Των Παναγιώτη Αντωνόπουλου, οικονομολόγου/Πληροφορικού, εσωτερικού ελεγκτή, MBA-ΙT, MSc, CFE, CICA, πιστοποιημένου ελεγκτή υπουργείου Οικονομικών, και Δημητρίου Πανοζάχου, MSc, οικονομολόγου, εσωτερικού ελεγκτή CISA, πιστοποιημένου ελεγκτή υπουργείου Οικονομικών, δ/νοντος συμβούλου της Ορθολογισμός Α.Ε.
ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο ελληνικός δημόσιος τομέας, η αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων αναδεικνύεται τόσο ως κρίσιμη αναγκαιότητα όσο και ως τρομερή ευκαιρία. Καθώς η Ελλάδα διέρχεται από διεθνείς οικονομικές αναταράξεις και ενδογενείς γραφειοκρατικές πολυπλοκότητες, η επιτακτική ανάγκη να ενισχυθεί το πλαίσιο διακυβέρνησής της έναντι πιθανών απειλών δεν ήταν ποτέ πιο πιεστική. Ιστορικά, η διαχείριση κινδύνων στον ελληνικό δημόσιο τομέα χαρακτηρίζεται από μια αντιδραστική στάση, που ορίζεται από σποραδικές απαντήσεις σε κρίσεις και όχι από μέτρα για την προληπτική αντιμετώπιση των τρωτών σημείων. Αυτή η προσέγγιση, αν και κατανοητή δεδομένης της ταραχώδους πρόσφατης ιστορίας της χώρας, δεν είναι πλέον βάσιμη σε μια εποχή που σηματοδοτείται από παγκόσμιες ραγδαίες αλλαγές και αβεβαιότητα.
ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ του ζητήματος ήταν η απουσία μιας συνεκτικής και συνολικής στρατηγικής διαχείρισης κινδύνου που διαπερνά όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης. Ενώ υπήρχαν θύλακες αριστείας σε ορισμένους τομείς, επικρατούσε μια κατακερματισμένη προσέγγιση, αφήνοντας κρίσιμα κενά στη συνολική αρχιτεκτονική διακυβέρνησης. Για να ενισχύσει πραγματικά την ανθεκτικότητα, η Ελλάδα έπρεπε να υιοθετήσει ένα ενιαίο πλαίσιο που να ενσωματώνει τον εντοπισμό, την αξιολόγηση, τον μετριασμό και την παρακολούθηση του κινδύνου σε όλους τους δημόσιους φορείς.
ΕΠΙΠΛΕΟΝ, η επικρατούσα κουλτούρα της γραφειοκρατικής αδράνειας και η αντίσταση στην αλλαγή συχνά κατέπνιγαν την καινοτομία και εμπόδιζαν την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών. Οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων βυθίζονταν στη γραφειοκρατία, εμποδίζοντας την ευελιξία που απαιτείται για την πρόβλεψη και την αντιμετώπιση των αναδυόμενων κινδύνων.
Η ΑΝΤΙΜΕΤΏΠΙΣΗ αυτών των συστημικών προκλήσεων απαιτούσε μια πολύπλευρη προσέγγιση που θα έδινε προτεραιότητα τόσο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις όσο και στον πολιτισμικό μετασχηματισμό. Πρωτίστως, η Ελλάδα έπρεπε να επενδύσει στην οικοδόμηση θεσμικής ικανότητας για τη διαχείριση κινδύνων, εξοπλίζοντας τους δημόσιους υπαλλήλους με τα εργαλεία και την τεχνογνωσία που απαιτούνται για τον εντοπισμό και τον μετριασμό των κινδύνων αποτελεσματικά.
ΤΟ ΚΕΝΟ στη διαχείριση της διακινδύνευσης ήρθε να καλύψει ο νόμος 5013/2023 για την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και διαχείριση κινδύνων στον δημόσιο τομέα, που με τις διατάξεις του ορίζονται η πολιτική, το πλαίσιο, η διαδικασία και τα όργανα διαχείρισης κινδύνων και προβλέπεται η λειτουργία Μητρώου Κινδύνων και Κεντρικού Αποθετηρίου Κινδύνων Διαφθοράς.
Ο ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ των κινδύνων που δύνανται να αναπτυχθούν εντός του δημόσιου φορέα και απειλούν την εύρυθμη λειτουργία του, η προστασία του δημοσίου συμφέροντος και η παροχή υπηρεσιών στους πολίτες, τηρώντας τις αρχές της καλής διακυβέρνησης και της χρηστής διοίκησης, δηλαδή τις αρχές της νομιμότητας, της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας, με προστιθέμενη μακροπρόθεσμη αξία στο διοικητικό και οικονομικό περιβάλλον της χώρας, τίθενται πλέον ως στόχοι.
Η ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ του ιδιωτικού τομέα και η συνδρομή επαγγελματιών με τεχνογνωσία, δεξιότητες και εμπειρία που δεν υπάρχουν εντός του δημόσιου τομέα για υποστήριξη των οργάνων διαχείρισης κινδύνων επαυξάνει την αποτελεσματικότητα και αναπτύσσει την καλλιέργεια μιας κουλτούρας δράσης και διαφάνειας που είναι πρωταρχικής σημασίας για την ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης του κοινού. Η υιοθέτηση του ανοιχτού διαλόγου για την καταγραφή και τον εξορθολογισμό της διακινδύνευσης μπορεί να συμβάλει στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ πολιτών και δημόσιας διοίκησης, ενισχύοντας μια συλλογική προσέγγιση για τη διαχείριση κινδύνων που αξιοποιεί τη συλλογική ευφυΐα και τεχνογνωσία.
ΤΕΛΙΚΑ, ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ προς την ενισχυμένη διαχείριση κινδύνων στον ελληνικό δημόσιο τομέα δεν είναι χωρίς προκλήσεις. Θα απαιτήσει ακλόνητη δέσμευση, τολμηρή ηγεσία και προθυμία να αντιμετωπίσουμε παγιωμένους κανόνες. Ωστόσο, το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό για να αγνοηθεί. Ενισχύοντας το πλαίσιο διακυβέρνησής της έναντι των κινδύνων, η Ελλάδα μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για ένα μέλλον που θα ορίζεται από ανθεκτικότητα, σταθερότητα και βιώσιμη ανάπτυξη.