Τoυ Ευάγγελου Μ. Σφακιανάκη, επισκ. καθηγητή Χρηματοοικονομικών στο ΕΚΠΑ και Portfolio Manager σε εταιρείες Asset Management
ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ προφανές, τόσο από τα μακροοικονομικά μας μοντέλα όσο και από τις πρόσφατες αποφάσεις, ότι η Κίνα βρίσκεται σε κατάσταση έντονου προβληματισμού. Τα σημάδια παραπέμπουν στην περίοδο του 2008, καθώς η χώρα φαίνεται να βρίσκεται στα πρόθυρα μιας σοβαρής ύφεσης.
ΠΡΟ ΗΜΕΡΩΝ, η Κίνα υιοθέτησε μέτρα στήριξης που προσομοιάζουν σε εκείνα της περιόδου της πανδημίας, υποδεικνύοντας μια απεγνωσμένη προσπάθεια διασφάλισης βραχυπρόθεσμης σταθερότητας. Συγκεκριμένα, προχώρησε σε μείωση του Απαιτούμενου Ποσοστού Αποθεματικών (Reserve Requirement Ratio – RRR) κατά 50 μονάδες βάσης (μ.β.). Με αυτήν την κίνηση, απελευθερώθηκαν 142 δισ. δολάρια (1 τρισεκατομμύριο γιουάν) για νέο δανεισμό, ενώ αναμένεται περαιτέρω μείωση του RRR εντός του 2024.
Από το 2012 έως σήμερα, η Κίνα μειώνει συστηματικά το RRR, από 21,5% στο 9,5%. Συγκριτικά, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η συνολική μείωση ήταν 100 μ.β. Η σοβαρότητα της τρέχουσας κατάστασης αποδεικνύεται από την εσπευσμένη μείωση των 50 μ.β. και την πρόθεση για περαιτέρω μειώσεις, που θα απελευθερώσουν επιπλέον κεφάλαια στην αγορά.
ΕΠΙΠΛΕΟΝ, μειώθηκαν τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια κατά 0,2%, με το 7ήμερο Reverse Repo Rate να πέφτει από 1,7% σε 1,5%, καταγράφοντας τα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας. Η Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε επίσης ότι τα στεγαστικά επιτόκια θα μειωθούν κατά τουλάχιστον 30 μ.β. τον Οκτώβριο, φτάνοντας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
ΠΑΡΑ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ότι αυτά τα μέτρα είναι δραστικά, η συνέχιση της μείωσης των επιτοκίων και η τόνωση της ρευστότητας θεωρούνται πλέον δεδομένες. Όλα τα ανωτέρω υποδηλώνουν ότι η Κίνα λειτουργεί υπό συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ σημάδια αδυναμίας εμφανίστηκαν όταν ο δείκτης υψηλής απόδοσης ακινήτων της χώρας (HY) υποχώρησε κατά 82% σε διάστημα δύο ετών, μετά την πτώχευση της Evergrande. Αυτό οδήγησε τον δείκτη πίσω στα επίπεδα του 2008, ωστόσο σχεδόν κανείς δεν μίλησε γι’ αυτό.
ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ, η Κίνα αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη περίοδο αποπληθωρισμού από το 2008, σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες που παλεύουν με τον πληθωρισμό. Αν και η πτώση των τιμών μπορεί να φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, θετική, οι οικονομικές συνέπειες είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές. Όταν οι καταναλωτές προσδοκούν περαιτέρω πτώση τιμών, αναβάλλουν τις αγορές τους, οδηγώντας σε μείωση της ζήτησης και, κατ’ επέκταση, σε «πάγωμα» της οικονομικής δραστηριότητας.
Η ΑΝΕΡΓΙΑ έχει αρχίσει να καταγράφει σημαντική άνοδο. Η βιομηχανική παραγωγή έχει περιοριστεί, η κατασκευαστική δραστηριότητα βρίσκεται σε κρίση λόγω της κατάρρευσης της αγοράς ακινήτων και η καταναλωτική ζήτηση παραμένει αδύναμη. Παράλληλα, η Κίνα μειώνει τις τοποθετήσεις της σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, την τελευταία τριετία, οι θέσεις της σε αμερικανικά ομόλογα έχουν μειωθεί κατά 30%, αντιστοιχώντας σε μείωση περίπου 300 δισ. δολαρίων.
ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ μπορεί να υποψιαστεί κανείς ότι η Κίνα είτε ήδη διανύει είτε φλερτάρει με μια έντονη ύφεση. Τα γενναιόδωρα επεκτατικά μέτρα που έχουν ανακοινωθεί και θα συνεχίσουν να ανακοινώνονται, επιβάλλουν ουσιαστικά μια βραχυπρόθεσμη λύση. Μακροπρόθεσμα, όμως, οι προοπτικές παραμένουν αβέβαιες.
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ που προκύπτει είναι: Δεν μάθαμε τίποτα από τα λάθη του 2020; Η εκτεταμένη οικονομική στήριξη θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα νέο κύμα πληθωρισμού, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τη ραγδαία άνοδο της τιμής του χρυσού. Ο χρυσός, ο οποίος διαχρονικά θεωρείται ως «ασφαλές καταφύγιο», τείνει να εκτοξεύεται σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας ή/και υψηλών πληθωριστικών πιέσεων.
ΟΙ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ τράπεζες που κινούνται βιαστικά ενδέχεται να προκαλέσουν καταστροφικές συνέπειες. Και δεν είναι μόνο η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας που κινείται εσπευσμένα. Από την άλλη πλευρά του πλανήτη, η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα, παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις της, προχώρησε σε μια απότομη μείωση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης.
Είναι πλέον προφανές ότι η οικονομία των ΗΠΑ έχει αρχίσει να εμφανίζει έντονες ρωγμές. Αυτά τουλάχιστον μαρτυρούν τόσο τα μακροοικονομικά της δεδομένα όσο και οι αποφάσεις που λαμβάνει στην πράξη.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ, με την αβεβαιότητα να καταλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία, αυτό που αναμένεται για το επόμενο τρίμηνο είναι υψηλή μεταβλητότητα στις αγορές και ένα δυναμικό περιβάλλον για βραχυπρόθεσμες αγοραπωλησίες.