Από την έντυπη έκδοση
Του Φάνη Ζώη
[email protected]
Οξύ έμφραγμα, για δεύτερη φορά σε λίγους μήνες, υφίστανται οι ελληνικές εταιρείες ταχυμεταφορών, αδυνατώντας να ανταποκριθούν στην αυξημένη κίνηση που προκαλεί το δεύτερο lockdown, σε συνδυασμό με την εποχικά αυξημένη ζήτηση στο ηλεκτρονικό εμπόριο λόγω Black Friday και εορταστικής περιόδου. Το αποτέλεσμα είναι οι εταιρείες ταχυμεταφορών να είναι απροετοίμαστες να διεκπεραιώσουν τον μεγάλο όγκο παραγγελιών εν όψει των εορτών, δημιουργώντας αλυσιδωτές παρενέργειες σε πελάτες και επιχειρήσεις, προσθέτοντας ακόμη ένα πλήγμα στην επιβαρυμένη λόγω κορωνοϊού οικονομία. Οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις είναι μεγάλες, προκαλώντας τις αντιδράσεις των καταναλωτών, ενώ από την πλευρά τους οι εταιρείες ταχυμεταφορών υποστηρίζουν ότι έχουν κάνει σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό, αλλά ο όγκος των παραγγελιών είναι τεράστιος.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, υπάρχουν ευθύνες καθώς μπορεί το πρώτο lockdown να αιφνιδίασε επιχειρήσεις και καταναλωτές, το δεύτερο όμως ήταν αναμενόμενο, καθώς ελλείψει εμβολίου το καλοκαίρι που μεσολάβησε όλοι περίμεναν την έλευση του δεύτερου κύματος της πανδημίας το φθινόπωρο. Δυστυχώς η πλειονότητα των εταιρειών ταχυμεταφοράς δεν προχώρησε στις απαιτούμενες επενδύσεις αν και γνώριζε ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο αλλάζει πλέον τη φιλοσοφία της αγοράς και η ζήτηση λόγω ενδιάμεσων εκπτώσεων, Black Friday και Χριστουγέννων, θα είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Ωστόσο, όπως υποστηρίζουν οι εταιρείες ταχυμεταφορών, η κατάσταση είναι ακόμα πιο δύσκολη σε σύγκριση με την πρώτη καραντίνα (Μάρτιος – Απρίλιος), καθώς σήμερα είναι ανοιχτοί πολλοί από τους πελάτες τους (βιομηχανία, χονδρεμπόριο κ.ά.), ενώ λόγω των γιορτών ο όγκος έχει αυξηθεί σημαντικά. Ως εκ τούτου και οι τέσσερις μεγάλες εταιρείες ταχυμεταφορών, βάσει μεριδίου αγοράς, η ACS, η Γενική Ταχυδρομική, η ΕΛΤΑ Courier και η Speedex, είχαν καταστήσει σαφές εδώ και μέρες μέσω ανακοινώσεων ότι δεν θα είναι δυνατόν να αποφευχθούν οι καθυστερήσεις.
Σύμφωνα με στοιχεία της ACS, η εταιρεία από την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου έχει αύξηση του όγκου αποστολών 80% σε σχέση με πέρυσι και 50% σε σχέση με το προηγούμενο lockdown. Υπενθυμίζεται ότι στο προηγούμενο lockdown η αύξηση του όγκου αποστολών σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο ήταν 30%. Η διοίκηση της εταιρείας υποστηρίζει ότι προχώρησε σε επενδύσεις άνω του 1,5 εκατ. ευρώ σε διάρκεια μερικών μηνών, με αύξηση των αποθηκευτικών χώρων και των χώρων διακίνησης. Αυτή τη στιγμή απασχολεί άμεσα και έμμεσα περισσότερους από 3.000 εργαζόμενους και προκειμένου να εξυπηρετήσει ομαλά την αύξηση του όγκου των αποστολών, θα χρειαζόταν αναλογικά αύξηση των εργαζομένων της κατά 50%, δηλαδή θα έπρεπε να προχωρήσει στην πρόσληψη 1.500 εργαζομένων και να τους εκπαιδεύσει σε διάστημα μίας εβδομάδας. Επίσης, υπογραμμίζει ακόμα ένα δεδομένο, το οποίο θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη για τυχόν καθυστερήσεις που παρατηρούνται, σημειώνοντας ότι ειδικά το τελευταίο διάστημα η κίνηση στους δρόμους είναι μόνο ελαφρά έως μεσαία μειωμένη σε σχέση με την προ lockdown κατάσταση, κάτι που επηρεάζει την κίνηση των βαν και φορτηγών.
Μεγάλη αύξηση παραγγελιών, έως 60%, έχει και η Γενική Ταχυδρομική, η οποία ανακοίνωσε ότι «αναστέλλονται άμεσα όλες οι πρόσθετες υπηρεσίες, πλην της βασικής υπηρεσίας είτε απλής αποστολής είτε αποστολής με αντικαταβολή, ενώ για κάθε επείγουσα περίπτωση μπορεί να χρησιμοποιηθεί η νέα υπηρεσία “VIP αποστολή”, που δημιουργήθηκε γι’ αυτές τις περιπτώσεις, έχει όμως αυξημένο κόστος και παρέχεται σε συγκεκριμένες περιοχές».
Την κατανόηση και την εμπιστοσύνη των πελατών ζητεί η ΕΛΤΑ Courier, που δηλώνει: «Σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, όπου δεν υπήρχαν περιοριστικά μέτρα στην αγορά, το ποσοστό της αύξησης φτάνει έως και το 60,8%, ενώ σε σχέση με την περίοδο της άνοιξης υπάρχει αύξηση κατά 22,5%. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δοκιμάζονται οι υποδομές, τόσο των ηλεκτρονικών καταστημάτων όσο και των ταχυμεταφορών, με συνέπεια να παρατηρούνται, ιδιαίτερα στην Αττική, τροποποιήσεις και αποκλίσεις στους συνήθεις χρόνους διακίνησης και παράδοσης».
Τέλος και η Speedex παραδέχεται ότι υπάρχουν προβλήματα, αναφέροντας ότι «παρά τις διαρκείς προσπάθειες ελαχιστοποίησης του μέσου χρόνου παράδοσης, ενδέχεται να σημειωθούν τροποποιήσεις και πιθανές αποκλίσεις από τους συνήθεις χρόνους διακίνησης και παράδοσης για συγκεκριμένο αριθμό προορισμών, κυρίως στα αστικά κέντρα».