Της Λέττας Καλαμαρά
[email protected]
Ενθαρρυντικά είναι τα μηνύματα για το ελληνικό οικοσύστημα νεοφυών επιχειρήσεων για το σύνολο του 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία της Εndeavor που βλέπει σημαντική αύξηση σε όλους τους βασικούς δείκτες, και συγκεκριμένα στο ρυθμό ανάπτυξης, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, προσέλκυση κεφαλαίων, εξαγορές (σε αξία και αριθμό).
Ήδη στους 5 πρώτους μήνες της χρονιάς, όπως τονίζεται, παρατηρείται ότι τα επενδυτικά κεφάλαια έχουν αγγίξει το 50% του συνολικού ποσού που αντλήθηκε το 2020, ενώ 2 στους 3 ‘Ελληνες ιδρυτές δηλώνουν πως έχουν στο άμεσο πλάνο τους μια νέα χρηματοδότηση για το 2021.
Να σημειωθεί ότι το 2020, στον τομέα των εξαγορών, υπήρχαν deals που ξεπέρασαν τα 470 εκατ. ευρώ, υψηλότερο ποσό από ποτέ για τα ελληνικά δεδομένα, ενώ η αύξηση των νέων θέσεων εργασίας σε ελληνικές startups ήταν επίσης σημαντική, αγγίζοντας το 30%, γεγονός που επιβεβαιώνει πως το οικοσύστημα μεγαλώνει και ωριμάζει, καθώς χαρακτηρίζεται από όλο και περισσότερες επιτυχίες και είναι σε θέση να επιδράσει με πολλαπλασιαστικό τρόπο στην ευρύτερη οικονομία, συνεισφέροντας ενεργά στην ανάδειξη ακόμη περισσότερων success stories.
Τα σημάδια ωρίμανσης του ελληνικού οικοσυστήματος νεοφυών επιχειρήσεων είναι αρκετά. Υπάρχουν περισσότερες εταιρείες που πλησιάζουν το 1 δισ. δολάρια σε κεφαλαιοποίηση, όπως οι Aisera, Beat, Blueground, Epignosis, Hellas Direct, Omilia, Persado, Skroutz, Viva Wallet, Workable κ.ά., σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Endeavor.
Πολλαπλασιαστικό αποτύπωμα
Ωστόσο το ζητούμενο για τη συνέχεια έχει να κάνει με αυτό που οι αναλυτές ονομάζουν πολλαπλασιαστικό αποτύπωμα (multiplier effect). Αυτό μπορεί να γίνει με δύο εξίσου σημαντικούς τρόπους.
Πρώτον, εκείνοι που εξαγοράζουν να αποφασίσουν να επενδύσουν ακόμα περισσότερο στην τοπική οικονομία – όπως έγινε με τη Daimler που εξαγόρασε τη Beat το 2017 και στη συνέχεια δημιούργησε μια κοινοπραξία με τη BMW που ονομάζεται Free Now, στην οποία η Beat αποτελεί ναυαρχίδα. Η Free Now έχει σήμερα αποτίμηση μεγαλύτερη από 1 δισ. δολάρια, κάτι που σημαίνει ότι η αξία της Beat έγινε δεκάδες φορές μεγαλύτερη μέσα σε ένα διάστημα τεσσάρων ετών, λόγω αυτής της εξαγοράς.
Δεύτερον, οι ιδρυτές και πρώτοι επενδυτές της εταιρείας να χρησιμοποιήσουν την νέα τους περιουσία πολλαπλασιαστικά. Έχει αποδειχθεί ότι οι επιχειρηματίες στον τεχνολογικό τομέα που έχουν πραγματοποιήσει κάποια εξαγορά, έχουν την τάση να επανεπενδύουν άμεσα την περιουσία που προήλθε από αυτή, συμβάλλοντας σημαντικά στην υποστήριξη ανερχόμενων επιχειρηματιών. Ως επενδυτές πλέον έχουν διαφορετική αντίληψη για την καινοτομία και την πιθανότητα επιτυχίας καθώς και μεγαλύτερη αισιοδοξία, γι’ αυτό και συνήθως επιλέγουν να επενδύσουν στον επιχειρηματία και όχι τόσο στην ιδέα. Λειτουργούν σαν πρεσβευτές για όλο το οικοσύστημα και έχουν διάθεση να δώσουν όχι μόνο χρήματα αλλά και το χρόνο, την εμπειρία, το δίκτυο και τις διασυνδέσεις που έχουν δημιουργήσει.
