μόχλευση. Κατ’ επέκταση ορισμένες επιχειρήσεις μεγεθύνθηκαν είτε μέσω υπέρμετρων, ως έναν βαθμό, επενδύσεων στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης (R&D) είτε μέσω μη οργανικής ανάπτυξης. Με το επιτοκιακό περιβάλλον να έχει πλήρως αλλάξει μετά και τη χθεσινή επιθετική αύξηση των επιτοκίων του ευρώ, οι επενδυτές διερωτώνται εάν οι εταιρείες διαθέτουν αρκετή ρευστότητα και αν θα καταφέρουν να διατηρήσουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Και με την αξία του χρήματος να είναι μεγαλύτερη, λόγω υψηλού πληθωρισμού και αυξημένων επιτοκίων, το ρίσκο είναι μεγαλύτερο για τους επενδυτές.
Θα πρέπει οι επενδυτές να επικεντρώνονται σε δίκαιες τιμές μετοχών εξαιρετικών εταιρειών και όχι σε εξαιρετικές τιμές εταιρειών, που απλώς έχουν μέτριες ή καλές επιδόσεις. Αυτό σημαίνει ότι σε άμεση προτεραιότητα θα πρέπει να βρίσκονται εταιρείες με καλή κερδοφορία και χωρίς ιδιαίτερα μεγάλο δανεισμό. Κι αυτό προκειμένου οι επενδυτές να μη βρεθούν αντιμέτωποι με υψηλό χρηματοοικονομικό κόστος σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων.
Η γενική εικόνα, πάντως, δανεισμού στις εισηγμένες το α’ εξάμηνο του 2021 έδειξε ότι η βασική προτεραιότητα των διοικήσεων είναι να διατηρηθούν σε επίπεδα όπου μπορεί να εξυπηρετείται ο δανεισμός, χωρίς όμως να επηρεάζεται η λειτουργία της εταιρείας, αφού πολλές φορές οι τόκοι ροκανίζουν τη ρευστότητα που θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη της εταιρείας.
Η μείωση του κόστους δανεισμού και ο περιορισμός της εξάρτησής τους από ακριβά ξένα κεφάλαια αποτελούν ζητούμενα, καθώς επιχειρείται από τις εταιρείες μια προσπάθεια μείωσης της καθαρής δανειακής θέσης τους είτε μέσω αυξήσεων κεφαλαίων, που βλέπουμε και φέτος να αυξάνονται, είτε με εξοφλήσεις δανείων, είτε με αναδιαρθρώσεις μέσω και των εκδόσεων εταιρικών ομολόγων, που αποτελούν την πρώτη επιλογή σήμερα για όλες τις εισηγμένες.