Του Αθανάσιου Κεφάλα, προέδρου της Οργανωτικής Επιτροπής Εορτασμού των 100 Χρόνων του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ) & προέδρου της Imerys Greece
ΚΥΡΙΟ χαρακτηριστικό των τελευταίων ετών είναι οι σημαντικές γεωπολιτικές ανακατατάξεις, οι αναδυόμενες προκλήσεις και η αυξανόμενη αβεβαιότητα στην παγκόσμια σκηνή.
Η ΕΥΡΩΠΗ έχει αντιληφθεί την αδύναμη στρατηγική της θέση, το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της και προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει την ταυτότητά της, να κερδίσει το χαμένο έδαφος και να σταθεί αντάξια απέναντι σε ΗΠΑ, Κίνα και BRICS.
Η βαριά βιομηχανία έχει αποτελέσει παραδοσιακά την ατμομηχανή της ανάπτυξης πολλών ευρωπαϊκών οικονομιών.
Όμως, οι αυξανόμενες περιβαλλοντικές ανησυχίες, η μείωση των γνωστών κοιτασμάτων ορυκτών πόρων στην Ευρώπη, καθώς και ο ανταγωνισμός από χώρες με χαμηλότερο κόστος παραγωγής και χαμηλά ρυθμιστικά πλαίσια θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του βιομηχανικού τομέα.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ εξαρτάται σε ανησυχητικά μεγάλο βαθμό από εισαγόμενες πρώτες ύλες, γεγονός που την καθιστά ευάλωτη σε γεωπολιτικές αναταράξεις και διακυμάνσεις τιμών λόγω και της υποχώρησης της επιρροής της στη διεθνή σκηνή, που θέτουν προκλήσεις συνεργασίας για ενιαία και αποφασιστική ευρωπαϊκή φωνή.
Σ’ ΑΥΤΟ το πλαίσιο αστάθειας και αβεβαιοτήτων η χώρα μας δίνει τον δικό της αγώνα για να αντιμετωπίσει σειρά προκλήσεων, να ανακτήσει το χαμένο έδαφος της δεκαετούς κρίσης και να πλησιάσει το οικονομικό επίπεδο της Ευρωζώνης.
Κεντρικός στόχος η βιώσιμη ανάπτυξη και η κοινωνική ευημερία με εργαλεία που εξασφαλίζουν τη διατηρήσιμη ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας.
Η ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ που επέδειξε ο ελληνικός εξορυκτικός κλάδος στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και τα διατηρούμενα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά του στην παγκόσμια αγορά αποδεικνύουν τις δυνατότητές του να αποτελέσει σημαντικό πυλώνα του νέου παραγωγικού υποδείγματος που αναζητά η χώρα μας.
ΠΑΡ’ ΟΛΑ αυτά ακόμα υπάρχει κάποια δυσπιστία για τη φύση της εξορυκτικής βιομηχανίας όσον αφορά τη συμβολή της στη διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Ας δούμε, όμως, τις προκλήσεις και τις απαντήσεις του κλάδου στα ερωτήματα που τίθενται.
Περιβάλλον
Η ΕΞΟΡΥΞΗ των ορυκτών πόρων απασχολεί για μια μικρή περίοδο την επιφάνεια του εδάφους και στη συνέχεια αυτή επαναποδίδεται σε νέες ή και στις προϋπάρχουσες χρήσεις.
Τα παραδείγματα πολλά και στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς με την επανεγκατάσταση γεωργικών χρήσεων, τη δημιουργία αμπελώνων, αλλά και την εγκατάσταση πεδίων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, κυρίως φωτοβολταϊκά, διαμόρφωση ψυχαγωγικών πάρκων και χώρων θεματικού τουρισμού.
ΟΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ καταπολέμησης της δημιουργίας σκόνης αλλά και οι σύγχρονες τεχνολογίες δέσμευσης της σκόνης στην πηγή δίνουν πλέον υποδειγματική αποτελεσματικότητα στην προστασία του ατμοσφαιρικού αέρα.
ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΑ η ευρεία εφαρμογή πρακτικών ανακύκλωσης οδηγεί σε μείωση της κατανάλωσης φρέσκου νερού και για τις τελικές εκροές στους αποδέκτες εφαρμόζονται τεχνικές αποτελεσματικού καθαρισμού.
Κοινωνία
Η ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ βιομηχανία συνεργάζεται με τις τοπικές κοινωνίες για τη δημιουργία και την υλοποίηση από κοινού ενός αναπτυξιακού οράματος της τοπικής οικονομίας, αλλά και των απαραίτητων υποδομών.
Η διαφάνεια στη λειτουργία και η λογοδοσία στα θέματα κοινού ενδιαφέροντος αποτελούν προϋπόθεση για την ανάπτυξη σχέσεων αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σεβασμού που οδηγούν στην αποδοχή της εξόρυξης. Οι δημοσιευόμενες από τον ΣΜΕ επιδόσεις στα 12 κριτήρια βιώσιμης ανάπτυξης αποτελούν σημείο αναφοράς σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.
Η ΠΑΡΟΧΗ απασχόλησης είναι συγκριτικό πλεονέκτημα του εξορυκτικού κλάδου, όμως απαιτείται πλέον και το προσφερόμενο ασφαλές και υγιεινό εργασιακό περιβάλλον, καθώς και οι ευκαιρίες συνεχούς εκπαίδευσης και αξιοκρατικής εξέλιξης μέσα στον οργανισμό.
Οικονομία
Η ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ στην ελληνική οικονομία έχει επανειλημμένα δημοσιευθεί και είναι από τις σημαντικότερες
των επιμέρους παραγωγικών κλάδων.
Όμως πρέπει να επισημανθεί ότι σταδιακά αυξάνεται η προστιθέμενη αξία των προϊόντων που βασίζονται σε ορυκτά, ενώ προσφέρονται πλέον συνδυαστικά υπηρεσίες και προϊόντα.
Στην ενεργειακή μετάβαση, που είναι από τις σημαντικότερες προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επάρκεια σε ορυκτές πρώτες ύλες αποτελεί στρατηγική πρόκληση, αλλά και ευκαιρία για τη διεξοδικότερη μεταλλευτική έρευνα εντοπισμού τέτοιων κοιτασμάτων στη χώρα μας.
Η ΔΙΑΡΚΕΙΑ της δυνατότητας ανταπόκρισης των γνωστών κοιτασμάτων στην αυξανόμενη ζήτηση είναι ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα που την απάντηση βρίσκουμε ήδη στην αξιοποίηση παλιών αποθέσεων με νέες τεχνολογίες, στη χρήση εξελιγμένων μεθόδων τηλε-εντοπισμού πιθανών νέων κοιτασμάτων με νέα γεωλογικά μοντέλα, καθώς και στην εφαρμογή ανακύκλωσης και πρακτικών κυκλικής οικονομίας που μειώνουν τη ζήτηση φρέσκων ορυκτών, χωρίς να την υποκαθιστούν πλήρως.
Καινοτομία – Ψηφιακή Μετάβαση
Η ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ βιομηχανία παύει σταδιακά να είναι μία κλασικού τύπου βιομηχανία. Σύγχρονες τεχνολογίες, μη εξαιρουμένης της Τεχνητής Νοημοσύνης, χρησιμοποιούνται στη δημιουργία ψηφιακών γεωλογικών μοντέλων, στον εμπλουτισμό μεταλλευμάτων και στην «έξυπνη επεξεργασία» ορυκτών, όπως τα τελικά προϊόντα μαρμάρου.
ΤΑ ΒΑΡΙΑ μηχανήματα σταδιακά γίνονται ηλεκτροκίνητα με μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, ενώ εφοδιάζονται με εξοπλισμό που μειώνει την έκθεση των εργαζομένων σε κόπωση και ανασφαλείς συνθήκες.
Τα εργοστάσια κατεργασίας σταδιακά περνούν από τους αυτοματισμούς στην ψηφιακή εποχή, με ασφαλέστερες συνθήκες λειτουργίας και αποτελεσματικότερη ανάκτηση των χρήσιμων ορυκτών.
Η ΕΞΕΛΙΞΗ των επιχειρηματικών προοπτικών εξαρτάται και από την ευσυνειδησία και ζήτηση των καταναλωτών, των επενδυτών και των ρυθμιστικών αρχών για έναν βιώσιμο κόσμο.
Όμως αδιαμφισβήτητα η εξορυκτική δραστηριότητα ασκείται με συμμόρφωση στις απαιτήσεις του τριγώνου της βιώσιμης ανάπτυξης και με ανταπόκριση στις προκλήσεις της ψηφιακής εποχής.
Ο ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ρόλος του εξορυκτικού κλάδου στην ανάπτυξη και προαγωγή της ευημερίας του ανθρώπινου είδους και της χώρας μας θα συνεχιστεί διότι ο κλάδος αυτός εξελίσσεται, προσαρμόζεται στις εκάστοτε απαιτήσεις και δικαιωματικά συγκαταλέγεται στους οδηγούς της βιώσιμης ανάπτυξης.