Όπως λένε τα στελέχη που έχουν συμμετοχή στο χώρο των νεοφυών επιχειρήσεων «στην Ελλάδα βρισκόμαστε ακόμα στην εκθετική καμπύλη ανάπτυξης. Από οικονομική άποψη το 2020 είδαμε μερικές από τις μεγαλύτερες εξαγορές στην τεχνολογία. Είδαμε πολλούς γύρους χρηματοδότησης της τάξεως των 10 εκατομμυρίων δολαρίων και πάνω. Αυτό ήταν ανήκουστο πριν από 4 χρόνια».
Αξίζει να σημειωθεί πως εκτός από τις γηγενείς εταιρείες υπάρχει και ένας σημαντικός αριθμός κόμβων ελληνικών νεοφυών εταιρειών. Συγκεκριμένα οι κύριοι κόμβοι ελληνικών startup εταιρειών παγκοσμίως, από δείγμα άνω των 350 εταιρειών που έχει χαρτογραφήσει η Endeavor Greece, βρίσκονται κατά 24% στο Λονδίνο, 18,3% στο Σαν Φρανσίσκο, 9,3% στη Βοστώνη, 6,5% στη Νέα Υόρκη και 4,1% στο Σικάγο.
Η Γερμανία επίσης αποτελεί έναν ακόμα σταθμό συγκέντρωσης επιχειρηματιών, με έδρα το Βερολίνο (5%).
Τέλος, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι έχουν εντοπιστεί διασκορπισμένοι Έλληνες ιδρυτές σε μεγάλα οικονομικά οικοσυστήματα, ξεκινώντας από τον Καναδά και την Αυστραλία, μέχρι τη Βραζιλία και το Χονγκ Κονγκ.
Οι ελληνικές εταιρείες που βρίσκονται σε μεγάλους τεχνολογικούς κόμβους παγκοσμίως είναι πιθανότερο να συγκεντρώσουν ακόμη και 5 φορές υψηλότερες χρηματοδοτήσεις – κατά μέσο όρο 26 εκατ. δολ. ανά εταιρεία σε λιγότερο από πέντε χρόνια λειτουργίας, σε σύγκριση με το μέσο ποσό χρηματοδότησης ύψους 5 εκατ. δολ. που λαμβάνουν τεχνολογικές εταιρείες που εδρεύουν στην Ελλάδα.
Τάσεις και προκλήσεις
Η Endeavor τονίζει πως πρόκειται για έναν ενάρετο κύκλο μεγάλης αξίας που αξίζει να γίνει κατανοητός στην κομβική αυτή συγκυρία για το ελληνικό οικοσύστημα. Τα δεδομένα δείχνουν ότι, καθώς το επενδυτικό ενδιαφέρον διεθνώς απομακρύνεται από τα marketplaces που μεσουρανούσαν και μεταφέρεται σε εταιρείες με στιβαρή πνευματική ιδιοκτησία, που συνοψίζει έρευνα και επιστημονική γνώση δεκαετιών, οι ελληνικές επιχειρήσεις ανταποκρίνονται ήδη επιτυχώς στην ανερχόμενη αυτή τάση.
Το μειονέκτημα της μικρής ελληνικής αγοράς (που ήταν καταλυτικής σημασίας στην περίπτωση των marketplaces) παύει να αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα, ενώ η επιστημονική καλλιέργεια αποτελεί τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα, τώρα που ο συνδυασμός “business and science” καθίσταται κομβικός.
Η κατανομή των επενδυτικών κεφαλαίων
Εξετάζοντας την κατανομή των επενδυτικών κεφαλαίων που αντλήθηκαν ανά κλάδο το 2020, παρατηρείται ότι οι κλάδοι του Fintech και του eCommerce σημειώνουν τη μεγαλύτερη αύξηση, της τάξεως του 600% και 300% αντίστοιχα, ενώ οι κλάδοι του Education, Agriculture, Travel κ.ά. σημείωσαν σημαντική μείωση, που αγγίζει το 100%.
