Του Παύλου Ραβάνη, προέδρου του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου της Αθήνας
ΕΝΑ ΑΠΟ τα πιο ηχηρά μηνύματα που έλαβε η κυβέρνηση από την πρόσφατη κάλπη των ευρωεκλογών ήταν η μαζική αντίδραση της πραγματικής οικονομίας στο πρόσφατο φορολογικό νομοσχέδιο.
Η ΠΑΤΑΞΗ της φοροδιαφυγής αποτελεί πάγια θέση του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου της Αθήνας, καθώς ένα από τα μεγαλύτερα θύματά της διαχρονικά είναι οι υγιείς μικρές επιχειρήσεις και οι αυτοαπασχολούμενοι. Άλλωστε, τα τελευταία χρόνια και χωρίς εξαίρεση, φορολογούνται από μηδέν εισόδημα, με το τέλος επιτηδεύματος, που αντιστοιχεί σε εισόδημα 14.500 ευρώ για έναν μισθωτό.
ΠΡΟΦΑΝΩΣ και δεν είναι όλες οι μικρές επιχειρήσεις φοροκλέφτες -όπως δεν είναι και όλες οι μεγάλες-, ενώ κάθε τέτοιος γενικός χαρακτηρισμός, του τύπου «καλός εργαζόμενος – κακός επαγγελματίας και επιχειρηματίας», ενέχει τον κίνδυνο κοινωνικής αδικίας, στοχοποίησης και αντιπαλότητας.
ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ γνωστό, με τον νόμο 5073/2023 θεσπίζεται τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες, και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που ασκούν ατομικά τη δραστηριότητά τους. Έτσι, φορολογούνται οριζόντια και άδικα, για εισοδήματα που δεν έχουν αποκτήσει και ανεξάρτητα από τη φοροδοτική ικανότητά τους. Τούτο, σε συνδυασμό με τις οικονομικές συνέπειες που επέφερε η δεκαετής μνημονιακή περίοδος, η πανδημία του κορωνοϊού, η ακρίβεια και ο πληθωρισμός, οδηγεί σε οικονομική ασφυξία και αφανισμό χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες και μικρούς επιχειρηματίες.
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ χρόνια, έχουμε κατ’ επανάληψη και δημοσίως τοποθετηθεί, ότι όσο δεν ελέγχονται οι παράνομοι «επαγγελματίες», τόσο προκαλείται αθέμιτος ανταγωνισμός και έχουμε ζητήσει τη νομότυπη και σε οργανωμένο πλαίσιο άσκηση της επιχειρηματικότητας, με αδειοδοτημένους και πιστοποιημένους επαγγελματίες. Μάλιστα, προς την κατεύθυνση αυτή, το ΒΕΑ έχει προβεί σε δράσεις και παρεμβάσεις προς την πολιτεία.
ΤΟ ΝΕΟ φορολογικό νομοσχέδιο, αν δεν υποστεί άμεσα αλλαγές, θα είναι νομοσχέδιο στοχοποίησης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων, οι οποίοι ανέρχονται σε τεράστιο ποσοστό, πάνω από 90%. Ας αναλογιστούμε ότι η μεγάλη μερίδα του επιχειρηματικού κόσμου έχει υποστεί τις βαρύτερες συνέπειες των συνεχόμενων κρίσεων.
ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ της αμοιβαίας συνεργασίας μας με τους θεσμικούς φορείς λάβαμε πρόσφατα την πρωτοβουλία και με επιστολή μας στον πουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστή Χατζηδάκη, θέσαμε ένα σαφές και στρατηγικό σχέδιο, με συμπληρωματική πρόταση διευθέτησης για την εφαρμογή του Τεκμαρτού Εισοδήματος.
ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ, προτείναμε τρία μέτρα: Να γίνεται εκκαθάριση του τεκμαρτού εισοδήματος μεσοσταθμικά ανά τριετία. Να υπάρχει επανεξέταση του τεκμαρτού εισοδήματος έως 50.000 ευρώ βάσει του πλήθους του προσωπικού, καθώς η αύξηση προσωπικού δεν οδηγεί πάντα και σε αύξηση καθαρού κέρδους. Και, τέλος, μετά τη συμπλήρωση της 3ης τριετίας να εφαρμόζεται αντίστοιχη μείωση, αφού υπάρξει μεσοδιάστημα σταθερότητας στις 3 τριετίες, που θα οδηγεί σε απάλειψη των τριετιών, καθώς μετά την ανάπτυξη και τη σταθερότητα επέρχεται η γήρανση των επιχειρήσεων.
ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΗ ανάγκη για την κυβέρνηση να προχωρήσει με πνεύμα δικαιοσύνης και κοινής λογικής στην εφαρμογή ενός νέου, δίκαιου συστήματος φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών στο πνεύμα αντίστοιχων ρυθμίσεων που ισχύουν σε προηγμένες χώρες της Ε.Ε. και να ελέγξει με σοβαρά μέτρα και δικλίδες ασφαλείας τη φοροδιαφυγή εκατομμυρίων από μεγάλες επιχειρήσεις, ενδοομιλικές συναλλαγές και γενικά την ασυδοσία των ανεξέλεγκτων αγορών.
ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΩΣΤΕ χαρακτηριστικό ότι, ανατρέχοντας στην ίδια την Ε.Ε., υπάρχει αναφορά στην Έκθεση σχετικά με το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή, όπου τονίζεται ότι «οι πρόσφατες εξελίξεις στη φορολογία και την είσπραξη φόρων, οι οποίες έχουν μετατοπίσει τη φορολογική επίπτωση από τον πλούτο στο εισόδημα, από το εισόδημα κεφαλαίου στο εισόδημα από εργασία και κατανάλωση, από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) και από τον χρηματοπιστωτικό τομέα στην πραγματική οικονομία, είχαν δυσανάλογο αντίκτυπο στις γυναίκες και τα άτομα χαμηλού εισοδήματος, τα οποία συνήθως βασίζονται περισσότερο στο εισόδημα από την εργασία και δαπανούν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους στην κατανάλωση», καθώς και ότι «υπάρχουν υψηλότερα ποσοστά φοροδιαφυγής μεταξύ των πλουσιότερων». Καλεί δε την Επιτροπή να «εξετάσει τον αντίκτυπο στην κοινωνική ανάπτυξη».
ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ πραγματικότητα, στη φάση του πληθωρισμού, της ακρίβειας, της νέας αύξησης των τιμών ενέργειας, ήρθε αιφνιδιαστικά ένα νομοσχέδιο με αυξήσεις για τους μικρούς και καμία πρόβλεψη πάταξης της αισχροκέρδειας και της φοροδιαφυγής των «μεγάλων».
Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ισορροπία απαιτεί την ύπαρξη πραγματικών και ίσων ευκαιριών στην άσκηση της επιχειρηματικότητας. Ζητάμε να υπάρχει σεβασμός στον ελεύθερο επαγγελματία και την οικογενειακή επιχείρηση, που αποτελεί την πλειονότητα στη χώρα, και να επιβαρύνονται με αυτό που τους αναλογεί οι πραγματικά «έχοντες» και όσοι αισχροκερδούν. Κυρίως, είμαστε αντίθετοι στις απλουστευτικές, οριζόντιες ρυθμίσεις, που δεν φαίνεται να λύνουν κανένα πρόβλημα.
ΣΕ ΜΙΑ περίοδο που διαφαίνονται σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, η κυβέρνηση θα πρέπει να στηρίξει έμπρακτα τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις να επιβιώσουν και να διατηρήσουν τις υπάρχουσες θέσεις εργασίας, πολλαπλασιάζοντας με τον τρόπο αυτό τα οφέλη και για τις δύο πλευρές.