Τoυ Μιχάλη Γκλεζάκου, καθηγητή Χρηματοοικονομικής
ΈΧΟΥΝ περάσει αρκετές δεκαετίες από τότε που αρχίσαμε να «θεοποιούμε» την κατανάλωση και να τη χρησιμοποιούμε σχεδόν ως αποκλειστικό κριτήριο για τη μέτρηση της ευημερίας της ανθρώπινης κοινωνίας. Αρχίσαμε από τότε μια ξέφρενη προσπάθεια μεγιστοποίησής της, υιοθετώντας ένα αναπτυξιακό μοντέλο που απαιτεί να εκλύονται στην ατμόσφαιρα περίπου 35 δισεκατομμύρια τόνοι διοξειδίου του άνθρακα ετησίως.
ΤΩΡΑ, που αρχίζουμε να παίρνουμε μια γεύση των επιλογών μας, με την κλιματική αλλαγή που μας φέρνει χιόνια το καλοκαίρι και καύσωνες τον χειμώνα, καταλαβαίνουμε το κακό που κάναμε. Όμως συνεχίζουμε την ίδια αδιέξοδη πορεία, με τις εκτιμήσεις να λένε ότι σε 5-6 χρόνια ίσως να χρειαστεί να «καίμε» 110 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, από τα 100 εκατομμύρια βαρέλια που καίμε σήμερα.
ΤΟ ΚΑΚΟ είναι ότι το περιβάλλον δεν αποτελεί το μοναδικό θύμα αυτού του ανορθόδοξου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης. Υπάρχουν και άλλες σκληρές συνέπειες, που θα τις δούμε να έρχονται στο προσκήνιο σιγά σιγά. Όπως για παράδειγμα οι οδυνηρές επιδράσεις στην υγεία μας, για τις οποίες θα δώσουμε ένα μικρό δείγμα, περιοριζόμενοι στις καταστροφικές συνέπειες της διείσδυσης των νανοπλαστικών στο σώμα μας.
ΤΟ ΠΛΑΣΤΙΚΟ, ως υλικό, δεν αποτελεί πρόβλημα. Αντίθετα, εξυπηρετεί τις ανάγκες μας με τις άπειρες χρήσιμες εφαρμογές του και το χαμηλό κόστος του. Το πρόβλημα ξεκινά από την εντατική και ανεξέλεγκτη χρήση του, καθώς και από την απόρριψή του στο περιβάλλον χωρίς ουσιαστικούς περιορισμούς. Οι εκτιμήσεις λένε ότι 6,3 δισεκατομμύρια τόνοι σκουπίδια από πλαστικό υπάρχουν σήμερα σε κάθε γωνιά της Γης, ακόμη και στις πιο δυσπρόσιτες περιοχές, όπως π.χ. στους πάγους της Ανταρκτικής, στις βαθύτερες ωκεάνιες τάφρους, σε απομακρυσμένες ερήμους κ.λπ. Το στοκ αυτό, μάλιστα, αυξάνεται κατά 350 εκατομμύρια τόνους ετησίως!
ΛΙΓΟ-ΠΟΛΥ όλοι ξέρουμε ότι κάθε κομμάτι πλαστικού που σκορπίζουμε στο περιβάλλον, διατηρείται για εκατοντάδες χρόνια. Αυτό που αγνοούμε είναι ότι στη διαδρομή αυτού του χρόνου διασπάται σε όλο και μικρότερα κομμάτια, φτάνοντας σε μέγεθος μικρομέτρου (ένα χιλιοστό του χιλιοστού) ή νανομέτρου (ένα εκατομμυριοστό του χιλιοστού) και «ταξιδεύει», μέσα από την τροφική αλυσίδα, μέχρι το σώμα μας.
ΑΣ ΔΟΥΜΕ πώς πραγματοποιείται αυτή η διείσδυση:
- Τα σωματίδια που δημιουργούνται από θραύσματα πλαστικού που έχει καταλήξει σε ποτάμια, λίμνες και θάλασσα, περνούν στα κύτταρα των ψαριών και λοιπών υδρόβιων οργανισμών και μέσω αυτών καταλήγουν στο πιάτο μας.
- Αντίστοιχη είναι η πορεία τους μέσω του εδάφους, απ’ όπου εισέρχονται στα φύλλα και τους καρπούς των φυτών μέσω του ριζικού συστήματος.
- Επίσης, στην καθημερινότητά μας, «κολυμπάμε σε μια θάλασσα πλαστικού», όπως π.χ. οι απειράριθμες πλαστικές συσκευασίες (αποτελούν το 40% των παραγόμενων πλαστικών), τα ρούχα, τα πλαστικά μονιμότερης χρήσης κ.λπ.
ΟΛΑ τα πιο πάνω παράγουν μικροπλαστικά και νανοπλαστικά ακατάπαυστα, τα οποία τα τρώμε, τα πίνουμε, τα αναπνέουμε και έτσι τους δίνουμε τη δυνατότητα να φτάσουν στα κύτταρά μας, στα οποία προκαλούν πολλές και σημαντικές βλάβες.
