Skip to main content

Οι βέλτιστες συνθήκες για την εξορυκτική βιομηχανία

Η διαχείριση του περιβάλλοντος και η αποκατάσταση των νέων εδαφών μετά το κλείσιμο ενός ορυχείου είναι ζήτημα καθοριστικό για την εικόνα της εξορυκτικής βιομηχανίας

Δύο είναι τα καθοριστικά για την ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας πεδία. Η βελτίωση της λειτουργικής απόδοσης του εξοπλισμού και η αποκατάσταση του περιβάλλοντος με την επιλογή κατάλληλων χρήσεων γης μετά το κλείσιμο ενός ορυχείου.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο πεδίο, είναι ξεκάθαρο ότι ο εξοπλισμός των ορυχείων και λατομείων είναι υψηλού κόστους. Για να μπορέσει αυτή η μεγάλη επένδυση να δώσει υψηλές αποδόσεις θα απαιτηθεί βάθος χρόνου καθώς και υψηλοί βαθμοί απόδοσης κατά τη λειτουργία του εξοπλισμού, ειδικά όταν η εξόρυξη χρόνο με τον χρόνο επεκτείνεται σε δύσκολα και φτωχά σε περιεκτικότητα χρήσιμων ορυκτών κοιτάσματα. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλά ορυχεία επιλέγουν να λειτουργούν σε 24ωρη βάση προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τη χρήση του εγκατεστημένου εξοπλισμού. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάλυση των αιτιών που μειώνουν τόσο τη διαθεσιμότητα όσο και την απόδοση του εξοπλισμού είναι ζωτικής σημασίας.

Διαθεσιμότητα είναι ο χρόνος παραγωγικής λειτουργίας ενός μηχανήματος προς τον ημερολογιακό χρόνο και μπορεί να μειωθεί εξαιτίας μιας σειράς αιτιών.
Η ακινητοποίηση ενός μηχανήματος μπορεί να είναι προγραμματισμένη, για παράδειγμα, λόγω εργασιών συντήρησης, ή μη προγραμματισμένη, λόγω βλαβών, μετασκευών, μη επάνδρωσης, καθυστερήσεων λόγω μη ετοιμότητας άλλου μηχανήματος, εκτέλεσης μη παραγωγικών εργασιών, κ.ά.
Η ενδελεχής στατιστική ανάλυση των παραπάνω αιτιών έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να συνεισφέρει στην καλύτερη αξιοποίηση των παραγωγικών μέσων που διαθέτει ένα ορυχείο, συμπεριλαμβανομένου και του προσωπικού, αυξάνοντας θεαματικά τη συνολική παραγωγικότητα.

Απόδοση είναι η συνολική παραγωγή που επιτυγχάνει ένα μηχάνημα σε προκαθορισμένο διάστημα ως προς τη μέγιστη παραγωγή που θα μπορούσε να επιτύχει, με βάση τα στοιχεία που δίνει ο κατασκευαστής του. Η μειωμένη απόδοση αποτελεί βασικό πρόβλημα για ορυχεία στα οποία τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κοιτάσματος εμποδίζουν την αξιοποίηση της δυναμικότητας ενός μεγάλου μηχανήματος και αντίθετα μπορεί να ευνοούν τη χρήση εξοπλισμού μικρότερης δυναμικότητας και μεγαλύτερης ευελιξίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης αποτελούν τα πολυστρωματικά κοιτάσματα λιγνίτη της Ελλάδας, στα οποία η ανάγκη διακριτής εξόρυξης των λιγνιτικών και των άγονων στρωμάτων πάχους μικρότερου του ενός μέτρου εκμηδενίζει το πλεονέκτημα ενός μεγάλου εκσκαφέα καδοτροχού με διάμετρο πάνω από 10 μέτρα.

Η διαχείριση του περιβάλλοντος και η αποκατάσταση των νέων εδαφών που διαμορφώνονται μετά το κλείσιμο ενός ορυχείου, ειδικά αν πρόκειται για υπαίθριο ορυχείο, είναι ζήτημα καθοριστικό για την εικόνα της εξορυκτικής βιομηχανίας. Η κύρια αιτία των αντιδράσεων των τοπικών κοινωνιών στην προοπτική διάνοιξης νέων ορυχείων είναι η «κακή μαρτυρία» χιλιάδων ορυχείων και λατομείων σε όλο τον κόσμο, που εγκαταλείφθηκαν χωρίς καμία μέριμνα για το τι μέλλει γενέσθαι. Από την άλλη, η συστηματική βιβλιογραφική ανασκόπηση που διεξήχθη στο πλαίσιο της έρευνάς μας, έδειξε ότι 119 διαφορετικές χρήσεις γης έχουν ήδη εφαρμοστεί σε αποκατεστημένα ορυχεία, οι οποίες μπορούν να καταταχθούν σε 11 κύριες κατηγορίες: περιοχές αστικής ανάπτυξης, βιομηχανικές περιοχές, γεωργικές περιοχές, κτηνοτροφικές περιοχές, περιοχές άγριας ζωής, δάση, υδροβιότοποι, υδάτινα σώματα (π.χ. λίμνες), χώροι διάθεσης και διαχείρισης αποβλήτων, νέα ορυχεία και αναξιοποίητες περιοχές.

Ταυτόχρονα, για την επιλογή των βέλτιστων κατά περίπτωση χρήσεων γης έχουν χρησιμοποιηθεί 22 διαφορετικές πολυκριτηριακές μέθοδοι λήψης αποφάσεων με 72 δείκτες για την αξιολόγηση της κάθε χρήσης γης ως προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, την κοινωνία, την οικονομία και τον πολιτισμό, τη συμβατότητά της με τα χαρακτηριστικά της περιοχής εξόρυξης, τα τεχνικά χαρακτηριστικά της, τη διακυβέρνηση, την περιφερειακή ανάπτυξη και τη γεωηθική.

Από τα παραπάνω, είναι φανερό ότι πλέον υπάρχει η επιστημονική γνώση και η τεχνολογία για την υλοποίηση έργων περιβαλλοντικής αποκατάστασης. Ζητούμενο είναι να βρεθεί για κάθε περίπτωση το αποτελεσματικό πλαίσιο διακυβέρνησης που θα λαμβάνει υπόψη τις θέσεις όλων των ενδιαφερόμενων μερών και θα αξιοποιεί στον μέγιστο βαθμό τους διαθέσιμους χρηματοδοτικούς πόρους. Η στρατηγική ESG για το Περιβάλλον, την Κοινωνία και τη Διακυβέρνηση ίσως να δράσει ως καταλύτης για την επιτυχία αυτών των προσπαθειών.

Τα νέα ευρήματα των παραπάνω ερευνητικών προσπαθειών και πιθανότατα άλλων που βρίσκονται σε εξέλιξη στο Τμήμα μας θα έχουμε ξανά τη δυνατότητα να παρουσιάσουμε στο 9ο Βαλκανικό Συνέδριο Μεταλλευτικής (BalkanMine 2025) που θα διεξαχθεί στο Πανεπιστήμιο του Πετροσάνι, στις 9-10 Οκτωβρίου 2025. Η πλούσια θεματολογία αφορά, μεταξύ άλλων, την αειφόρο εξόρυξη, την ασφάλεια, την έρευνα κοιτασμάτων, την εκμετάλλευση και τον εξοπλισμό ορυχείων, τη μηχανική πετρωμάτων, τον εμπλουτισμό, την εκμετάλλευση πετρελαίου και φυσικού αερίου και το περιβάλλον.

* Επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Μηχανικών Ορυκτών Πόρων της Πολυτεχνικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας