Skip to main content

Οι επτά προκλήσεις για τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ

Ο Τραμπ και η κυβέρνηση επιχειρηματιών που τον στηρίζει ίσως πιστεύουν ότι η δύναμη του Οβάλ Γραφείου είναι μεγαλύτερη από αυτή των πολιτικών του αντιπάλων, των αγορών και της υφηλίου μαζί. Η πείρα, όμως, δείχνει ότι η δράση προκαλεί αντίδραση

Τoυ Γιώργου Λαγαρία, επικεφαλής οικονομολόγου της Mazars Wealth Management

Η 20ή ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ βρίσκει τον Ντόναλντ Τραμπ και επίσημα πρόεδρο των ΗΠΑ. Τις τελευταίες μέρες ακούσαμε πολλά για τα σχέδιά του, από την επιβολή δασμών, την απορρύθμιση (τραπεζική, τεχνολογική, ενεργειακή και φαρμακευτική), τη μείωση των εταιρικών φόρων, την «πολιτισμική επανάσταση» που προτίθεται να φέρει με τον Έλον Μασκ, τον τερματισμό των πολέμων, μέχρι την αγορά της Γροιλανδίας.

ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ, βεβαίως, είναι για αυτούς που είναι εκτός εξουσίας. Άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του, ο νέος πλανητάρχης θα βρει στο γραφείο του επτά οικονομικές «φωτιές» (και πόσες γεωπολιτικές), τις οποίες θα πρέπει να κατασβήσει πριν μπορέσει να προχωρήσει σε πιο μεγαλόπνοα σχέδια. Ποιες είναι αυτές;

1. Πληθωριστικές πιέσεις: Ο αμερικανικός πληθωρισμός είναι ήδη στο 2,9%, σχεδόν 1% πάνω από τον στόχο. Ίσως να ήταν και παραπάνω, αν η κινεζική οικονομία δεν επιβράδυνε επιθετικά, κάτι που ίσως όμως σταματήσει μετά τα πρόσφατα μέτρα στήριξης που πήρε η κυβέρνηση.

Ο Ντόναλντ Τραμπ εξελέγη ακριβώς επειδή ο πληθωρισμός ήταν υψηλός στα χρόνια του Τζο Μπάιντεν. Η στρατηγική του για υψηλούς δασμούς είναι αμιγώς πληθωριστική. Μακροπρόθεσμα μπορεί να έχει κέρδη, όμως βραχυπρόθεσμα θα μπορούσε να πιέσει σημαντικά τόσο τους καταναλωτές όσο και τις αγορές.

2. Πολύ ανήσυχη αγορά ομολόγων: Από τον Σεπτέμβριο, το κόστος δανεισμού έχει ανέβει κατά περίπου 1% στα περισσότερα κράτη, κάτι που ήδη δημιουργεί πολιτικούς κλυδωνισμούς στη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία.

Μέρος της ευθύνης φέρει η Federal Reserve, η αμερικανική κεντρική τράπεζα, η οποία πραγματοποίησε μια ξαφνική διπλή μείωση επιτοκίων τον Σεπτέμβριο, στέλνοντας μήνυμα στις αγορές ότι θα ακολουθήσει μια χαλαρή επιτοκιακή πολιτική.

Όσο τα στοιχεία της οικονομίας βελτιώνονταν και μετά την εκλογή Τραμπ, ο οποίος επιβεβαίωσε ότι θα προχωρήσει σε επιθετικούς δασμούς, τόσο η στρατηγική της τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Στις 16 Σεπτεμβρίου, οι αγορές έβλεπαν δέκα μειώσεις επιτοκίων από εκείνο το σημείο έως το τέλος του 2025, και προς το παρόν βλέπουν μόνο τρεις (οι δύο ήδη έχουν πραγματοποιηθεί).

3. Υψηλά επιτόκια: Ως αποτέλεσμα, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με υψηλά επιτόκια.

H Fed δεν προτίθεται να μειώσει σημαντικά, ενώ δεν αποκλείεται ακόμα και να αυξήσει το κόστος του χρήματος.

Τα υψηλότερα επιτόκια θα αυξήσουν το κόστος δανεισμού όχι μόνο για τους καταναλωτές, αλλά και για τις ΗΠΑ.

Ήδη τα τοκοχρεολύσια για τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου είναι στο 4,5%, σχεδόν διπλάσια της ανάπτυξης.

Υψηλότερα επιτόκια σημαίνει ακόμα λιγότερος δημοσιονομικός χώρος, ή μεγαλύτερα ελλείμματα. Αυτά θα σημάνουν ακόμα μεγαλύτερες αποδόσεις των ομολόγων, άρα ακόμα μεγαλύτερα έξοδα. Ήδη το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) αναμένει χρέος στο 131% του αμερικανικού ΑΕΠ έως το τέλος της δεκαετίας.

Στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα υπάρχουν αρκετά «γεράκια» των ελλειμμάτων και ο νέος πρόεδρος μπορεί να βρει αντίσταση για περαιτέρω δανεισμό.

4. Η μεγάλη «μετακύλιση του χρέους»: Μέσα στο 2025, ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό, 7 τρισ. δολάρια, κυρίως βραχυπρόθεσμου χρέους, θα μετακυλιστούν. Πρόκειται για το ένα τέταρτο όλου του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ και σχεδόν 21 φορές όλο το ελληνικό!

Τα υψηλότερα επιτόκια και η ανάγκη ο δανεισμός να γίνει πιο μακροπρόθεσμος ίσως δημιουργήσουν ακόμα μεγαλύτερη αναστάτωση στις ομολογιακές αγορές, ανεβάζοντας περαιτέρω το κόστος δανεισμού.

5. Μάχη για την «οροφή του χρέους»: Ο τελευταίος προϋπολογισμός μετέθεσε τη συζήτηση για
την «οροφή του χρέους» για τις πρώτες μέρες της νέας προεδρίας. Τεχνικά, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να εκδώσουν καινούργιο χρέος από την αρχή του έτους, όμως το υπουργείο Οικονομικών έχει κάποιες τεχνικές δυνατότητες για περίπου έναν μήνα.

Δεν υπάρχει, βεβαίως, μεγάλη περίπτωση να μην ανέβει η οροφή, όπως έχει συμβεί και τις προηγούμενες 52 φορές. Το Κογκρέσο, όμως, θα ζητήσει ανταλλάγματα από τον νέο πρόεδρο και μαζί θα αρχίσουν οι παραχωρήσεις από την πλευρά του Ντόναλντ Τραμπ.

6. Αδύναμη μετοχική αγορά: Μαζί με την ομολογιακή, και η μετοχική αγορά είναι αδύναμη. Αν και μόλις 4%-5% κάτω από τα υψηλά της, το μομέντουμ έχει χαθεί. Στην Αμερική οι μετοχές είναι σημαντικές για τους καταναλωτές, καθώς πολλοί συνταξιοδοτικοί λογαριασμοί είναι συνδεδεμένοι με το χρηματιστήριο.

Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ κρίνει την απόδοσή του από τις μετοχικές αποδόσεις. Όσο τα επιτόκια παραμένουν ψηλά, τόσο οι μετοχές θα βρίσκουν αντίσταση.

7. Ισχνή πλειοψηφία στη Βουλή και ένα καχύποπτο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα: Το χρέος, οι προϋπολογισμοί κ.λπ. ίσως δεν θα ήταν δυσεπίλυτα προβλήματα σε ένα ομοιογενές κόμμα. Όμως η Ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στο Κογκρέσο είναι πολύ ισχνή και αρκούν λίγοι βουλευτές για να εκτροχιάσουν πολλές νομοθετικές προσπάθειες. Την κατάσταση για τον νέο πρόεδρο δυσχεραίνει η πρακτική του να δίνει αξιώματα σε συμμάχους, επιχειρηματίες και συγγενείς, αφήνοντας έξω πολλούς βουλευτές και γερουσιαστές.

Αν η πλειοψηφία είναι ισχνή, τότε θα ήθελε όλους τους αξιωματούχους του μαζί του. Με το να τους αγνοήσει, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο επαναστάσεων, καθυστερήσεων και προβλημάτων στο νομοθετικό του έργο.

ΜΙΑ ΓΡΗΓΟΡΗ ματιά στα παραπάνω δείχνει ότι το πρόβλημα επικεντρώνεται τελικά στους εμπορικούς πολέμους, που θα σημάνουν περισσότερο πληθωρισμό και υψηλότερα επιτόκια σε μια εποχή που ο δημοσιονομικός χώρος είναι περιορισμένος, ακόμα και για τις ΗΠΑ.

Ο Ντόναλντ Τραμπ και η κυβέρνηση επιχειρηματιών που τον στηρίζει ίσως πιστεύουν ότι η δύναμη του Οβάλ Γραφείου είναι μεγαλύτερη από αυτή των πολιτικών του αντιπάλων, των αγορών και της υφηλίου μαζί. Η πείρα, όμως, δείχνει ότι η δράση προκαλεί αντίδραση.

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, κατά τον Ντόναλντ Τραμπ, είναι ότι είναι δυνατόν να επιβληθούν δασμοί χωρίς πληθωρισμό και να υπάρχει ανταγωνιστικότητα με σκληρό δολάριο. Ότι ο πολιτικός, διπλωματικός και επιχειρηματικός κόσμος στο σύνολό του και στην παγκοσμιότητά του θα συμφωνήσει στα πάντα πειθήνια, όπως έκαναν ο Τζεφ Μπέζος και ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ.

Οι ψηφοφόροι είναι έτοιμοι να την καταναλώσουν και οι πολιτικοί να προσποιηθούν ότι την αποδέχονται.

Όλοι, όμως, κοιτάζουν τις αγορές, που δεν πειθαναγκάζονται και που τελικά στέκονται απέναντι από την προεδρική καρέκλα, όρθιες, απαιτώντας αποδείξεις.

Θα καταφέρει τελικά να τις πείσει ο Ντόναλντ Τραμπ; Αυτό είναι το μεγαλύτερο πολιτικό και οικονομικό ερώτημα του 2025.