Ο κλάδος του eCommerce άντλησε τα περισσότερα κεφάλαια το 2020, με ποσοστό 27%, ενώ ακολούθησε ο κλάδος του Fintech με 21% και του Health με 10% των συνολικών κεφαλαίων που αντλήθηκαν την περασμένη χρονιά.
Η κατανομή των επενδυτικών κεφαλαίων με βάση το έτος ίδρυσης των επιχειρήσεων, παρουσίασε επίσης ενδιαφέρον. Το 2020, το 53% των συνολικών κεφαλαίων διοχετεύτηκε σε επιχειρήσεις που ιδρύθηκαν πριν το 2010, ενώ στη δεύτερη θέση, με ποσοστό 33,47%, ακολούθησαν οι νεότερες επιχειρήσεις με λειτουργία μικρότερη των 4 χρόνων.
Τέλος, παρατηρείται ότι μόλις το 13,5% των συνολικών κεφαλαίων για το 2020 επενδύθηκε σε επιχειρήσεις με 5 έως 10 χρόνια λειτουργίας. Οι εξαγορές που ξεχώρισαν το 2020 ήταν αυτές των InstaShop (Delivery Hero), Softomotive (Microsoft) και Think Silicon (Applied Materials), ενώ ακολουθούν μικρότερες εξαγορές όπως αυτές των Adveos (Beken Corporation), Pushme (TIER Mobility), Blendo (RudderStack) και Guestflip (Travelbook Group).
Ο συνολικός αριθμός θέσεων εργασίας σε startup επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 30%. Από 5.400 εργαζόμενους το 2019, έφτασαν τους 7.000 εργαζόμενους στο τέλος του 2020. Σημαντική εξέλιξη για το 2020 στον τομέα της απασχόλησης αποτελεί και η στροφή στην τηλεργασία, η οποία έδωσε την ευκαιρία τόσο στις ελληνικές startups να «ανοίξουν» τις ομάδες τους και σε διεθνές ταλέντο, όσο και σε startups του εξωτερικού να αναζητήσουν ταλέντο στην Ελλάδα. Ως αποτέλεσμα, το 62% των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν από startups το 2020 είναι βασισμένο στην Ελλάδα, ενώ το υπόλοιπο 32% έχει τη βάση του στο εξωτερικό, με το μεγαλύτερο ποσοστό να βρίσκεται στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι σημαντικότερες προκλήσεις
Ως προς τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες επιχειρηματίες του οικοσυστήματος οι σημαντικότερες, σύμφωνα με την Endeavor, είναι (α) η εύρεση mid/senior management και εξειδικευμένου tech ταλέντου, (β) η εύρεση χρηματοδότησης και στρατηγικών επενδυτών, (γ) η εγκαθίδρυση ενός ισχυρού brand σε παγκόσμιο επίπεδο και τη σύναψη συνεργασιών με μεγάλους, διεθνείς partners, και (δ) η δημιουργία και διατήρηση εταιρικής κουλτούρας, καθώς η εταιρεία αναπτύσσεται.
Ειδικά ως προς τις θέσεις εργασίας που προσπαθούν να καλύψουν οι εργοδότες, καθώς και τις δεξιότητες που αναζητούν, το 64% των θέσεων εργασίας σχετίζεται με θέσεις μέσου/ανώτερου επιπέδου, το 36% αφορά σε entry-level θέσεις. Ο ρόλος με την υψηλότερη ζήτηση είναι Software Engineer, που εμφανίζεται στο 25% των συνολικών ευκαιριών απασχόλησης, ενώ στην κορυφή των 10 πιο επιθυμητών δεξιοτήτων από την πλευρά των ελληνικών startups υπάρχει το Machine Learning, το Artificial Intelligence και το Cloud Computing. Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει και το γεγονός ότι το 20% των ευκαιριών απασχόλησης προσφέρει την απομακρυσμένη εργασία ως δυνατότητα.