ΒΕΒΑΙΑ, δεν υπάρχουν ατράνταχτες αποδείξεις για τη μεγάλη ζημιά που κάνουν, ίσως γιατί δεν έχει προχωρήσει σημαντικά η διερεύνηση των επιπτώσεών τους στην υγεία μας. Όμως οι ενδείξεις που έχουν συσσωρευτεί από σχετικές μελέτες είναι πολλές και ανησυχητικές. Για παράδειγμα, τα νανοπλαστικά έχουν εντοπιστεί στους πλακούντες εμβρύων, στο μητρικό γάλα, στους πνεύμονες, στο συκώτι κ.λπ. Έχει βρεθεί επίσης ότι οι χημικές ουσίες που περιλαμβάνονται σε αυτά μπορούν να διαταράξουν το ορμονικό σύστημα που ρυθμίζει την ανάπτυξή μας, να προκαλέσουν καρκίνο, καρδιακές παθήσεις κ.λπ. (π.χ. «Annals of Global Health»: The Minderoo-Monoco Commission on Human Health).
ΑΚΟΜΗ, όπως προκύπτει από μια ερευνητική εργασία του Πανεπιστημίου του Hall, που κωδικοποίησε τα ευρήματα 17 προηγούμενων σχετικών μελετών, τα μικροπλαστικά μπορούν να προκαλέσουν ανοσολογικές αντιδράσεις, βλάβη στα κυτταρικά τοιχώματα, οξειδωτικό στρες, βλάβη των ιστών, ακόμη και κυτταρικό θάνατο.
ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ μια ιδέα της «επίθεσης» που δέχεται καθημερινά ο οργανισμός μας, αρκεί να πούμε ότι έχουν μετρηθεί περίπου 20 εκατομμύρια νανοπλαστικά ανά 100 γραμμάρια μήλων ή αχλαδιών και ακόμη ότι αυτά βρίσκονται σε όλες τις τροφές μας. Επίσης, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου του Τορόντο και της Ocean Conservancy (βλ. περιοδικό Environmental Pollution), μικροπλαστικά περιέχονται σε 14 από τα 16 είδη πρωτεϊνών που καταναλώνουμε συνήθως.
ΤΟ ΚΑΚΟ είναι ότι δεν υπάρχει προοπτική βελτίωσης της κατάστασης, γιατί οι ποσότητες πλαστικών σκουπιδιών που έχουν απλωθεί στο περιβάλλον είναι τόσο μεγάλες ώστε θα μπορούν να μας βομβαρδίζουν με πλαστικά σωματίδια στο διηνεκές.
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ γίνονται ακόμη χειρότερα από το γεγονός ότι στο πλαστικό περιλαμβάνονται 13.000 χημικές ουσίες, πολλές από τις οποίες είναι τοξικές. Από αυτές, μόνο οι 7.000 έχουν ελεγχθεί, με τις 3.200 να χαρακτηρίζονται ως δυνητικά ανησυχητικές (έκθεση UNEP) και να συνδέονται με παθήσεις του θυρεοειδούς, παχυσαρκία, προβλήματα γονιμότητας και καρκίνο (βλ. European Environment Agency: Emerging chemical risks in Europe – ‘PFAS’).
ΝΑ ΠΟΥΜΕ ακόμη ότι τα πλαστικά μπορούν να μετατραπούν σε φορείς πάσης φύσεως μικροβιωμάτων, φιλοξενώντας ακόμη και 1.000 είδη μικροβίων σε ένα κομμάτι πλαστικού μόλις 5 χιλιοστών.
ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΦΑΝΕΣ λοιπόν ότι δεν έχουμε περιθώρια να παραμείνουμε με σταυρωμένα χέρια. Ήδη έχουμε καθυστερήσει υπέρμετρα στην αναζήτηση τρόπων αντιμετώπισης αυτής της τρομερής απειλής, παρά το γεγονός ότι έχουν γίνει πολλές φορές στο παρελθόν οι απαραίτητες επισημάνσεις από περιβαλλοντικούς φορείς και επιστήμονες. Βέβαια έχουν αρχίσει κάποιες συστηματικές προσπάθειες για να δημιουργηθούν βιώσιμες συνθήκες μέχρι το 2055 (βλ. Συμφωνία Παρισιού). Όμως τα 21 χρόνια που απομένουν μέχρι τότε είναι πολλά και δεν φαίνεται φως στον ορίζοντα. Γιατί ο κόσμος δεν ευνοεί αποφάσεις μακροπρόθεσμης πνοής, που αναπόφευκτα προϋποθέτουν τη θυσία ενός μέρους της σημερινής κατανάλωσης, και οι πολιτικοί συντάσσονται πάντοτε με την κοινή γνώμη.